Ολοι ξέρουμε, ή οφείλουμε να ξέρουμε, ότι οι «προσωπικές» απόψεις μας δεν είναι και τόσο προσωπικές, επειδή έχουν σε κάποιο μέτρο διαμορφωθεί από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα -που στις μέρες μας σημαίνει ΜΜΕ και κυρίως τηλεόραση.
Ξέρουμε επίσης πώς το κάνουν: αφού επιβάλουν την άποψή τους για το τι είναι σημαντικό και τι όχι, μας πείθουν έμμεσα να αξιολογούμε τα πράγματα με τα δικά τους κριτήρια, τα οποία προβάλλονται ως φυσιολογικά και αυτονόητα. Υπάρχουν όμως και άλλοι τρόποι, πιο πειστικοί, με τους οποίους αξιοποιούν τις βασικές δομές της ανθρώπινης σκέψης. Και μια απ' αυτές είναι το διπολικό σχήμα που υποτίθεται ότι περιέχει τις μόνες εναλλακτικές λύσεις μεταξύ των οποίων καλούμαστε να διαλέξουμε: δηλαδή, ζεστό ή κρύο, ημέρα ή νύχτα, βουνό ή θάλασσα κ.ο.κ.
Το δίλημμα που σήμερα κυριαρχεί στην πολιτική ζωή είναι ανάμεσα στο ιδιωτικό και το δημόσιο. Και η επίθεση κατά του δημόσιου ακολουθεί πάντα την ίδια τακτική: αρχίζει με καταγγελίες για μια σειρά ελαττώματα -ενίοτε φανταστικά, ίσως διογκωμένα, αλλά κατά κανόνα πραγματικά και πολυσυζητημένα (ιδίως στην Ελλάδα)- και στη συνέχεια μας αφήνει να βγάλουμε το δικό μας συμπέρασμα, το οποίο έχει προδιαγραφεί: αν στο Δημόσιο συμβαίνουν τέρατα και σημεία, και αν η μόνη επιλογή είναι μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού, τότε η λύση έρχεται από μόνη της -να ιδιωτικοποιήσουμε το Δημόσιο.
Παραδόξως, το σχήμα αυτό δεν βολεύει μόνο τους υπέρμαχους του ιδιωτικού, αλλά και εκείνους που αντιστέκονται. Για τους μεν, ο λόγος είναι απλός: οι αμαρτίες του δημόσιου βοούν· και ουδείς ασχολείται με τις περιπτώσεις όπου οι ιδιωτικοποιήσεις απέτυχαν παταγωδώς. Για τους δε, τα πράγματα αποδεικνύονται πιο περίπλοκα: η γενική κατακραυγή για τα χάλια του Δημοσίου -αδιαφορία, αναποτελεσματικότητα, ταλαιπωρία, φακελάκι, γρηγορόσημο κ.ο.κ.- συνυπάρχει με την αποδοχή του. Για διαφορετικούς όμως λόγους. Κάποιοι θέλουν να διατηρηθεί, και μάλιστα ως έχει, διότι τους παρέχει βιοποριστική ασφάλεια χωρίς να ιδρώσουν. Για κάποιους άλλους, εννοώ τους αριστερούς, το θέμα είναι ιδεολογικό. Επιδιώκοντας το μείζον, δηλαδή την αντίσταση στην επέλαση του νεοφιλευθερισμού, οι αριστεροί απορρίπτουν οποιαδήποτε κριτική του Δημοσίου -μολονότι κατ' ιδίαν την προσυπογράφουν- επειδή αυτό θα έδινε λαβή στους κακούς να το ιδιωτικοποιήσουν.
Δεν πρόκειται φυσικά για συμπαιγνία, αλλά για μια σκληρή κόντρα, η οποία ωστόσο γίνεται μέσα σε ένα ορισμένο πλαίσιο, αποδεκτό από αμφότερους τους αντιπάλους. Εδώ κρίνεται το παιχνίδι. Διότι αυτό ακριβώς το πλαίσιο, δηλαδή το διλημματικό σχήμα, στηρίζεται σε ένα απλό τέχνασμα: εκείνοι που μας λένε ότι οφείλουμε να διαλέξουμε μεταξύ Α και Β, μας λένε επίσης, και σ' αυτό συμφωνούν, ότι δεν υπάρχει Γ.
Αλλά το Γ υπάρχει. Είναι η κριτική του Δημοσίου με στόχο τη βελτίωση και την επέκτασή του. Είναι η κριτική της ιδιοτέλειας, της διαφθοράς, των καταχρήσεων για τις οποίες ευθύνονται κάποιοι που υποτίθεται ότι μάχονται το «κακό» ιδιωτικό, έχοντας όμως εσωτερικεύσει το βασικό πιστεύω του: πρώτα η πάρτη μου, και όσο πιο πολλά βγάζω τόσο το καλύτερο.
1 σχόλιο:
ΤΟΛΜΑΣ ΝΑ ΚΑΤΗΓΟΡΕΙΣ ΤΗΝ ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΠΗΡΕ ΠΟΤΕ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑ ΓΙΑ ΤΑ ΧΑΛΙΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ...ΝΤΡΟΠΗ
ΠΟΙΟΙ ΔΙΟΡΖΟΥΝ ΤΟΥΣ ΔΙΚΟΥΣ ΤΟΥΣ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ....ΑΠΟ ΠΟΥ ΠΡΟΕΡΧΟΝΤΑΙ ΤΑ ΓΚΟΛΝΤΕΝ ΜΠΟΙΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ....
ΠΟΙΑ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ ΠΑΙΡΝΟΥΝ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ .....Η ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΑΠΛΑ ΥΠΟΣΤΗΡΙΖΕΙ ΤΟΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ ΟΠΩΣ ΤΟΝ ΚΑΘΕ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟ..
ΝΑ ..ΒΟΥΤΑΣ ΤΗ ΠΕΝΑ ΣΟΥ ΠΡΩΤΑ ΣΤΗ ΦΑΙΑ ΣΟΥ ΟΥΣΙΑ ΚΑΙ ...ΜΕΤΑ ΝΑ ΓΡΑΦΕΙΣ ,ΕΚΤΟΣ ΚΑΙ ΕΑΝ ΣΚΟΠΙΜΑ ΕΞΥΠΗΡΕΤΕΙΣ ΚΑΠΟΙΟΥΣ...
Δημοσίευση σχολίου