"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


Όταν τα συνδικάτα λειτουργούν με όρους Μαφίας


Τα συνδικάτα δεν χρειάζονται, οι εργαζόμενοι πρέπει να δουλεύουν περισσότερο (γιατί όχι και 68 ώρες την εβδομάδα!), δεν υπάρχουν κεκτημένα, η χώρα πρέπει να γίνει ανταγωνιστική.  
Τα λόγια ανήκουν στον πρώην πρωθυπουργό Κ. Μητσοτάκη, πριν τέσσερα περίπου χρόνια, και εκφράζουν μια συγκεκριμένη αντίληψη για την οικονομία, την πολιτική και τον άνθρωπο και τα οποία εφαρμόζονται σήμερα. 

Πρόκειται για μια αντίληψη που θέλει τον άνθρωπο δούλο του ανταγωνισμού(συνυφασμένου άρρηκτα με τη μεγιστοποίηση του ποσοστού κέρδους), ενός ανταγωνισμού που πρέπει να είναι απελευθερωμένος από τριβές και αντιδράσεις και ο οποίος αντιμετωπίζει την εργασία ως άγριο καταναγκασμό. Σ’ αυτοί τη λογική οι πολλοί (οι σκλάβοι της εργασίας) είναι οι αναλώσιμοι της Ιστορίας, η οποία είναι το ατέλειωτο χρονικό θριάμβων των «εχόντων» στο μεγάλο συμπόσιο της κοινωνίας, όπως ακριβώς συμβαίνει με τα αλληλοσπαρασσόμενα είδη στο μεγάλο συμπόσιο της ζούγκλας! 

Αυτή η αντίληψη σε συνδυασμό με τους διασπαστικούς μηχανισμούς στο εσωτερικό της κοινωνίας και την κατανάλωση φθόνου, φόβου, ρατσισμού, κομφορμισμού και της ακόρεστης επιθυμίας για κέρδος, δίνει τη χαριστική βολή στην πολιτική. 

 Οι φτωχοί, οι εργαζόμενοι και οι αδύνατοι εκλαμβάνονται ως βάρος, ως καταραμένο απόθεμα, ως λίπος-χρέος από το οποίο πρέπει να απαλλαγεί η κοινωνία για να συνεχίσει να υφίσταται. Συνεχίστε, συνεπώς, να αφαιρείτε λίπος, κάντε τους φτωχούς να καταλάβουν ότι δεν είναι εκμεταλλευόμενοι, ότι είναι ξεπερασμένοι και αδέξιοι, ότι είναι τεμπέληδες και ότι η «σοφία» είναι ο κοινός νους που περιλαμβάνει τις δύο πνευματικότητες, αυτή του λογιστή κι εκείνη του εφόρου. 

Αυτό είναι το κυρίαρχο πρόταγμα. Ό,τι υπερβαίνει αυτές τις δύο «πνευματικότητες» εξοβελίζεται ως ακαταλαβίστικος ελιτισμός, ως εμπόδιο στη ρευστότητα της αγοράς και τη μικροφυσική της υπακοής. Έτσι, όμως οδηγούμαστε σε μια νευροκρατία που καταλήγει στο απόλυτο μηδέν του πολιτικού.

Η κοινωνία, εντέλει, «καίγεται» στην πυρά της οικονομικής κρίσης. Αλλά τα συνδικάτα δεν αντιδρούν. 

Ευλόγως τίθεται το ερώτημα: Γιατί; 

Γιατί «Τα συνδικάτα λειτουργούν με όρους μαφίας» έλεγε ο Νόρμαν Μέηλερ. Αυτό το ανέχονται και το υποστηρίζουν και τα πολιτικά κόμματα, που αντιλαμβάνονται τα συνδικάτα σαν «ιμάντες μεταβίβασης» των πολιτικών τους

Έτσι, στη Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδας(ΓΣΕΕ), οι ίδιοι πάντα άνθρωποι συστήνουν και αναπαράγουν μία γραφειοκρατική εξουσία, τη δική τους εξουσία, που ποδηγετεί την έκφραση των εργαζομένων και, συγχρόνως, απολαμβάνει τα οφέλη αυτής της εξουσίας με ταξίδια, διασυνδέσεις, ρουσφέτια, κοινοτικά προγράμματα, πολιτική ανέλιξη(βουλευτικό αξίωμα). Εν άλλοις λόγοις, το μέγα πρόβλημα σήμερα είναι ότι οι «σημαίες» των θεσμών έχουν ποδοπατηθεί και ξεφτιλισθεί. 

 Θα μπορούσε, άραγε, η πολιτική και κατά συνέπεια ο συνδικαλισμός να λειτουργήσουν διαφορετικά; 

Η πολιτική θα μπορούσε να είναι κάτι άλλο και κάτι περισσότερο από πολιτική, και όχι χειραγώγηση και χρήση της εξουσίας για ιδιοτελείς σκοπούς, στο μέτρο που θα γινόταν η συνειδητή έκφραση των προσδοκιών και των συμφερόντων της μεγάλης πλειονότητας των ανθρώπων. Όμως αυτό σήμερα δεν ισχύει.

Δεν υπάρχουν σχόλια: