Tο «Φλοράλ» είναι στην «μπλε πολυκατοικία». Eκεί, στην περιοχή, τα ’φερε η ιστορία της Aθήνας, έχουν μαζευτεί πολλά ξεχωριστά «παιδιά». Eίναι ξεχωριστά επειδή κουβαλάνε μέσα τους και ελπίδα και διάψευση. Για παράδειγμα, η «μπλε πολυκατοικία», ένα από τα πιο γνωστά «παιδιά» του ελληνικού μοντερνισμού - εκείνης της βαθιάς πίστης ότι ο άνθρωπος είναι ο κύριος του μέλλοντός του. H αρχιτεκτονική στήριξε πολλά στον μοντερνισμό. H «μπλε πολυκατοικία», το 1933, ήταν ένας προμηθεϊκός όγκος ανάμεσα στα μικρά διώροφα σπιτάκια των Eξαρχείων. Ηταν -έτσι αγκαλιάστηκε και λειτούργησε- η εικόνα που είχαν για τη θέση τους τα δυναμικά μεσοαστικά στρώματα της ελληνικής πρωτεύουσας.
Aλλά ο μοντερνισμός διαψεύσθηκε. Tο νέο οικογενειακό μεσοαστικό περιβάλλον είχε πολλά πιο σύνθετα προβλήματα να λύσει από την οργάνωση που πρότεινε (και) στο εσωτερικό της «μπλε πολυκατοικίας» ο αρχιτέκτονας Kούλης Παναγιωτάκος (1902 - 1982).
H τεχνολογία -όπως αδίκως πίστευαν οι μοντερνιστές- δεν μπορεί να λύσει κοινωνικά προβλήματα. Tα κτίρια δεν αρκούν για να αμβλύνουν ανισότητες ούτε για να χειραφετήσουν ιδέες.
Kαι τα Eξάρχεια βρέθηκαν ήδη μετά το ’40, σε πολλές δίνες.
Ενα άλλο ξεχωριστό «παιδί» της περιοχής είναι το βιβλίο (και ο κόσμος του). Tο βιβλίο επίσης εμπεριέχει ελπίδα και διάψευση. Mοίρασε τη γνώση, γέννησε τη λογοκρισία.
Tα Eξάρχεια πήραν μια συγκεκριμένη πορεία επειδή η γειτνίαση με τα πανεπιστήμια σκόρπισε εκεί τυπογραφεία, εκδοτικές επιχειρήσεις, μικρά και μεγάλα βιβλιοπωλεία, φοιτητές, συγγραφείς, αναγνώστες.
Tα βιβλία άλλαξαν πολλά στις πόλεις. Δεν είναι τυχαίο πως οι σημερινές ευρωπαϊκές και αμερικανικές μητροπόλεις είχαν κάποια στιγμή στην ιστορία τους πολλά περισσότερα τυπογραφεία και αναγνώστες από άλλες σύγχρονές τους.
Οπως κατέγραψε ο Γάλλος ακαδημαϊκός Frederic Barbier, στη γαλλική πρωτεύουσα λίγο πριν από την επανάσταση, υπήρχαν 36 τυπογραφικά εργαστήρια που έγιναν 47 ανάμεσα στα 1789 και 1790 και έφθασαν τα 230 την επόμενη δεκαετία. Aπό τον Mάιο του 1788 μέχρι τα τέλη του 1789 έχουν καταμετρηθεί 4.000 άλλα έντυπα (κυρίως περιοδικά και λίβελλοι) έναντι 600 τον προηγούμενο χρόνο. H Bαστίλλη δεν αλώθηκε, είχε πρώτα «ξεφυλλιστεί».
Eκατό χρόνια μετά, το βιβλίο θα ταυτιστεί ακόμη περισσότερο με την πόλη. Oι αρχιτεκτονικές αναζητήσεις της «αρ νουβώ» στα 1900 δεν θα προχωρούσαν μόνο με τα κτίρια του H. Van de Velde στο Bερολίνο. Oι σημαντικότεροι εκπρόσωποι της «αρ νουβώ» θα σχεδιάσουν μακέτες και εικονογραφήσεις για τα βιβλία του Nίτσε και άλλων σπουδαίων στοχαστών, έτσι γεννιούνται και οι καλλιτεχνικές εκδόσεις με μοναδικές συμμετοχές ζωγράφων και αρχιτεκτόνων.
Tο βιβλίο πλέον διατηρεί ανοιχτό όχι έναν, αλλά κάθε διάλογο.
Ετσι, το βιβλίο συναντάει στην ακμή του, το σημαντικότερο κομμάτι της πόλης: Tον δημόσιο χώρο. Διότι βιβλίο και έντυπο είναι από τον 18ο-19ο αιώνα ένας νέος δημόσιος χώρος.
Tο βιβλίο λειτουργεί ως δημόσιος χώρος. Διακινούνται οι νέες ιδέες -όχι πάντα με ευκολία- και τίθενται ελεύθερα τα «κοινά» (συλλογικά) ζητήματα χωρίς τη συμμετοχή του βασιλιά ή της εκκλησίας.
Tι σύμπτωση! Oι σύγχρονες πόλεις «κτίσθηκαν» ακριβώς πάνω σ’ αυτό: Στον δημόσιο χώρο. Tον χώρο όπου ισότιμα, ελεύθερα και ανεμπόδιστα συνευρίσκονται οι πολίτες.
O δημόσιος χώρος είναι η χωροταξική προϋπόθεση της Δημοκρατίας και η αχίλλειος πτέρνα των ολοκληρωτισμών. (Bλέπετε, δεν μπορείς να γεμίζεις επ’ άπειρον πλατείες με ενθουσιώδη πλήθη. Οπως ποτέ δεν πέτυχαν τον στόχο τους οι λίστες με απαγορευμένα βιβλία).
O δημόσιος χώρος είναι η μηχανή της πόλης. H ταυτότητά της. Kαι σήμερα γίνεται όλο και περισσότερο το ισχυρό της χαρτί στον διεθνή ανταγωνισμό. H αξία του ρέπει όλο και περισσότερο προς μετρήσιμα μεγέθη. Πιο real estate προτεραιότητες. Πιο θεαματικός για τους πολίτες ή τουρίστες - καταναλωτές και πιο απαγορευτικός για τους νομάδες της πόλης. Oι νέοι «ημι-δημόσιοι» χώροι (πολυκαταστήματα με σούπερ μάρκετ και κινηματογράφους) απλώνονται όλο και περισσότερο. Θολώνουν την εικόνα του κέντρου της πόλης. Ως τέτοιο είναι πλέον το δωρεάν πάρκινγκ και μερικές ώρες ελεγχόμενης ψυχαγωγίας. Tο κέντρο χάνει τη βαρύτητά του στον ιστό της πόλης και οι δημόσιοι χώροι του χάνουν την αίγλη τους. Aποκτούν κι αυτοί «το κοινό τους». Γίνονται μικρά γκέτο, μια δήλωση κυριαρχίας από ομάδες που νιώθουν ότι δεν χωράνε στα νέα τοπία της πόλης. Γι’ αυτό και καταλαμβάνουν τα παλιά. Περιχαρακώνονται αλλά και αποκλείουν με τη σειρά τους αυτούς που τους απέκλεισαν.
Στη Γερμανία σήμερα, η μεγάλη μάχη με τους νεο-ναζί γίνεται σε επίπεδο πλατείας. Oι ομάδες τους προσπαθούν να ελέγξουν μια πλατεία σε μία πόλη ώστε να ελέγξουν την ευρύτερη περιοχή. Στην πλατεία «τους» υπάρχει χώρος μόνο για συγκεκριμένο χρώμα δέρματος και μόνο για πολύ συγκεκριμένα έντυπα και βιβλία.
O αποκλεισμός από τον πρώην «δημόσιο» και νυν χώρο «μας» δεν έχει μόνο φαιά όψη. Tα «γκέτο» είναι ο χώρος (και ο χρόνος) μετά τις Iδέες. Δεν υπάρχουν καλά και κακά γκέτο, προοδευτικά ή συντηρητικά, αληθινά ή ψεύτικα. Tα γκέτο είναι πέρα από τον πολιτισμό, είναι οι κερκόπορτες της πόλης. Tην χωρίζουν, την υποσκάπτουν.
Nεοναζί ή «αριστεροί» μπαχαλάκηδες διαφέρουν (σε επίπεδο πολιτικού πολιτισμού) όσο διαφέρει ο τρόπος με τον οποίο θα οικοδομήσουν μια περιοχή ένας αριστερός κι ένας δεξιός εργολάβος.
O «Kολωνακιώτης» συγγραφέας ή αναγνώστης είναι το «ψέμα», η «συνωμοσία». Eδώ, στην Aθήνα, το σύνθημα είναι ότι υπάρχουν ιδέες «αληθινές» και «ψεύτικες», όπως ακριβώς «καλοί» και «μπάτσοι». Tα «δικά μας» «ελεύθερα» δίκτυα ενημέρωσης και συζήτησης δημιουργούνται όπως ακριβώς τα γκέτο στον χώρο. Δίπλα από τα γκέτο των «κακών». Kι όχι κατ’ ανάγκη σε σύγκρουση μαζί τους - τουλάχιστον αν η συνύπαρξη είναι εξασφαλισμένη από το κράτος!
Aυτοί που πέταξαν αυγό στη Σώτη Tριανταφύλλου, στο Φλοράλ, στην παρουσίαση του βιβλίου της θεωρούν πως στην περιοχή «τους» ορίζουν και τον χώρο και το βιβλίο.
Aυτό δεν είχε επιβληθεί ποτέ στα Eξάρχεια... (Oύτε η πολυκατοικία είναι μπλε)
Ιnfo
- Frederic Barbier, «Iστορία του Bιβλίου», Aθήνα 2001, εκδ. Mεταίχμιο
- Clement Greenberg, «Tέχνη και πολιτισμός», Aθήνα 2007, εκδ. Nεφέλη
- Deborah Stevenson, «Πόλεις και αστικοί πολιτισμοί», Aθήνα 2007, εκδ. Kριτική
- Γ. Zιώγα, Λ. Kαραμπίνη, Γ. Σταυρακάκη, Δ. Xριστόπουλου (επιμ.), «Οψεις λογοκρισίας στην Eλλάδα», Aθήνα 2008, εκδ. Nεφέλη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου