"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


"Επίγεια σοφία"

Στη μνήμη του Αλκη Αλκαίου που έφυγε χθες...

ΠΙΡΟΓΑ
 
Με μια πιρόγα φεύγεις και γυρίζεις
τις ώρες που αγριεύει η βροχή
στη γη των Βησιγότθων αρμενίζεις
και σε κερδίζουν κήποι κρεμαστοί
μα τα φτερά σου σιγοπριονίζεις

Σκέπασε αρμύρα το γυμνό κορμί σου

σου `φερα απ΄ τους Δελφούς γλυκό νερό
στα δύο είπες πως θα κοπεί η ζωή σου
και πριν προλάβω τρις να σ΄ αρνηθώ
σκούριασε το κλειδί του παραδείσου

Το καραβάνι τρέχει μες στη σκόνη

και την τρελή σου κυνηγάει σκιά
πώς να ημερέψει ο νους μ΄ ένα σεντόνι
πώς να δεθεί η Μεσόγειος με σχοινιά
αγάπη που σε λέγαμ΄ Αντιγόνη

Ποια νυχτωδία το φως σου έχει πάρει

και σε ποιο γαλαξία να σε βρω
εδώ είναι Αττική φαιό νταμάρι
κι εγώ ένα πεδίο βολής φτηνό
που ασκούνται βρίζοντας ξένοι φαντάροι

ΕΙΔΑ

Είδα στον ύπνο μου εχτές
χρυσές ανταύγειες και φωτιές να μας τυλίγουν
παίζαν χιλιάδες μουσικές
και συ τα σύννεφα να διώχνεις που μας πνίγουν
Είδα θεούς να αιμορραγούν
νύμφες να λούζονται σε μαύρους καταρράχτες
παιδιά να μας καθοδηγούν
κρίνα ν΄ ανθίζουνε στου κόσμου όλους τους φράχτες

Είδα το φίδι να πετά

και τ΄ αετόπουλο να σέρνεται στο χώμα
είδα πανό μοναχικά
να τραγουδάνε πως υπάρχουμε ακόμα
Είδα το φίδι να πετά
και τ΄ αετόπουλο να σέρνεται στο χώμα
είδα πανό μοναχικά
να τραγουδάνε πως υπάρχουμε ακόμα

Είδα στης πόλης τα στενά

γονατισμένους πρίγκηπες να ξαγρυπνάνε
σκλάβους να σπάνε τα δεσμά
κι άλλα δεσμά πιο ματωμένα να ζητάνε
Είδα γενναίους εραστές
να καθρεφτίζονται σε δρόμους από χιόνι
είδα αστυνόμους, δικαστές
απ΄ τα κλεφτρόνια να γυρεύουνε συγγνώμη

Είδα το φίδι να πετά

και τ΄ αετόπουλο να σέρνεται στο χώμα
είδα πανό μοναχικά
να τραγουδάνε πως υπάρχουμε ακόμα
Είδα το φίδι να πετά
και τ΄ αετόπουλο να σέρνεται στο χώμα
είδα πανό μοναχικά
να τραγουδάνε πως υπάρχουμε ακόμα

ΕΙΠΑΜΕ ΝΑ ΜΗ ΧΑΘΟΥΜΕ


Στην Πειραιώς βρεθήκαμε μια μέρα
και δε θυμόμουν ούτε τ΄ όνομά σου.
Σου πέταξα δειλά μια καλημέρα
και χάλασα τ΄ ονειροπόλημά σου.

Είπαμε να μη χαθούμε

κι ανταλλάξαμε αριθμούς.
Μες στο πλήθος τι να πούμε
για λαχτάρες και καημούς;

Χωρίσαμε γελώντας στη Σταδίου

κι ύστερα από λίγο, τι τα θες,
εσύ ξανά ένας σκλάβος του γραφείου
κι εγώ λυγμός στης πόλης τις στοές.

Είπαμε να μη χαθούμε

κι ανταλλάξαμε αριθμούς.
Μες στο πλήθος τι να πούμε
για λαχτάρες και καημούς;

Είπαμε να μη χαθούμε

κι ανταλλάξαμε αριθμούς.
Δέκα βήματα πιο πέρα
τους πετάξαμε κι αυτούς.

Δεν υπάρχουν σχόλια: