Θα πρέπει να ήταν τη δεκαετία του '50 όταν άρχισαν ξαφνικά να φυτρώνουν η μια πλάι στην άλλη, προσπαθώντας να φτάσουν τον ουρανό. Πήγαινα Γυμνάσιο τότε και κατεβαίναμε από τα κάστρα για να τις δούμε και να τις θαυμάσουμε. Την εποχή εκείνη δεν υπήρχε ακόμη Ανω και Κάτω Πόλη, υπήρχε μόνο φτώχεια και πλούτος. Υπήρχε Τσιμισκή και Γεντί Κουλέ. Οδό με βασιλικό όνομα δεν έβλεπες πάνω από την Εγνατία, αλλά ούτε και χρειαζόταν να δείξεις λεφτά για να φανούν τα πλούτη σου, αρκούσε να πεις μόνο πού μένεις. Εγώ έλεγα στα κορίτσια «κοντά στον Αγιο Δημήτριο» και ησύχαζα. Μπορεί να μην έλεγα την «καθαρά αλήθεια», όμως ούτε και ψέματα έλεγα, γιατί με πέντε λεπτά τρέξιμο βρισκόμουν από την εκκλησία στο σπίτι μου. Ημασταν σίγουροι ότι στις πολυκατοικίες μένουν μόνο όμορφα κορίτσια, τα σκάρτα μένανε στις αυλές μας. Πού να μένουν άραγε σήμερα; Ξέρω ότι εκείνα από τις αυλές της γειτονιάς μου παντρεύτηκαν κι έκαναν οικογένειες, τα άλλα όμως, εκείνα που κοιτούσαν πρώτα τα ρούχα σου για ν' αποφασίσουν αν θα σου μιλήσουν ή όχι, τι να γίνανε; Να γέρασαν άραγε κι αυτά μαζί με τις γκρίζες πολυκατοικίες;
Συνέχιζα να κοιτώ έξω από το παράθυρο του λεωφορείου και να τραμπαλίζομαι μπρος - πίσω, με τα μάτια μου να ανεβοκατεβαίνουν τους οκτώ ορόφους σαν ασανσέρ. Τίποτε, ψυχή δεν φαινόταν. Ούτε ένα ρούχο κρεμασμένο στο μπαλκόνι, ούτε μια γλάστρα, έτσι, για να καταλαβαίνει ο άλλος ότι εδώ κάποιος μένει. Εκτός και αν τα κρεμάνε από την πίσω μεριά, σκέφτηκα, για να μην τα πιάνουν το δηλητήριο και η μπόχα που αναδίδονται από τον δρόμο. Μόνο κάτω στο ισόγειο έβλεπες κίνηση, αλλά εκεί βρίσκονται μαγαζιά και μπαινοβγαίνουν άνθρωποι, δεν μπαίνουν για να κοιμηθούν, ούτε να μαγειρέψουν, ούτε για να κάνουν έρωτα.
Κάποτε σ' αυτόν τον δρόμο μένανε οι προύχοντες της πόλης σε πανέμορφα σπίτια, με ωραίες αυλές και το τραμ να κουδουνίζει στον δρόμο. Το ότι σώθηκαν μερικές απ' αυτές τις βίλες και τις βλέπεις κάθε τόσο μέσα από το λεωφορείο να φανερώνονται μπροστά σου στολισμένες και ντροπαλές κάνει ακόμα πιο μίζερες τις πολυκατοικίες και ακόμη πιο εμφανές το τότε και το τώρα των ανθρώπων. Μπορεί εμείς την εποχή εκείνη να μέναμε σε φτωχογειτονιές, αλλά οι άνθρωποι νοιάζονταν τα σπίτια τους σαν παιδιά τους. Τα άσπριζαν, τα βάφανε, τα στόλιζαν με λουλούδια και τα βράδια κάθονταν έξω από τις πόρτες για να καλησπερίζουν και να χαριεντίζονται με τους περαστικούς, όχι για να παρακολουθούν βουβοί και μισοκοιμισμένοι την τηλεόραση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου