Ταχύτερη απονομή δικαιοσύνης
Του Ξενοφωντα Ιω. Παπαρρηγοπουλου
(Αν. καθηγητή Φιλοσοφίας του Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.)
Πρόσφατες μετρήσεις έχουν δείξει πως στη χώρα μας ο χρόνος που μεσολαβεί από τη στιγμή που μια υπόθεση οδηγείται στα δικαστήρια μέχρι την έκδοση τελεσίδικης απόφασης έχει επιμηκυνθεί επικίνδυνα, φθάνοντας τα όρια της αρνησιδικίας.
Η επιτάχυνση στην απονομή της δικαιοσύνης απαιτεί να κατανοήσουμε την, οικονομική, ιδίως, λειτουργία που αυτή επιτελεί, να μετρήσουμε το πραγματικό της κόστος και να επηρεάσουμε τα κίνητρα όσων εμπλέκονται σε αυτήν (δικηγόρων, διαδίκων, δικαστών). Η οικονομική ανάλυση του δικαίου επισημαίνει πως η εμπλοκή με τη δικαιοσύνη συνιστά συναλλακτικό κόστος που όσο μεγαλώνει τόσο πλήττεται η κοινωνική ωφέλεια. Συχνά, μια εσφαλμένη απόφαση που εκδόθηκε έγκαιρα είναι προτιμότερη από μια ορθή απόφαση που έφτασε πολύ αργά. Οταν τα μέρη γνωρίζουν με ασφάλεια και ταχύτητα τι ακριβώς δικαιούνται, μπορούν στη συνέχεια, με αμοιβαίες συμφωνίες, να οδηγήσουν τους κοινωνικούς πόρους σε χρήσεις που είναι τελικά αποδοτικότερες για τα ίδια και για το κοινωνικό σύνολο. Με βάση τις παραπάνω σκέψεις μπορούμε να διαγράψουμε κάποιες κατευθύνσεις:
Οι δικηγόροι: Ο πληθωρισμός των δικηγόρων αποτελεί βασική αιτία της συμφόρησης του συστήματος απονομής της δικαιοσύνης. Οι Δικηγορικοί Σύλλογοι θα έπρεπε να θεσπίσουν αυστηρότερες δοκιμασίες για την απόκτηση της δικηγορικής ιδιότητας και να εξαρτούν τη διατήρησή της από την τακτική και πιστοποιημένη επιμόρφωση των δικηγόρων. Οι νομικές σχολές πρέπει να διδάσκουν στους φοιτητές τους τις ηθικές υποχρεώσεις που έχουν έναντι των πελατών τους και τους τρόπους με τους οποίους μπορούν να βοηθήσουν τους τελευταίους να επιλύουν τις διαφορές τους εκτός δικαστηρίων.
Οι δικαστές: Μετρήσεις έχουν δείξει ότι η επιτάχυνση στην απονομή της δικαιοσύνης δεν επιτυγχάνεται με τον διορισμό περισσοτέρων δικαστών. Η συστηματοποίηση του τρόπου προαγωγής των δικαστών με βάση ένα αντικειμενικό σύστημα μέτρησης της αποδοτικότητάς τους, αποδεσμευμένο από τη λογική της αρχαιότητας, είναι επιβεβλημένη. Είναι ασφαλώς πολύ δύσκολο να αποτιμήσει κανείς την ποιότητα και την παραγωγικότητα ενός δικαστή. Εν τούτοις, ένα σύστημα που θα λάμβανε υπόψη του τον αριθμό των αποφάσεων που εκδίδει κάθε δικαστής σε συνάρτηση με την ταχύτητα έκδοσής τους και τον αριθμό των αποφάσεών του που τυχόν ανατράπηκαν σε ανώτερο βαθμό, θα μπορούσε να παράσχει ένα χρήσιμο μέτρο.
Η εισαγωγή του θεσμού των βοηθών των δικαστών (judicial clerks) που ισχύει στις ΗΠΑ είναι ένας χρήσιμος και εποικοδομητικός θεσμός. Κάθε δικαστής δικαιούται να έχει 4-5 νομομαθείς βοηθούς (συνήθως εκ των αριστούχων αποφοίτων των νομικών σχολών που υπηρετούν κοντά στον δικαστή ένα έως δύο χρόνια) οι οποίοι διεξάγουν για λογαριασμό του νομική έρευνα και ετοιμάζουν εν σχεδίω τις αποφάσεις του. Με τον τρόπο αυτό ο δικαστής μπορεί να αναθέτει την άχαρη και επαναλαμβανόμενη εργασία των συνήθων υποθέσεων σε άτομα που έχουν ακόμη την όρεξη και το κίνητρο να μάθουν και να εξελιχθούν, πολλαπλασιάζοντας έτσι την παραγωγικότητά του.
Οι διαδικασίες: Πολλές αστικές υποθέσεις που άγονται σήμερα σε δικανική κρίση μπορούν στην πραγματικότητα να διεκπεραιωθούν διοικητικά. Σ’ αυτές συγκαταλέγονται πολλές από τις υποθέσεις «εκουσίας δικαιοδοσίας», όπως είναι η δημοσίευση διαθηκών, η έκδοση κληρονομητηρίων κ.ά. Σε άλλες απλές αστικές υποθέσεις (π.χ. μισθωτικές, διατροφής, εργατικές) η προφορική διαδικασία μπορεί εύκολα να αντικατασταθεί με την προαποδεικτική προσκόμιση ενόρκων βεβαιώσεων και άλλων εγγράφων, ενώ η αιτιολογία των δικαστικών αποφάσεων σε πρώτο βαθμό μπορεί και εκ του νόμου να ορισθεί ότι αρκεί να είναι συνοπτική, αφού οι υποθέσεις αυτές είναι εύκολα τυποποιήσιμες.
Εκατοντάδες χιλιάδες μηνύσεις ασκούνται ετησίως στη χώρα μας. Συμπεριφορές ήσσονος απαξίας, που όμως προξενούν εξωτερικότητες, οι οποίες δικαιολογούν την αποτρεπτική επιβολή «ποινής», θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν με την εκ του νόμου επιβολή αυξημένης (π.χ. διπλάσιας της αποδεδειγμένης ζημίας) αποζημίωσης του θύματος, ώστε η μεταχείρισή τους να εξαντλείται στο πλαίσιο μιας και της αυτής πολιτικής δίκης.
Γενικότερα, η εσωτερίκευση του κόστους συναλλαγής επιτυγχάνεται με το να επιβάλλονται τα πραγματικά έξοδα της δίκης στον διάδικο που ηττάται. Μάλιστα, η αποτροπή έγερσης παρελκυστικών αγωγών θα μπορούσε να εξυπηρετηθεί με τη θέσπιση υποχρέωσης προκαταβολής ή, έστω, παροχής εγγύησης για την καταβολή των εξόδων σε περίπτωση ήττας. Ας προσθέσουμε ότι τα έξοδα της δίκης πρέπει να υπολογίζονται ύστερα από στάθμιση παραγόντων όπως είναι π.χ. οι εργατοώρες που δαπανούν κατά μέσο όρο σε κάθε υπόθεση δικαστές, γραμματείς και βοηθητικό προσωπικό των δικαστηρίων, το κόστος λειτουργίας των δικαστηρίων, το κόστος ευκαιρίας για το Δημόσιο από την ιδιοχρησιμοποίηση των κτιρίων των δικαστηρίων κ.λπ.
Η ταχεία απονομή της δικαιοσύνης έχει μεγάλη σημασία για την κοινωνική συνοχή, την ασφάλεια και την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Οι δύσκολες μέρες που έρχονται για τον τόπο καθιστούν επιτακτική τη λήψη αποφασιστικών μέτρων προς αυτήν την κατεύθυνση.
Ετικέτες
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ,
ΑΠΟΨΕΙΣ,
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ,
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου