Η ιστορία τους, αλλά και η αρχιτεκτονική εικόνα τους, τα κατατάσσουν στο ίδιο σύνολο με τα γειτονικά στο πάρκο Ελευθερίας, που έχουν αναδειχθεί με υποδειγματικό τρόπο και λειτουργούν ως μουσείο, γλυπτοθήκη και χώροι εκθέσεων. Πολλά από αυτά χρονολογούνται από το 1882 και γι' αυτό εμφανίζονται κάθε τόσο στον κατάλογο των κτιρίων που προτείνεται να κηρυχθούν διατηρητέα, αλλά ως διά μαγείας εξαφανίζονται...
Να σημειωθεί, όμως, ότι το Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο της Αθήνας προβλέπει για το χώρο αυτό αστικό πράσινο και αξιοποίηση των κτιρίων για πολιτιστικές και εκπαιδευτικές χρήσεις. Υπάρχουν, επιπλέον, αποφάσεις του ΣτΕ για παρεμφερείς περιπτώσεις καθώς και η διεθνής σύμβαση της Γρανάδας, που λειτουργούν σαν ασπίδα προστασίας του χώρου. Προφανώς θεωρούνται ασήμαντες «λεπτομέρειες»..
Ο χώρος αρχικά, με βάση τη συστηματική καταγραφή της αρχιτέκτονος Ελισάβετ Ηλιοπούλου, έφθανε ώς την οδό Δορυλαίου και αποτελούσε ενιαίο σύνολο με τα σημερινά διατηρητέα κτίρια του πάρκου Ελευθερίας, του Ναυτικού Νοσοκομείου, αλλά και του σημερινού ΝΙΜΤΣ, όπου διασώζονται κάποια υπολείμματα. Τότε, ήταν γνωστός με την ονομασία «στρατιωτικά παραπήγματα» και ώς το 1977 στρατοπέδευε το 1ο σύνταγμα πεζικού. Στη συνέχεια στεγάστηκε το στρατιωτικό σχολείο υπαξιωματικών, που τότε εθεωρείτο ισάξιο με τη σχολή Ευελπίδων. Από το 1904 ώς το 1971, οπότε εγκαταλείφθηκαν, τα κτίρια λειτουργούσαν ως στρατιωτικό νοσοκομείο, που από το 1945 ονομάστηκε «401», αποτελώντας τόπο νοσηλείας για ασθενείς και τραυματίες των Βαλκανικών πολέμων, του Μακεδονικού αγώνα, της Μικρασιατικής Εκστρατείας, του Β' Παγκοσμίου Πολέμου αλλά και του Εμφυλίου που ακολούθησε.
Πέρα από το «άρωμα Ιστορίας», ο χώρος έχει ιδιαίτερη αρχιτεκτονική φυσιογνωμία. Τα κτίρια, λιτά, χάρη στις επεξεργασμένες πέτρες και τους ορθογωνικούς γωνιόλιθους, ξεχωρίζουν για τους γωνιακούς πύργους τους. Οι τοξωτές καμάρες και τα λίθινα τελειώματα θεωρούνται πινελιές νεογοτθικού ύφους. Σε κάθε περίπτωση συνθέτουν ένα ενιαίο σύνολο κηπούπολης, όπου παρά τη χρόνια εγκατάλειψη συνυπάρχουν η αρχιτεκτονική και η φύση, ενώ αποτελούν ένα από τα ελάχιστα δείγματα της νοσοκομειακής αρχιτεκτονικής στα τέλη του 19ου αιώνα.
Από τις αρχές της δεκαετίας του '80 ο Δήμος Αθηναίων, η 1η Εφορεία Νεωτέρων Μνημείων του υπουργείου Πολιτισμού, αλλά και ο εποπτευόμενος από το υπουργείο ΠΕΧΩΔΕ (τότε ΥΧΟΠ) Οργανισμός Αθήνας, είχαν εκπονήσει μελέτη που προέβλεπε τη διατήρηση και ανάδειξη ολόκληρου του κτιριακού συμπλέγματος. Η απόφαση χαρακτηρισμού εκδόθηκε το 1997, αλλά άφηνε απ' έξω τα κτίρια της Εκκλησίας.
Η νέα απόπειρα του 2002 έμεινε και πάλι στα χαρτιά. Με δύο παρεμβάσεις του (2007 και 2008), ο εξωραϊστικός σύλλογος «Λυκαβηττός» ζήτησε από τα συναρμόδια υπουργεία ΠΕΧΩΔΕ και Πολιτισμού να κηρυχθεί ολόκληρος ο χώρος διατηρητέος. Ως τώρα δεν έχει δοθεί ούτε η οφειλόμενη απάντηση...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου