Εάν είναι να δούμε (και να πούμε) με ρεαλισμό τα πράγματα, τότε η στυγνή αλήθεια είναι ότι:
Εκ των πραγμάτων, βρισκόμαστε ως Ελληνισμός σε φάση καταλυτικής εσωστρέφειας. Η οποία: Στο μεν μητροπολιτικό του κέντρο (την Αθήνα) βιώνεται ως αδιέξοδο, υπό το φάσμα οικονομικών κατολισθήσεων και ανάλογων αποδομήσεων. Στη δε Λευκωσία, σηματοδοτείται από διχαστικά σύνδρομα και τροφοδοτείται από άγονες αντιπαραθέσεις.
Ως προς το πρώτο, δεν χρειάζεται ούτε να υποδειχτούν οι αναδυόμενοι κίνδυνοι, ούτε να αποδειχτούν τα παράγωγα που θα προέλθουν, ως αποτέλεσμα όσων αυτή τη στιγμή εξελίσσονται στον ελλαδικό χώρο. Και τα οποία στην καλύτερη περίπτωση, περιστέλλουν καθέτως τις ισχνές δυνατότητες στρατηγικής διαχειρίσεως των προβλημάτων που αφορούν καίρια εθνικά ζητήματα. Και άλλωστε η νωπή (και εκ των πραγμάτων δραματική) πρωθυπουργική προειδοποίηση όσον αφορά την επαπειλούμενη διάβρωση της εθνικής κυριαρχίας συνιστά επαρκή δείκτη όσων απευκταίων απορρέουν από την εν πολλοίς αποσυνθετική κατάσταση που ανελίσσεται.
Ως προς αυτό, είναι αυτονόητο πως: Με οικονομική συρρίκνωση (και μάλιστα υπό το φάσμα ενδεχόμενης -όπως κι επισήμως ελέχθη- χρεοκοπίας) δεν είναι δυνατόν, αφ' ενός να αποσοβηθούν πιέσεις κι εκβιασμοί και αφ' ετέρου να υποστηριχθεί επαρκής εθνική στρατηγική, για την αντιμετώπιση και κυρίως την εξουδετέρωση εξωτερικής απειλής. Η οποία στην περίπτωση της Ελλάδος δεν είναι μονοδιάστατη, ενώ αντιθέτως εκτείνεται σε πολλά μέτωπα και διαφορετικούς τρόπους.
Στο Αιγαίο, με την απειλή νέων -μετά τα Ιμια- τετελεσμένων.
Και βεβαίως στο Κυπριακό. Που μπαίνει σε φάση αντιστρόφου μετρήσεως. Οπου η ελληνική πλευρά τείνει να εγκλωβιστεί στο έωλο δίλημμα «μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα». Καθώς: Η μονιμοποίηση των τετελεσμένων (και η συν τω χρόνω αναπόφευκτη νομιμοποίησή τους) προβάλλεται ως αναπόδραστη εναλλακτική εξέλιξη, μπροστά στο προβαλλόμενο αδιέξοδο. Με την τουρκική πλευρά να υποβάλλει ως πλαίσιο ιστορικού συμβιβασμού ιταμές προτάσεις που ισοδυναμούν με όρους παραδόσεως!
Τι λοιπόν δέον γενέσθαι; Εάν κατά Θουκυδίδη, «ο αδύνατος χάνει τόσα όσα του επιβάλλει τελικά η αδυναμία του», τότε η μόνη και αυτονόητη διέξοδος είναι η κατά το δυνατόν αναίρεση μέρους έστω αυτής της αδυναμίας.
Οσο και αν αυτό ηχεί ως θεωρία, εντούτοις είναι μονοδρομική στενωπός.
Και πρωταρχικά μεταφράζεται σε υποχρέωση των πολιτικών ηγεσιών να εγκαταλείψουν αγκυλώσεις και διαγκωνισμούς. Και να ορθοτομήσουν ισχυρό μέτωπο εσωτερικών συναινέσεων. Τέτοιων που θα δημιουργήσουν δυναμικές άμεσης ανακοπής της επιταχυνόμενης κατιούσας. Και που στη συνέχεια θα την αναστρέψουν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου