Η χαρά που δεν αναζητήσαμε
ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ
Της ΜΑΡΙΑΣ ΚΑΤΣΟΥΝΑΚΗ
Πώς θα είναι αυτά τα Χριστούγεννα με την αγοραστική δύναμη του μέσου
μισθού να έχει μειωθεί κατά 50%; Πόσο γιορτινή θα είναι η ατμόσφαιρα με
ελάχιστη κατανάλωση; Πόσο προετοιμασμένοι είμαστε να απομακρυνθούμε
εντελώς από τα δώρα, γυρίζοντας την πλάτη σε μια συνήθεια συνώνυμη με το
ρεβεγιόν και το τέλος του χρόνου; Τι θα πάρει τη θέση τους;
Ακόμη και
τα ερωτήματα φαντάζουν σε κάποιους πολυτελή. Οταν σε δύο τουλάχιστον,
από τη λίστα των εννέα αγαθών τα οποία πρέπει να καλύπτει κανείς για να
μη θεωρείται «φτωχός» (σύμφωνα με έρευνα της Eurostat), αδυνατούν να
ανταποκριθούν περίπου 3,5 εκατ. Ελληνες: θέρμανση, διατροφή με κρέας ή
ψάρι κάθε δύο ημέρες. Για να μην αναφερθούμε σε άλλα σημεία της λίστας
(όπως ενοίκιο ή εξόφληση δανείου, διακοπές εκτός οικίας για μία
εβδομάδα) που μάλλον αγγίζουν την πλειονότητα του πληθυσμού.
Σύμφωνα
με έρευνα του Ινστιτούτου Εργασίας ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ «ένας στους δύο Ελληνες
βρίσκεται στο όριο της φτώχειας, με ετήσιο εισόδημα μικρότερο από 4.871
ευρώ».
Πώς συμπορεύονται Χριστούγεννα και φτώχεια, όταν επί
δεκαετίες η φούσκα της ευδαιμονίας και οι επιταγές της υπερκατανάλωσης
όριζαν την ευημερία με πακέτα και αγορά (δήθεν) αγαθών;
Η αγάπη, η
αλληλεγγύη, η επινοητικότητα, η φαντασία, οι εναλλακτικές λύσεις,
στροβιλίζονται ως ενδεδειγμένες διέξοδοι για να μη μας γονατίσει η
δυσθυμία και η κατάθλιψη τις άγιες αυτές ημέρες. Γιατί, όμως, όλες οι
προσπάθειες αναπλήρωσης θυμίζουν... συμπληρώματα διατροφής;
Σαν να
επαναλαμβάνουμε μηχανικά τις «νέες» λέξεις, που συνδέθηκαν άμεσα με το
λεξιλόγιο της κρίσης. Ως αντίβαρο, ως αντιστάθμισμα αλλά και ως βασική
εξάρτυση για την είσοδο στην εποχή των μεγάλων αλλαγών και ανατροπών.
Η
ανθρώπινη αλυσίδα, με κρίκους την οικογένεια, τους φίλους, το ευρύτερο
περιβάλλον του καθενός (και τη γειτονιά του ακόμα), το τραπέζι που
στήνεται σε μια πλατεία, έναν πεζόδρομο, ένα αδιέξοδο δρομάκι· η
πρόσκληση ανοιχτή. Καλύτερα αμφίθυμοι, παρά αθεράπευτα νοσταλγοί μιας
συνθήκης που ανήκει οριστικά στο παρελθόν.
Πριν αρχίσει η
αντίστροφη μέτρηση, με την ύφεση να αναποδογυρίζει τις διά βίου
(νομίζαμε) σταθερές, οι παραμονές των γιορτών σήμαιναν αλόγιστη σπατάλη.
Εορτοδάνεια, δώρα αναντίστοιχα με τις πραγματικές οικονομικές
δυνατότητες του καθενός, εξουθενωτικές, πολύωρες περιπλανήσεις σε
μαγαζιά, αναζήτηση της καινούργιας ετικέτας.
Λίγοι ήταν εκείνοι που δεν
μετείχαν στον καταναλωτικό διονυσιασμό. Κι ακόμη λιγότεροι όσοι διάλεγαν
τις μέρες αυτές για να βρεθούν με αγαπημένα –και όχι κοινωνικά
επιβεβλημένα– πρόσωπα, να απολαύσουν τη συντροφιά των «δικών τους»
ανθρώπων (όχι υποχρεωτικά συγγενών), να ζήσουν τη φωταγωγημένη πόλη
εντός τους. Να αναλογιστούν, να κάνουν έναν μικρό απολογισμό, να
επικοινωνήσουν με τον εαυτό τους, χωρίς να υποδύονται ή να φαντασιώνουν
τις ζωές των άλλων.
«Η πόλη θα φωταγωγηθεί», δηλώνει ο δήμαρχος
Αθηναίων. «Η Αθήνα θα γίνει γιορτινή», δαπανώντας το 10% των χρημάτων
που ξοδεύονταν τα προηγούμενα χρόνια.
Η αιματηρή οικονομία στερεί τη
χαρά;
Ετικέτες
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ,
ΑΠΟΨΕΙΣ,
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ,
ΚΑΤΣΟΥΝΑΚΗ,
ΚΟΙΝΩΝΙΑ,
ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου