"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


ΙΣΛΑΜ: Εμπόριο, γεωγραφία και η ενωτική δύναμη του Ισλάμ

Των Στέλιου Μιχαλόπουλου, Alireza Naghavi, Giovanni Prarolo
Το Ισλάμ εξαπλώθηκε  εξαιρετικά γρήγορα πριν από την εποχή της ευρωπαϊκής αποικιοκρατίας. Το άρθρο αυτό υποστηρίζει ότι ένας σημαντικός οικονομικός παράγοντας για τον καθορισμό του γεωγραφικού εύρους ήταν η χωρική ανισότητα που απαιτούσε μια πολιτικά ενωτική δύναμη, όπως το Ισλάμ. Οι περιοχές που έτρεφαν τέτοια οικονομική ανισότητα ήταν ιδιαίτερα ώριμες για ένα σύστημα όπως το Ισλάμ, που προσέφερε δόγματα αναδιανομής με μια κεντρική εξουσία για την επιβολή τους.
Τόσο η Αραβική Άνοιξη και οι συνεχιζόμενες μάχες στη Συρία, δίνουν μια νέα μορφή στον μουσουλμανικό κόσμο. Η κρατική εξουσία αλλάζει χέρια, από τους δικτάτορες σε ισλαμικά κόμματα.  
Φυσικά, η διεθνής κοινότητα παρακολουθεί αυτή τη μετάβαση στενά. Θα πετύχουν οι συγκεντρωτικές, θρησκευτικές πολιτικές δυνάμεις να ενώσουν τον ετερογενή πληθυσμό της περιοχής. Θα τους βάλουν σε μια πορεία προς την υιοθέτηση επαρκών πολιτικών και οικονομικών μεταρρυθμίσεων;
Ποια είναι η επίδραση του Ισλάμ στην πολιτική και την οικονομία
Τα υπάρχοντα στοιχεία αναφορικά με την επίδραση του Ισλάμ στους πολιτικούς και οικονομικούς δείκτες, είναι αμφιλεγόμενα. Μερικές μελέτες κάνουν λόγο για μια αρνητική σχέση (βλ. La Porta et al. 1997, Barro and McLeary 2003), ενώ άλλες εμφανίζουν μια θετική ή σημαντική ένωση (βλ. Pryor 2007, Sala-i-Martin et al 2004). Τέτοιοι συσχετισμοί είναι ενδιαφέροντες, αλλά η κατανόηση του μουσουλμανικού κόσμου θα παραμείνει περιορισμένη εκτός και εάν αναγνωρίσουμε τις δυνάμεις εκείνες που οδήγησαν στην υιοθέτηση του Ισλάμ σε όλη την περιοχή και στο εσωτερικό των χωρών. Η πρόσφατή μας έρευνα παρέχει ένα πρώτο βήμα προς αυτό το στόχο (Μιχαλόπουλος, Naghavi και Prarolo 2012).
Ο ρόλος της «γεωγραφικής ανισότητας» και το εμπόριο στην υιοθέτηση του Ισλάμ
Διακεκριμένοι ιστορικοί και μελετητές του Ισλάμ (π.χ. οι Ibs Khaldun 1377, Lapidus 2002, Berkey 2003, Lewis 1993) των οποίων οι έρευνες επικεντρώνονται στο πού υιοθετήθηκε το Ισλάμ, δίνουν έμφαση στον ιστορικό ρόλο των εμπορικών διαδρομών. Με βάση αυτό το έργο, παρέχουμε μια συστηματική εξερεύνηση των γεωγραφικών παραγόντων που συμβάλλουν στην ερμηνεία τήρησης τόσο εντός όσο και μεταξύ των χωρών.
Γεωγραφική ανισότητα
Η εμπειρική μας έρευνα αποδεικνύει ότι «η γεωγραφική ανισότητα», δηλαδή η ανισότητα στην περιφερειακή καταλληλότητα για τη γεωργία, είναι ένας θεμελιώδης παράγοντας για τη μουσουλμανική συμμόρφωση. Δείχνει επίσης ότι η απόσταση από τις προ-ισλαμικές εμπορικές διαδρομές έχει μια παρατεταμένη επίδραση στη σύγχρονη διανομή των μουσουλμάνων με τις κοινότητες πιο κοντά με τους προβιομηχανικούς δρόμους που διαθέτουν ένα μεγαλύτερο ποσοστό των μουσουλμάνων πιστών. Αυτά τα ευρήματα παρέχουν μια δικαιολογία για την αυξανόμενη εμπειρική βιβλιογραφία που αντιμετωπίζει την μουσουλμανική αντιπροσώπευση ως προκαθορισμένη σχέση, αναφορικά με τους σύγχρονους οικονομικούς και πολιτικούς δείκτες.
Για τη διεξαγωγή της εμπειρικής έρευνας κατασκευάζουμε νέα στοιχεία σχετικά με:
Την περιφερειακή καταλληλότητα για τη γεωργία
Τους προ-ισλαμικούς και προ-βιομηχανικούς εμπορικούς δρόμους στον Παλαιό Κόσμο

Συνδυάζοντας αυτές τις πηγές με πληροφορίες για τη μουσουλμανική προσκόλληση, δημιουργούμε τους ακόλουθους εμπειρικούς κανόνες:
Πρώτον, οι χώρες με άνισα κληροδοτήματα περιφερειακού αγροτικού δυναμικού και αυτές που βρίσκονται πιο κοντά σε προ-ισλαμικούς εμπορικούς δρόμους, έχουν υψηλότερη μουσουλμανική αντιπροσώπευση, όπως εμφανίζεται στα γραφήματα 1,2 και 3.

Δεύτερον
, επικεντρωνόμαστε σε εθνικές ομάδες. Η αξιοποίηση των παραλλαγών στην ενδοχώρα μετριάζει τις ανησυχίες που σχετίζονται με την ενδογένεια των σύγχρονων πολιτικών συνόρων.

Γράφημα 1: Ανισότητα στην καταλληλότητα των περιφερειών για τη γεωργία






Γράφημα 2: Ποσοστό του μουσουλμανικού πληθυσμού το 1900




Γράφημα 3: Μεγάλοι εμπορικοί δρόμοι 1600-1900 




Οι θρησκευτικές πεποιθήσεις του σύγχρονου κράτους, επηρεάζονται αναμφισβήτητα διαφορετικά από τέτοια πράγματα όπως η κρατική επιχορήγηση της θρησκείας. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό να ληφθούν υπόψη αυτές οι ιστορίες για συγκεκριμένα κράτη.
Σε αντίθεση με τη διακρατική ρύθμιση, αυτό είναι εφικτό με μια ανάλυση των εθνοτικών ομάδων στην ενδοχώρα. Μπορούμε να δείξουμε, για παράδειγμα, ότι οι εθνικότητες των οποίων οι παραδοσιακές πατρίδες χαρακτηρίζονται από άνιση κατανομή της γης, κι βρίσκονται πιο κοντά στους ιστορικούς εμπορικούς δρόμους, έχουν υψηλότερη μουσουλμανική προσκόλληση.
Από τη «γεωγραφική ανισότητα» στην οικονομική ισότητα
Ξεκινούμε με την παρατήρηση ότι , από τη μια πλευρά το Ισλάμ εμφανίστηκε στην Αραβική Χερσόνησο κάτω από συνθήκες που χαρακτηρίζουν μια άνιση κατανομή της γης σε όλες τις περιφέρειες. Και από την άλλη πλευρά, το Ισλάμ εμφανίστηκε σε περιοχές κοντά σε προσοδοφόρες εμπορικές διαδρομές. Ως αποτέλεσμα, όταν οι κάτοικοι από τις οάσεις προσπαθούσαν να διασχίσουν τις απέραντες άγονες εκτάσεις γύρω τους για την αναζήτηση εμπορικών κερδών, αντιμετώπιζαν απειλές για τη ζωή τους από νομαδικές ομάδες. Αυτές οι συναντήσεις είχαν τη δυναμική να ανακόψουν τις εμπορικές ροές, θέτοντας τις βάσεις για την ανάγκη δημιουργίας μιας συγκεντρωτικής δύναμης που χαρακτήριζε τους κανόνες διανομής. Εμείς υποστηρίζουμε ότι το Ισλάμ ήταν μια τέτοια συγκεντρωτική δύναμη και αντιστοίχως, τα οικονομικά της δόγματα έπρεπε να αντιμετωπίσουν τις εγγενείς οικονομικές ανισότητες στις φυλές. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ένα οικονομικό δόγμα που προώθησε τη μείωση της φτώχειας και τη διανομή, νόμους κατά της τοκογλυφίας και δίκαιους κανόνες κληρονομιάς γης.
Η άνοδος των ισλαμικών οικονομικών αρχών

Η εικασία ότι οι ισλαμικές οικονομικές αρχές προέκυψαν από την αλληλεπίδραση μεταξύ της γεωγραφικής ανισότητας και των εμπορικών ευκαιριών που δημιουργούν ένα μια βοηθητική πρόβλεψη. Δηλαδή, η ένταση της υιοθέτησης του Ισλάμ από άνισα προικισμένες ομάδες θα πρέπει να εξαρτάται από την εγγύτητά τους στους εμπορικούς δρόμους. Η πρόβλεψη αυτή επιβεβαιώνεται από τα δεδομένα. Στην εμπειρική ανάλυση, η αλληλεπίδραση της απόστασης με τις εμπορικές διαδρομές και η γεωγραφική ανισότητα, έρχεται με έναν αρνητικό και σημαντικό συντελεστή. Το εύρημα αυτό ταιριάζει με τις αφηγήσεις του Greif (2006), του Insoll (2003) και του Lewis (1993), που περιγράφουν πώς ένας συνδυασμός υψηλά αναπτυγμένων ισλαμικών νομικών κωδικών με μια μόνο πηγή εξουσίας, προσφέρουν μια ισχυρή συσκευή δέσμευσης στους οπαδούς και στους πιθανούς υποστηρικτές. Αυτή η συσκευή δέσμευσης ήταν καλή για να διαχειρίζεται τα θέματα της ερήμου που απασχολούσαν τις κοινότητες οι οποίες εμπλεκόταν με το εμπόριο, αλλά της έλειπε η συγκεντρωτική εξουσία που ήταν απαραίτητη για να επιβάλει αποτελεσματικά καθήκοντα ή κυρώσεις σε ετερογενείς ομάδες.
Οι μουσουλμανικές ομάδες είναι στα αλήθεια διαφορετικές; Τα στοιχεία από τις αφρικανικές εθνότητες
Σε μια προσπάθεια να διερευνήσουμε εάν οι μουσουλμανικές ομάδες έχουν διαφορετικές κοινωνικές και οικονομικές δομές από τις μη μουσουλμανικές ομάδες, στραφήκαμε στον Εθνογραφικό Άτλαντα του Murdock (1967), ο οποίος κωδικοποιεί προ-αποικιακά κοινωνικά και οικονομικά χαρακτηριστικά της Αφρικής από 522 εθνικότητες.
Παρόμοια με την κατάσταση που βρέθηκαν όλες οι ομάδες στον Παλαιό Κόσμο, οι μουσουλμανικές ομάδες της Αφρικής βρίσκονται σε γεωγραφικά άνισες περιοχές που είναι κοντά στους προβιομηχανικούς δρόμους. Τα ευρήματά μας είναι συνεπή με τον ισχυρισμό ότι η γεωγραφική ανισότητα υπαγορεύει ένα συγκεκριμένο μοτίβο διαβίωσης: βρήκαμε ότι οι μουσουλμανικές κοινότητες στην Αφρική χαρακτηρίζονται από μια κατανομή παραγωγικών δραστηριοτήτων. Επιπλέον, σε αντίθεση με τις μη μουσουλμανικές ομάδες για τις οποίες η συσχέτιση μεταξύ της γεωγραφικής και κοινωνικής ανισότητας είναι ισχυρή, η τάση μιας άνισης γεωγραφίας να δημιουργήσει κοινωνική ανισότητα σε μια ομάδα, δεν ισχύει για τις εθνότητες με μουσουλμανική πλειονότητα.
Οι ισλαμικές αρχές αναδιανομής
Αλλά ποια οικονομικά χαρακτηριστικά χαρακτηρίζουν τις μουσουλμανικές κοινότητες; Το ισλαμικό δόγμα ορίζει σειρά από οικονομικές αρχές αναδιανομής. Δυστυχώς, τα στοιχεία για την έκταση των κανόνων φιλανθρωπίας ή τοκογλυφίας μέσα σε μια ομάδα, δεν είναι διαθέσιμα. Ωστόσο, υπάρχουν στοιχεία για τους τύπους των προ-αποικιακών συστημάτων κληρονομιάς, για τις βασικές πτυχές των ισλαμικών οικονομικών αρχών. Αυτά τα στοιχεία δείχνουν ότι οι ομάδες των οποίων η πλειονότητα προσκολλάται στο Ισλάμ είναι 34% και υπάρχουν 24% πιθανότητες να έχουν ίσους κανόνες κληρονομιά αναφορικά με την κινητή περιουσία και τη γη, αντιστοίχως.
Ισλαμικοί μελετητές όπως ο Lapidus (2002) έχουν δείξει ότι το εκκολαπτόμενο Ισλάμ στόχο είχε να δημιουργήσει μια ισχυρή έννοια κοινότητας με την επιβολή άτυπων και επίσημων τιμωριών για τους υποστηρικτές του, όπως αυτές που σχετίζονται με τη ridda (αποστασία). Με αυτόν τον τρόπο, το Ισλάμ έδρασε αποτελεσματικά ως μια δύναμη οικοδόμησης του κράτους. Προσέφερε ένα μέσο με το οποίο οι φυλές θα μπορούσαν να ενοποιηθούν μέσω μιας κοινής ταυτότητας υπό ένα Θεό που ξεπέρασε τις διαφορές των τάξεων και των φυλών. Είναι αυτή η πτυχή του Ισλάμ εμφανής στα ανθρωπολογικά αρχεία;
Ευτυχώς, μεταξύ των προ-αποικιακών γνωρισμάτων που έχουν καταγραφεί από τον Murdock (1967), υπάρχει μια καταχώρηση που περιγράφει εάν μια ομάδα πιστεύει ή όχι σε θεούς που υποστηρίζουν την ηθική των ανθρώπων. Ανθρωπολόγοι και εξελικτικοί βιολόγοι έχουν υποστηρίξει ότι η πίστη σε ηθικολόγους θεούς –θεούς που λένε στους ανθρώπους τι πρέπει να κάνουν και τι όχι- ήταν απαραίτητοι για να κρατήσουν τις κοινωνίες ενωμένες, καταδικάζοντας τις παρεμβάσεις από μέλη άλλων ομάδων. Ομοίως, υποστηρίζουμε ότι η παρουσία μιας άνισης γεωγραφίας και η εγγύτητα σε εμπορικές ευκαιρίες, ενέτειναν την ανάγκη για συνεργασία μεταξύ ετερογενών φυλών. Μια τέτοια συνεργασία θα μπορούσε να επιτευχθεί με την υιοθέτηση μιας θρησκείας η οποία, εκτός από τους κατάλληλους οικονομικούς κανόνες, θα παρείχε έναν μηχανισμό συντονισμού που τιμωρεί αυτούς που παρεκκλίνουν από τους καθορισμένους κανόνες. Έχοντας αυτό κατά νου, δεν αποτελεί έκπληξη η ανακάλυψη ότι μια αύξηση 50% της μουσουλμανικής προσκόλλησης σε μια ομάδα, αυξάνει την πιθανότητα μια ομάδα να πιστεύει σε θεούς που υπαγορεύουν τι θα πρέπει να κάνουν ή όχι, κατά 40%.
Η αφήγηση δείχνει ότι το Ισλάμ προσπάθησε να φέρει σε επαφή ετερογενείς φυλετικά κοινωνίες, διαμορφώνοντας κατάλληλα τις οικονομικές της αρχές. 
Αλλά είχε επιτυχία; Υπάρχουν καθόλου στοιχεία που να δείχνουν ότι οι μουσουλμανικές ομάδες είναι περισσότερο πολιτικά συγκεντρωτικές σε σχέση με τις μη μουσουλμανικές ομάδες; 
Οι μουσουλμανικές κοινωνίες ασφαλώς έχουν υψηλότερα επίπεδα ιεραρχίας της εξουσίας που περιβάλλουν τις υποκείμενες κοινότητές τους. Αυτό το μοντέλο δείχνει επίσης ότι το Ισλάμ ήταν μια δύναμη οικοδόμησης κράτους, αποκτώντας λόγο στους πληθυσμούς των φυλών, επομένως ενοποιώντας τις πολιτικά σε περισσότερο συγκεντρωμένες μονάδες.
Συμπεράσματα
Τα ευρήματά μας αποδεικνύουν ότι το Ισλάμ άνθισε σε πολύ δύσκολές γεωγραφικές εκτάσεις. Αυτά τα εδάφη έτρεφαν εγγενώς άνισες οικονομικές ευκαιρίες και έτρεφαν και συγκρούσεις. Κάθε πολιτική πλατφόρμα που προσπάθησε να ενώσει τους πληθυσμούς αυτούς έπρεπε να αντιμετωπίσει αυτές τις αρχέγονες ανισότητες. Το Ισλάμ ήταν σίγουρα μια τέτοια κίνηση, και η εξάπλωσή του είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του πώς η γεωγραφία διαμορφώνει τις θεσμικές και κοινωνικές ισορροπίες.

*Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο VoxEU.org, ένα policy portal που ιδρύθηκε από το Center for Economic Policy Research (CEPR)

Δεν υπάρχουν σχόλια: