Είκοσι χρόνια μετά την κατάρρευση του Τείχους, η Γερμανία ετοιμάζεται να γιορτάσει την ειρηνική επανάσταση του 1989, έχοντας να επιδείξει επιτυχίες, αλλά και προβλήματα που γεννήθηκαν εκείνο το βράδυ του Νοέμβρη.
Στα χρόνια που πέρασαν από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, η Γερμανία διήνυσε μια πολύ μεγάλη απόσταση, οι αλλαγές υπήρξαν σαρωτικές και τίποτε μα τίποτε δεν θυμίζει τη χώρα αυτή όπως ήταν πριν. Το πιο μεγάλο παράδειγμα αποτελεί η πρωτεύουσα της χώρας, το Βερολίνο, όπου η ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια πραγματοποιείται με ιλιγγιώδεις ρυθμούς.
Οταν το 1989 η Λαϊκή Δημοκρατία της Ανατ. Γερμανίας κατέρρευσε, κυριολεκτικά μέσα σε μία νύχτα, ο λαός πανηγύριζε γιατί μια σκληρή δικτατορία έφθανε στο τέλος της. Ομως η χώρα αυτή ήταν στην κυριολεξία διαλυμένη χρόνια πριν.
Υπερχρεωμένοι
Η σοσιαλιστική οικονομία είχε φθάσει στα όριά της. Για να καλύψει τις οικονομικές της ανάγκες δανειζόταν συνεχώς, ακόμη και από τους ταξικούς της εχθρούς, όπως το δυτικογερμανικό κρατίδιο της Βαυαρίας, που ήταν ένας από τους μεγαλύτερους πιστωτές της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας.
Τον Οκτώβριο του 1991, ύστερα από συναίνεση των Μεγάλων Δυνάμεων, η Γερμανία ενώθηκε σε μία χώρα, ο τότε καγκελάριος, Χέλμουτ Κολ, υποσχέθηκε στους Ανατολικογερμανούς ένα μέλλον γεμάτο «ανθισμένα τοπία». Μόνο που τα «ανθισμένα τοπία» άργησαν πολύ. Η διαλυμένη οικονομία της, αλλά και η βιασύνη των Δυτικογερμανών να προχωρήσουν με γοργά βήματα στην ενοποίηση, έφεραν μεγαλύτερη καταστροφή. Τα ανατολικογερμανικά προϊόντα δεν μπορούσαν σε καμία περίπτωση να ανταγωνιστούν τα δυτικά. Αλλά και γιατί η Ανατολική Γερμανία έχασε το μοναδικό ανταγωνιστικό της προσόν: τα φθηνά εργατικά χέρια.
Οταν οι Ανατολικογερμανοί άρχισαν να πληρώνονται σε δυτικά μάρκα για να παράγουν ανατολικογερμανικά προϊόντα -και μάλιστα κακής ποιότητας- οι βιομηχανίες έκλειναν η μία μετά την άλλη. Ούτε οι ίδιοι οι Ανατολικογερμανοί ήθελαν να αγοράζουν τα προϊόντα που παρήγαγαν. Ετσι, η ανεργία εκτοξεύθηκε στα ύψη και οι κοινωνικές συγκρούσεις άρχισαν να παίρνουν δραματικές διαστάσεις.
Δύο χρόνια μετά την πτώση του Τείχους, τα ακροδεξιά κόμματα έβρισκαν χιλιάδες νέους οπαδούς στις πόλεις της πρώην Ανατολικής Γερμανίας. Η βία και ο αλκοολισμός -συνέπεια της ανεργίας και της έλλειψης προοπτικής- ήταν τα βασικά προβλήματα των Ανατολικογερμανών στις αρχές του '90. Το βάρος εκλήθησαν να πληρώσουν οι δυτικογερμανοί, με τον επονομαζόμενο «φόρο αλληλεγγύης», που ισχύει μέχρι σήμερα. Με τον φόρο αυτό, το 5% του εισοδήματος των εργαζομένων στη Δυτική Γερμανία πάει στα ταμεία ανάπτυξης της πρώην Ανατολικής.
Παρ' όλα αυτά το οικονομικό σοκ ήταν μεγάλο και δυσβάστακτο για τη Γερμανία και οι συνέπειές του πληρώνονται ακόμη και σήμερα. Για παράδειγμα, το μεγάλο δημοσιονομικό έλλειμμα, αλλά και η ανεργία.
Ομως όποιος αυτές τις ημέρες ταξιδέψει στην πρώην Ανατολική Γερμανία θα δει μια χώρα που πραγματικά είναι στραμμένη προς το μέλλον. Οι υποδομές της, οι αυτοκινητόδρομοι, οι σιδηρόδρομοι, τα αεροδρόμια, τα δίκτυα επικοινωνιών, έχουν γίνει όλα από την αρχή. Βρίσκονται στο πιο εξελιγμένο στάδιο της τεχνολογίας. Τα πρώην γκρίζα κέντρα των ανατολικών πόλεων έχουν ανοικοδομηθεί, έχουν γεμίσει χρώματα.
Δεν γυρίζουν πίσω
Η ανεργία μπορεί να είναι ακόμη σε υψηλότερα επίπεδα από ό,τι στη δυτική πλευρά, αλλά υπάρχει αισιοδοξία. Για παράδειγμα, πόλεις όπως η Δρέσδη και η Λειψία, που κλονίστηκαν από το κλείσιμο των βιομηχανιών. Για να βρουν ωστόσο τον δρόμο τους προς το μέλλον, συνειδητοποίησαν ότι πρέπει να αλλάξουν κατεύθυνση. Και βρήκαν το δρόμο, σε τομείς όπως η ανάπτυξη του τουρισμού και εναλλακτικών τεχνολογιών.
Σε δημοσκόπηση που έγινε πριν από λίγες ημέρες, μόνο το 10% των κατοίκων της πρώην Ανατολικής Γερμανίας, δήλωσε ότι νοσταλγεί την εποχή του κομμουνιστικού καθεστώτος. Το 75% δηλώνει ότι η ποιότητα ζωής του είναι πολύ καλύτερη τώρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου