"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


Και στο βάθος Χάγη


Tου Σταυρου Λυγερου


Ο Ταγίπ Ερντογάν ήξερε τι έλεγε όταν προανήγγειλε την επίσκεψή του στην Ελλάδα. Με την απαντητική επιστολή του, ο Γ. Παπανδρέου τον προσκάλεσε και επισήμως. Το ενδιαφέρον, όμως, στην αλληλογραφία είναι ο διάλογος κορυφής για το νέο πλαίσιο της διμερούς διαπραγμάτευσης.
Ο Τούρκος πρωθυπουργός πιέζει για τη διεξαγωγή εφόλης της ύλης διαπραγμάτευσης με τη συμμετοχή των αρμοδίων υπουργών και υπό την υψηλή εποπτεία των δύο πρωθυπουργών. Εάν εγκλωβίσει την Αθήνα σε μια τέτοια διαπραγμάτευση, η τουρκική διπλωματία θα έχει κερδίσει ακόμα και εάν δεν υπάρξει συμφωνία.
Η Αγκυρα δεν διεκδικεί μόνο ελληνικά κυριαρχικά και διοικητικά δικαιώματα. Διεκδικεί ευθέως και ελληνικά εδάφη, προωθώντας περαιτέρω τη θεωρία περί «γκρίζων ζωνών». Και μόνο το γεγονός ότι οι μονομερείς τουρκικές διεκδικήσεις θα τεθούν στο τραπέζι θα τις μετατρέψει στα μάτια της διεθνούς κοινότητας σε πολιτικά νομιμοποιημένες διμερείς διαφορές.

Εάν κρίνουμε απ’ όσα διοχετεύθηκαν ημιεπισήμως για το περιεχόμενο της απαντητικής επιστολής, ο Ελληνας πρωθυπουργός δεν αρνείται την εφόλης της ύλης διαπραγμάτευση. Δεν υπάρχει σαφής αναφορά ότι η Αθήνα συζητάει μόνο για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας ή πιο σωστά για οριοθέτηση Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης. (Αυτή η έννοια του Δικαίου της Θάλασσας συμπεριλαμβάνει την υφαλοκρηπίδα και κυρίως δεν αφήνει ασάφειες αναφορικά με το εάν τα κατοικημένα νησιά έχουν δικαίωμα για δική τους Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη).

Ο Γ. Παπανδρέου δεν απέρριψε την πρόταση Ερντογάν για δημιουργία υψηλού επιπέδου Συμβουλίου Συνεργασίας. Με την αντιπρότασή του, όμως, ουσιαστικά επαναφέρει στο τραπέζι τη διαδικασία, που είχε ακολουθηθεί μετά την απόφαση της Ε.Ε. στο Ελσίνκι το 1999. Για την ακρίβεια, αντιπροτείνει η διαπραγμάτευση να πραγματοποιηθεί με την αναζωογόνηση των διερευνητικών επαφών. Πιο συγκεκριμένα, η διαπραγμάτευση θα πραγματοποιηθεί στη βάση χρονοδιαγράμματος και θα έχει εκ των προτέρων συμφωνηθεί ότι εάν δεν καταλήξει, οι διαφορές θα παραπεμφθούν στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.


Η Αθήνα δεν δηλώνει ότι αποδέχεται εφόλης της ύλης διαπραγμάτευση, αλλά ουσιαστικά την έχει αποδεχθεί. Πιστεύει ότι η συζήτηση όλων των ζητημάτων στο πλαίσιο των διερευνητικών επαφών δεν νομιμοποιεί πολιτικά τις τουρκικές μονομερείς διεκδικήσεις. Στην πραγματικότητα, όμως, πρόκειται μάλλον για φύλλο συκής. Δεν σώζει τα πράγματα ούτε το γεγονός ότι στην επιστολή του ο Γ. Παπανδρέου δίνει έμφαση στον σεβασμό της εδαφικής ακεραιότητας, του διεθνούς δικαίου και των διεθνών συνθηκών.

Η ελληνική πλευρά έχει ένα διπλό στόχο: πρώτον, να καλλιεργήσει ένα περιβάλλον ύφεσης στο ελληνοτουρκικό μέτωπο. Γι’ αυτό και εμφανίζεται διατεθειμένη να συζητήσει την εφαρμογή σχετικών μέτρων. Δεύτερον, να εγκλωβίσει την Αγκυρα σε μια διαδικασία, που τελικώς οδηγεί στη Χάγη. Ο δρόμος αυτός έχει σοβαρά πλεονεκτήματα, αλλά δεν λείπουν οι παγίδες. Θα δεχθεί άραγε η Ελλάδα να θέσει την εδαφική της ακεραιότητα στην κρίση δικαστών, αποδεχόμενη την παραπομπή στη Χάγη των «γκρίζων ζωνών»;

ΠΗΓΗ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια: