"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


«Au Revoir» της Πατησίων

Tου Δημητρη Ρηγοπουλου

Εκλεισε το «Au revoir». Εδώ και λίγες εβδομάδες ένα πωλητήριο στην είσοδό του δεν αφήνει πολλά περιθώρια παρεξηγήσεων. Το πιο ιστορικό μπαρ της οδού Πατησίων κι ένα από τα πιο αυθεντικά ποτάδικα ολόκληρης της Αθήνας κατεβάζει ρολά οριστικά ένα χρόνο μετά τα πεντηκοστά του γενέθλια.
Σχεδιασμένο από τον αρχιτέκτονα Αριστομένη Προβελέγγιο, το Au revoir συγκρατούσε μέχρι τέλους την μισοπεθαμένη πια ατμόσφαιρα μιας Αθήνας ανάλαφρης, απροσποίητης, αστικής, ανθρώπινης.
Eγραφε τον χειμώνα ο Στέφανος Ροζάνης στην «Καθημερινή» για την αγνώριστη οδό Πατησίων του 2009. «Αν τώρα η γειτονιά χάθηκε, βυθισμένη στην πολυχρωμία και την αδιαφορία των ανθρώπων της, παραμένει, ωστόσο, ο δρόμος που τον σημαδεύει η ξεροκέφαλη μονιμότητα ενός μπαρ, του Au revoir, μιας πλατείας, της πλατείας Αγάμων, που άλλαξε όνομα και έγινε πλατεία Αμερικής, και μιας άλλης πλατείας, της πλατείας Κολιάτσου».

Στο Au revoir πρωτοπήγα στις αρχές της δεκαετίας του ’90. Ηταν ένα είδος φοιτητικού προσκυνήματος ύστερα από υμνητικό δημοσίευμα μηνιαίου περιοδικού της εποχής (του «01»). Είχαμε τη συμπεριφορά συνεσταλμένων εφήβων σε σχολική επίσκεψη σε μουσείο ή κάτι τέτοιο. Θα βρίσκαμε θέσεις; Θα μας κοίταζαν καχύποπτα οι υποψιασμένοι θαμώνες; Θα αντέχαμε την υπερβολική κάπνα και τη σκληροπυρηνική τζαζ πάνω από μισή ώρα; Θα παραγγέλναμε τα «σωστά» ποτά ή θα μας πρόδιδαν οι εντελώς ξενέρωτες προτιμήσεις μας;

Ανοίξαμε την πόρτα και μας έκανε εντύπωση ότι κανείς δεν ασχολήθηκε. Η τζαζ ήταν η «στρωτή» τζαζ που αρέσει σε όλους, οι «ιδιοκτήτες» (ο κ. Θεόδωρος και ο κ. Λύσανδρος) οι πιο φιλικοί άνθρωποι του κόσμου, κανείς δεν χλεύασε όταν τολμήσαμε να παραγγείλουμε δύο βερμούτ, προς τιμήν της «ασπρόμαυρης» Αθήνας των fifties για χάρη της οποίας είχαμε φτάσει ώς εδώ.
Φεύγοντας, μεθυσμένοι από την ευφορία του αλκοόλ και του Σινάτρα είχαμε αποφασίσει πως το Au revoir είναι το πιο όμορφο μέρος στην Αθήνα. Αν όχι στον πλανήτη... Θα γινόταν σίγουρα το στέκι μας.
Δεν έγινε. Ξαναπήγα αρκετές φορές χωρίς ποτέ να αποκτήσω τη συνήθειά του. Λυπάμαι για την Πατησίων και την Αθήνα που το χάνει. Λυπάμαι και για μένα που δεν πρόλαβα να το αποχαιρετήσω.


ΠΗΓΗ: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ