Αδιάρρηκτη ιστορική συνέχεια μιας γλώσσας δεν σημαίνει αναγκαστικά αδιάρρηκτη εθνική συνείδηση· και ρήξη στη συνέχεια μιας εθνικής συνείδησης δεν σημαίνει αναγκαστικά ρήξη στη συνέχεια της γλώσσας της.
Η αξία του βιβλίου δεν βρίσκεται μόνο στο πλούσιο λεξικογραφικό υλικό που αποθησαυρίζει αλλά και στη μακρά εισαγωγή τού Μάσιμο Πέρι (ανατυπούμενη αυτοτελώς θα συγκροτούσε ένα βιβλίο), η οποία αποτελεί σημαντική συμβολή στην ιστοριογραφία της νεοελληνικής γλώσσας. Ο Πέρι δίνει ένα πανόραμα της απανταχού νεοελληνικής, καθώς επίσης και των άλλων γλωσσών του ελλαδικού χώρου, παρακολουθεί τη ροή της ιταλικής στην ελληνική γλώσσα και εξετάζει τη διείσδυση της ελληνικής γλώσσας στην ιταλική χερσόνησο από το τέλος της λατινικής (7ος αιώνας) ως την εμφάνιση της ιταλικής γλώσσας (10ος αιώνας) και από εκεί ως σήμερα.
Οι περισσότεροι από τους νεοελληνισμούς της ιταλικής, σημειώνει ο Πέρι, βρίσκονται στις διαλέκτους, ενώ αρκετοί εντοπίζονται στην κοινή ιταλική. Αν σε αυτούς προστεθούν οι πολυάριθμοι επιστημονικοί νεολογισμοί που έχουν παραχθεί με βάση την αρχαία ελληνική, μπορεί κανείς να πει ότι "ο κάθε Ιταλός γνωρίζει ανεπιγνώστως 7.000 περίπου ελληνικές λέξεις, οι οποίες διπλασιάζονται αν προστεθούν οι παράγωγες και οι συγγενικές και επαναδιπλασιάζονται, αν υπολογιστούν οι λέξεις των διαλέκτων και της κοινής ελληνικής που έπαψαν να χρησιμοποιούνται κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα".
Καθώς το θέμα της εθνικής συνέχειας ή ασυνέχειας δεν είναι άσχετο με το θέμα της γλώσσας, και οι επί του θέματος συζητήσεις μας είναι, εκατέρωθεν, ιδεοληπτικά φορτισμένες (η πεποίθηση της ανυπαρξίας νεοελληνικού έθνος πριν από την εποχή της νεωτερικότητας δεν είναι λιγότερο ιδεολογηματική από την πεποίθηση της αδιάσπαστης ιστορικής συνέχειας του ελληνισμού), οι απόψεις επιφανών ξένων ελληνιστών, οι οποίοι δεν θα μπορούσαν να επικριθούν για ελληνοκεντρισμό και αποστρέφονται, όπως ο Πέρι, τους εθνικισμούς, αποκτούν ένα ιδιαίτερο βάρος.
"Η αιτία", απαντά ο Πέρι, "βρίσκεται πιθανώς στο γεγονός ότι η ιστορία της ελληνικής είναι ένα continium κυριαρχούμενο από την εμμονή της συνέχειας. Σε τρεις χιλιάδες χρόνια δεν βρίσκουμε ποτέ ένα κενό, μια ρήξη συγκρίσιμη με εκείνη που συνέβη ανάμεσα στη λατινική και τις λατινογενείς γλώσσες. Την αιτία, με άλλα λόγια, φαίνεται να μας τη δίνει το Ευαγγέλιο: ο σπόρος πρέπει να πεθάνει για να δώσει καρπό. Η λατινική πέθανε γεννώντας τις λατινογενείς γλώσσες. Η ελληνική δεν πέθανε, δεν φάνηκε ποτέ ικανή να πεθάνει".
Η γλωσσική συνέχεια θέτει ένα θέμα πολιτισμικής συνέχειας, για το οποίο παραπέμπω στο βιβλίο του Σβορώνου "Το ελληνικό έθνος"».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου