Εγώ κατά βάσιν είμαι συγγραφέας, αλλά ανήκω σε μια γενιά, στην οποία η αντίληψη περί λογοτεχνίας ήταν αδιαχώριστη από κάποιου είδους ενασχόληση με τα κοινά, από κάποια στράτευση στην πολιτική δράση. Πιστεύω πως αυτό, που συνέβαινε σε πολλούς Λατινοαμερικανούς της γενιάς μου, τη δεκαετία του ’50, συνέβαινε και σε πολλούς μαθητευόμενους συγγραφείς σε άλλα μέρη του κόσμου. Ηταν τα χρόνια του υπαρξισμού, των Γάλλων δοκιμιογράφων, του Sartre, του Camus, του Merleau-Ponty, της Simone de Beauvoir, οι οποίοι είχαν μια αντίληψη για τη λογοτεχνία, που φάνταζε πολύ υψιπετής σ’ έναν νεαρό, ο οποίος ζούσε σε χώρες με τεράστια κοινωνικά και πολιτικά προβλήματα, με δικτατορίες, με μεγάλες ανισότητες, με μεγάλες κοινωνικές πληγές.
Εμένα, πάντως, αυτή η περί λογοτεχνίας αντίληψη, η οποία δεν είναι πια του συρμού και προς την οποία πολλοί νέοι συγγραφείς σήμερα δυσπιστούν, γιατί φρονούν πως είναι αφέλεια και αλαζονεία να πιστεύει κανείς ότι η λογοτεχνία μπορεί να προκαλέσει μεγάλες ιστορικές μεταβολές, δε μ’ έχει εγκαταλείψει, έστω κι αν πιστεύω ότι υπήρχε μεγάλη δόση αφέλειας στην πεποίθηση ότι η λογοτεχνία μπορούσε να προκαλέσει άμεσες, βαθιές αλλαγές. Ποτέ δεν ήταν έτσι.
Από την άλλη, ούτε με έπεισε ποτέ και η αντίληψη ότι η λογοτεχνία είναι μόνο για ψυχαγωγία, μια πολύ περίτεχνη ψυχαγωγία που, όμως, δεν σημαδεύει ουσιαστικά την κοινωνία και την Ιστορία. Εγώ πιστεύω πως η λογοτεχνία, όντως επιφέρει αλλαγές. Στο σημείο αυτό, επιτρέψτε μου να σας πω το εξής: όταν γράφω ένα μυθιστόρημα, ξέρω πως σ’ αυτό το μυθιστόρημα συμμετέχει ολόκληρη η προσωπικότητά μου, οι ιδέες μου, οι γνώσεις μου, αλλά και τα ένστικτα και τα πάθη μου, καθώς και αυτά τα διφορούμενα πρόσωπα που είναι δύσκολο να τα αναγνωρίσεις, που αναδύονται απ’ τα τρίσβαθα του υποσυνείδητου και, χωρίς αμφιβολία, επηρεάζουν σημαντικά αυτά που γράφει κάποιος».
Απόσπασμα από διάλεξη του Μ. Β. Λιόσα στο Ινστιτούτο Θερβάντες στην Αθήνα, με τίτλο «Λογοτεχνία και πολιτική». Κυκλοφορεί σε έκδοση από το Ινστιτούτο Θερβάντες
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου