"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


Ανατέλλει τρίτη εποχή για τον διεθνή Τύπο

Tου Πέτρου Παπακωνσταντίνου

«Οπως η πολική αρκούδα, που ισορροπεί αβέβαια πάνω σε ένα λεπτό στρώμα πάγου, οι εκδότες των εφημερίδων αναζητούν λύσεις για τη διάσωση της βιομηχανίας τους». Ετσι αρχίζει το άρθρο της Μαρί Μπενίλντ στη γαλλική Le Monde Diplomatique για τη συνεχιζόμενη κρίση των εφημερίδων.
Το 2009 χάθηκαν στη Γαλλία περισσότερες από 2.300 θέσεις εργασίας, ενώ στην Αμερική ο αντίστοιχος αριθμός έφτασε τις 24.500. Ενας τραπεζίτης της BNP Paribas παρομοίαζε τους δημοσιογράφους του σήμερα με τους μεταλλουργούς της δεκαετίας του 1970: προορίζονται να εξαφανιστούν ως κλάδος, αλλά δεν το ξέρουν ακόμη.

Ασφαλώς, η οικονομική ύφεση της προηγούμενης διετίας έπαιξε καταλυτικό ρόλο, αλλά οι ουσιώδεις αιτίες προϋπήρχαν. Σύμφωνα με τις υπάρχουσες στατιστικές, την τελευταία δεκαετία το μερίδιο των εφημερίδων στα κέρδη της διεθνούς βιομηχανίας των μίντια έπεσε από το 40% στο 14%, ενώ εκείνο των διαδικτυακών μέσων ανέβηκε από 4% σε 22%. Στο βιβλίο του «Το τέλος των εφημερίδων και το μέλλον της ενημέρωσης» (Πόλις, 2009), ο Μπερνάρ Πουλέ εκτιμά πως «για πρώτη φορά από την εμφάνιση των εφημερίδων μαζικής κυκλοφορίας, στα μέσα του 19ου αιώνα, οι διαφημιστές έχουν τη δυνατότητα να τις αγνοήσουν εντελώς».
Οι πρώτες, αντανακλαστικές αντιδράσεις (μείωση προσωπικού, περιστολή πολυδάπανων ρεπορτάζ και αποστολών στο εξωτερικό) δεν ανέκοψαν την κρίση, αντίθετα την επιδείνωσαν. Ωστόσο, ακριβώς επειδή είναι τόσο βαθιά και απαιτεί εντελώς ριζοσπαστικές απαντήσεις, η παρούσα κρίση αναδεικνύεται σε φυτώριο νέων, πειραματικών μορφών δημοσιογραφίας.

Η περίπτωση της διαδικτυακής εφημερίδας Mediapart, στη Γαλλία, είναι μία από αυτές. Ιδρύθηκε το 2008 από τον Εντουί Πλενέλ, ο οποίος, ύστερα από μια διαδρομή στην εξωκοινοβουλευτική Αριστερά, αναδείχθηκε σε πετυχημένο διευθυντή σύνταξης της Le Monde, έχοντας στο ενεργητικό του ρεπορτάζ που έκαναν πάταγο, όπως η αποκάλυψη ότι οι μυστικές υπηρεσίας του Μιτεράν ανατίναξαν το πλοίο Rainbow Warrior της Greenpeace. Μαχητικά αντι- Σαρκοζική, η εφημερίδα του στηρίζεται στις μηνιαίες συνδρομές (9 ευρώ) και στην ερευνητική δημοσιογραφία, κυρίως από πρώην συντάκτες της Monde.

Η κυριότερη ανταγωνίστρια της Mediapart είναι η επίσης διαδικτυακή, αλλά δωρεάν (δέχεται εισφορές μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων) Rue89: Rue σημαίνει Οδός, δηλαδή δημόσιος χώρος, ενώ το ’89 παραπέμπει στη Γαλλική Επανάσταση του 1789 και στην πτώση του Τείχους του Βερολίνου, το 1989. Η πρωτοβουλία για τη δημιουργία της προήλθε από πρώην στελέχη της Liberation, όταν η ιστορική εφημερίδα του Ζαν–Πολ Σαρτρ πουλήθηκε στον χρηματιστή Ροτσίλντ.
Η αλήθεια είναι ότι από οικονομική άποψη αμφότερες οι ψηφιακές εφημερίδες βρίσκονται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, πράγμα που τις ανάγκασε να δεχθούν μέρος της κρατικής βοήθειας την οποία ο Σαρκοζί προόριζε για τις συμβατικές εφημερίδες. Απομένει να αποδειχθεί εάν η κρατική ενίσχυση θα έχει, όπως πολλοί φοβούνται, τον αντίκτυπό της στην πολιτική αυτονομία των δύο μέσων.

Στην απέναντι ακτή του Ατλαντικού, ο Τζάκ Σέιφερ του ηλεκτρονικού περιοδικού Slate διατύπωσε την τολμηρή πρόβλεψη ότι βρισκόμαστε στα πρόθυρα μιας τρίτης εποχής της δημοσιογραφίας:
Η πρώτη εποχή, από τα τέλη του 18ου μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα, ήταν εκείνη της μαχόμενης εφημερίδας γνώμης, από τον «Φίλο του Λαού» του Μαρά μέχρι τον Economist των Βρετανών επιχειρηματιών, που μάχονταν για το ελεύθερο εμπόριο και τη «Νέα Εφημερίδα του Ρήνου», που πάσχιζε για τη δημοκρατική ενοποίηση της Γερμανίας, με διευθυντή τον Μαρξ.

Η δεύτερη εποχή ήταν εκείνη των μεγάλων εμπορικών εφημερίδων, την οποία απαθανάτισε ο «Πολίτης Κέιν» του Ορσον Ουέλς, εμπνευσμένος από τον μεγιστάνα του αμερικανικού Τύπου, Γ. Ρ. Χιρστ.

Το επόμενο στάδιο, σύμφωνα με μια γνώμη που κερδίζει έδαφος, είναι η εποχή του «foundation press», των εφημερίδων υψηλής ποιότητας, με έμφαση στο ερευνητικό ρεπορτάζ και στην πρωτότυπη ανάλυση, που θα χρηματοδοτούνται από μη κερδοσκοπικά ιδρύματα. Σε αυτή την κατηγορία ανήκει το δίκτυο ProPublica, το οποίο ιδρύθηκε από τους επιχειρηματίες Χέρμπερτ και Μάριον Σάντλερ, στη Νέα Υόρκη, απασχολεί δεκάδες δημοσιογράφους, συμπεριλαμβανομένων κατόχων βραβείων Πούλιτζερ, και παράγει ρεπορτάζ που δημοσιεύονται σε εφημερίδες όπως οι «Τάιμς της Νέας Υόρκης» ή προβάλλονται σε κανάλια όπως το CNN.

Τι άλλο θα γεννήσει αυτή η εκρηκτικά ασταθής εποχή, ουδείς το γνωρίζει. Γεγονός είναι, πάντως, ότι πάμπολλες προφητείες για τον επικείμενο θάνατο των εφημερίδων αποδείχθηκαν υπερβολικές. Ηδη το 1845, ο Τζέιμς Γκόρντον Μπένετ, ιδρυτής της «Νιου Γιορκ Χέραλντ», εξέφραζε το φόβο πως οι εφημερίδες κινδύνευαν να εξαφανιστούν λόγω της έλευσης του τηλεγράφου, «ενός νέου τρόπου διάχυσης των πληροφοριών».

πηγη ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια: