Το δεύτερο «κεφάλαιο» που διαθέτει το είδος μας αλλά είναι μη διαχειρίσιμο από εκείνους που το παράγουν είναι η ανάμνηση που αφήνουν· η άποψη των άλλων για το πέρασμά μας από τη γη. Υστεροφημία το λένε όταν πρόκειται για πολιτικούς, στρατιωτικούς και λοιπούς ηγήτορες.
ΚΟΙΝΩΝΙΑ: Οι τρεις ακατάσχετες περιουσίες
ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ
Του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΛΙΑΚΟΥ
«Ο βασιλέας, βλέποντας ολάκερο τον Ελλήσποντο σκεπασμένον από τα
πλοία κι όλα τ’ ακρογιάλια και τις πεδιάδες των Αβυδηνών γεμάτα από
ανθρώπους, μακάρισε τον εαυτό του, αλλά ύστερα δάκρυσε.
Ο θείος του Αρτάβανος παρατήρησε αυτό το πράμα και είπε στον Ξέρξη:
“Βασιλέα, τώρα και λίγο πριν έκαμες δυο πράματα διαφορετικά· πρώτα
μακάρισες τον εαυτό σου κι ύστερα δάκρυσες”. Ο Ξέρξης αποκρίθηκε:
“Συλλογίστηκα πόσο σύντομη είναι η ζωή του ανθρώπου και ένιωσα λύπη στην
ψυχή μου, γιατί απ’ όλους αυτούς τους ανθρώπους σ’ εκατό χρόνια κανείς
δε θα υπάρχη”».
Ηροδότου, «Περσικοί Πόλεμοι» (Ιστοριών Εβδόμη, Επιγραφομένη Πολύμνια), ΟΕΔΒ (1966), σελ. 52
Ο Ξέρξης είναι γνωστός στο παγκόσμιο κοινό από την αποτυχημένη
εκστρατεία του εναντίον της Ελλάδας. Δευτερευόντως, το όνομά του
αποτυπώθηκε στην ιστοριογραφία λόγω της μάταιης και ακρότατα αλαζονικής
απόφασής του να διατάξει να μαστιγωθεί (!) ο Ελλήσποντος, επειδή μια
τρικυμία έκοψε τα δεσίματα των γεφυριών που είχε φτιάξει για να ενώσει
την ευρωπαϊκή με την ασιατική όχθη του Ελλήσποντου, λίγο προτού επιτεθεί
στους Ελληνες. Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι ο Ξέρξης είχε διατάξει τους
μαστιγωτές να υβρίζουν τη θάλασσα την ώρα της απονομής της «ποινής».
Ωστόσο, το προαναφερθέν χωρίο, όπου φαίνεται η συνειδητοποίηση και η
αποδοχή της θνητότητας του ανθρώπου από τον «Μέγα Βασιλέα», περνάει
σχετικά απαρατήρητο, αν και ο Ηρόδοτος, για να αποφασίσει να το
περιλάβει στην αφήγηση των Μηδικών, το θεωρούσε εξίσου σημαντικό με το
μαστίγωμα του Ελλησπόντου. Υπάρχουν, λοιπόν, στιγμές που ακόμα και οι
πιο υπερφίαλοι, οργισμένοι, μεθυσμένοι με την ίδια τη δύναμή τους
άνθρωποι, βλέπουν με τα μάτια της ψυχής τους το σεισμικό χάσμα του τάφου
και δέος καταλαμβάνει την παραζαλισμένη συνείδησή τους.
Ο χρόνος
Ο πρώτος συνειρμός που έρχεται αυθόρμητα με την ανάγνωση για τον
Ξέρξη που δάκρυσε στη σκέψη του συντόμου περάσματός του ανθρώπου από τη
γη είναι ο χρόνος. Είναι το μοναδικό περιουσιακό στοιχείο που μπορούμε
να διαχειριστούμε όσο βρισκόμαστε εν ζωή. Μόνο εμείς και ο Θεός μπορούμε
να καθορίσουμε πού θα τον διαθέσουμε, για ποιον λόγο και με ποια
πρόσωπα θα ζήσουμε το πέρασμά του. Είναι κτήμα μη μεταβιβάσιμο. Δικός
μας, θέλουμε δεν θέλουμε. Πεπερασμένος, αλλά άγνωστος. Μπορεί να
τελειώσει τώρα.
Μπορεί αύριο. Μπορεί σε εκατό χρόνια. Ακόμα και οι θανατοποινίτες δεν
γνωρίζουν -έως την τελευταία στιγμή- αν θα τους δοθεί χάρη, αν θα
προκύψουν νέα στοιχεία, ελαφρυντικά, σωτήρια για την υπόθεσή τους. Ο
χρόνος μας είναι το μοναδικό «άγνωστο», που οι περισσότεροι θα ήθελαν να
παραμείνει άγνωστο. Λίγοι μπορούν να αντιμετωπίσουν την επίγνωση της
στιγμής της θανής.
Η μνήμη
Το δεύτερο «κεφάλαιο» που διαθέτει το είδος μας αλλά είναι μη διαχειρίσιμο από εκείνους που το παράγουν είναι η ανάμνηση που αφήνουν· η άποψη των άλλων για το πέρασμά μας από τη γη. Υστεροφημία το λένε όταν πρόκειται για πολιτικούς, στρατιωτικούς και λοιπούς ηγήτορες.
Η μνήμη
μας είναι ένας καρπός που ουδέποτε πρόκειται να γευτούμε. Τη σπορά
κάνουμε με την επίγεια δράση μας. Το δέντρο της θύμησης οι ενάρετοι, οι
ανήμποροι, οι καταπιεσμένοι το ποτίζουν με τα δάκρυα, τον ιδρώτα και το
αίμα τους. Ο καρπός γράφει το όνομά τους. Οι γενεές που θα ακολουθήσουν
θα τραφούν με αυτόν. Από την ποιότητα της καλλιέργειας θα κριθεί αν οι
επίγονοι θα δυναμώσουν ή θα δηλητηριαστούν καταναλώνοντας τη μνήμη των
προγόνων.
Με μνήμες προχωράει ο πολιτισμός. Μνήμες από το παρελθόν, που
λέγονται Ιστορία, και μνήμες από το μέλλον που βλέπουμε στα όνειρα και
στις φιλοδοξίες μας.
Η αγάπη
Το τρίτο και σπουδαιότερο κτήμα του ανθρώπου είναι η αγάπη. Αυτή έχει
ισχύ μεγαλύτερη του θανάτου. Με την αγάπη Του ο Χριστός έσπασε τις
αλυσίδες που έδεναν τους σκλάβους. Με το «αγαπάτε αλλήλους» χώρισε το
ποτάμι του χρόνου στα δύο - πριν και μετά Εκείνον.
Την αγάπη που
νιώθουμε για τη γη μας, την πατρίδα μας, την οικογένειά μας, τον
συνάνθρωπο κανείς δεν μπορεί να μας τη στερήσει. Μόνο εμείς μπορούμε να
πάρουμε την απόφαση να μην την έχουμε. Η αγάπη είναι το απόλυτο υπερόπλο
του ατόμου και της κοινωνίας. Μεταμορφώνει κολάσεις σε παραδείσους πιο
γρήγορα κι από τη σκέψη.
Αυτά είναι τα κληροδοτήματα του Κυρίου στον άνθρωπο: χρόνος, μνήμη
και αγάπη. Κανείς δανειστής δεν μπορεί να απαιτήσει την αφαίρεσή τους
από το υπαρκτικό θησαυροφυλάκιό μας.
ΥΓ.: Ολα τα παραπάνω αφιερώνονται σε έναν ξεχωριστό φίλο. Τον Γιάννη
Βαρνάκο, τον σπουδαίο, τίμιο και φλογερό Ελληνα αγωνιστή που πέθανε στις
29/11/2012.
Ετικέτες
ΑΓΑΠΗ,
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ,
ΑΝΘΡΩΠΟΣ,
ΚΟΙΝΩΝΙΑ,
ΛΙΑΚΟΣ Π.,
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ,
ΧΡΟΝΟΣ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου