Η έκθεση θεωρεί το 2013 ως κομβικό σημείο, αφού υπογραμμίζει ότι τότε θα ολοκληρωθούν τα αποτελέσματα των σεισμικών ερευνών που ξεκίνησαν τον περασμένο μήνα και θα αρχίσουν οι διαδικασίες των διαγωνισμών για τον εντοπισμό των υδρογονανθράκων, σε περίπτωση βέβαια θετικής έκβασης των προκαταρτικτικών ερευνών.
ΕΛΛΑΔΑ: Στα 427 δισ. αποτιμά η Deutche Bank τα αποθέματα πετρελαίου στην Κρήτη
Της Μανταλένας Πίου
Tα αποθέματα φυσικού αερίου ή/και
πετρελαίου που ενδεχομένως να έχει η Ελλάδα φέρνει στη συζήτηση για το
ελληνικό χρέος η Deutche Bank, υποστηρίζοντας ότι αν αποδειχθούν
αληθινές οι μέχρι στιγμής ενδείξεις τότε μπορούν να αλλάξουν όλα τα
δεδομένα...
Μάλιστα η έκθεση υπαινίσσεται ότι θα μπορούσε να
είναι χρήσιμη η δέσμευση ενός ποσοστού των όποιων μελλοντικών εσόδων από
τα ελληνικά κοιτάσματα υδρογονανθράκων, σε ένα ειδικό εθνικό ταμείο,
ανοίγοντας έτσι τη συζήτηση για τιτλοποίηση μελλοντικών εσόδων και
ενδεχομένως άλλων εργαλείων. Η έκθεση, πάντα με την προϋπόθεση ότι οι
σεισμικές και οι άλλες έρευνες που θα ακολουθήσουν θα επαληθεύσουν τις
εκτιμήσεις που έχουν διατυτώσει Ελληνες και ξένοι γεωλόγοι για το ύψος
των αποθεμάτων, αποτιμά την αξία των υποθαλάσσιων κοιτασμάτων φυσικού
αερίου νοτίως της Κρήτης στα 427 δισ. ευρώ και εκτιμά το καθαρό όφελος
για το ελληνικό δημόσιο στα 214 δισ. ευρώ ή στο 107% του ΑΕΠ.
Η εκτίμηση
για τα έσοδα του ελληνικού δημοσίου γίνεται με βάση τις διεθνείς
πρακτικές που υπολογίζουν ότι το 25% των εσόδων ενός κοιτάσματος αφορά
στο κόστος εξόρυξης και διάθεσης, το 25% το περιθώριο κέρδους των
εταιρειών που το εκμεταλλεύονται και το υπόλοιπο 50% «πηγαίνει» στον
δημόσιο τομέα.
Η έκθεση θεωρεί το 2013 ως κομβικό σημείο, αφού υπογραμμίζει ότι τότε θα ολοκληρωθούν τα αποτελέσματα των σεισμικών ερευνών που ξεκίνησαν τον περασμένο μήνα και θα αρχίσουν οι διαδικασίες των διαγωνισμών για τον εντοπισμό των υδρογονανθράκων, σε περίπτωση βέβαια θετικής έκβασης των προκαταρτικτικών ερευνών.
Επισημαίνει ότι χρειάζονται κατά
μέσον όρο 8 - 10 χρόνια για να αρχίσει η εμπορική εκμετάλλευση του
κοιτάσματος να παράγει χρηματοροές και εξ αυτού εκτιμά ότι τα έσοδα στο
Δημόσιο μπορεί να αρχίσουν να εισρέουν το 2020, χρονιά που το χρέος
πρέπει να αντιστοιχεί στο 120% του ΑΕΠ.
Σχετικά με τη βιώσιμότητα του
χρέους η τράπεζα εκτιμά ότι παρότι για την ώρα δεν μπορεί να
υποστηριχθεί ότι βελτιώνεται, αυτό θα αλλάξει σαφέστατα από την ώρα που
θα βεβαιωθούν τα κοιτάσματα και κυρίως από την ώρα που θα αρχίσει η
παραγωγή. Η τράπεζα κάνει ιδιαίτερη αναφορά ότι γεωλόγοι και
εμπειρογνώμονες κάνουν επίσης λόγο για αποθέματα φυσικού αερίου και σε
άλλες περιοχές και διευκρινίζει ότι οι υπολογισμοί της αφορούν μόνον τα
κοιτάσματα νότια της Κρήτης και οχι αυτά που ενδεχομένως υπάρχουν στο
Ιόνιο και το Αιγαίο.
Εαν επαληθευτούν οι εκτιμήσεις για τους
υδρογονάνθρακες νότια της Κρήτης, σημαίνει ότι η Ελλάδα αναδεικνύεται
στη 15η παραγωγό αερίου παγκοσμίως, πράγμα που κατά τη Deutsche Bank
μπορεί σε πολιτικό και κοινωνικό κλίμα να ενθαρρύνει φυγόκεντρες
προσεγγίσεις, σε σχέση με την ευρωπαϊκή προοπτική. Η τράπεζα κρίνει
περιορισμένο το επενδυτικό ρίσκο για τις εταιρείες, που θα εμπλακούν
στην έρευνα και την εκτμετάλλευση των κοιτασμάτων, καθώς τις θεωρεί
συνηθισμένες να λειτουργούν σε καθεστώτα που χαρακτηρίζονται από
αυξημένη πολιτική αβεβαιότητα. Η Ελλάδα είναι μία από τις ευρωπαϊκές
οικονομίες με τους μεγαλύτερους λογαριασμούς εισαγωγών ενέργειας και η
ύπαρξη αποδεδειγμένων αποθεμάτων φυσικού αερίου θα ήταν ιδιαίτερα
σημαντική για τη χώρα, αφού το 2011 οι εισαγωγές ενέργειας ανήλθαν στα
11 δισ. ευρώ ή κοντά στο 5% του ΑΕΠ, αναφέρει η έκθεση.
Σχετικά
το ταμείο που θα παρακρατά μελλοντικά έσοδα για την αποπληρωμή του
χρεόυς, η πρόταση της τράπεζας είναι να παρακρατά ένα ποσοστό της ταξης
του 30% των δημόσιων εσόδων από το αέριο και να τα διαχειρίζεται για να
εξισορροπεί βραχυπρόθεσμες διακυμάνσεις στις τιμές, αλλά και να επενδύει
σε δραστηριότητες εκτός του ενεργειακού τομέα, που να ενισχύουν
μακροπρόθεσμα την οικονομία.
Ταυτόχρονα, η έκθεση επισημαίνει
και τον κίνδυνο να εκτροχιαστεί η προσπάθεια ανάταξης της οικονομίας απο
την ευφορία που μπορεί να προκαλέσουν ιδιαίτερα υποσχόμενα ευρήματα.
Πρόκειται, όπως αναφέρει η έκθεση, για το σύνδρομο «Dutch Disease», που
χαρακτηρίζει την περίοδο που ανακαλύφθηκαν τα κοιτάσματα αερίου της
Ολλανδίας το 1959 και ακολούθησαν μεγάλες εισροές ξένου συναλλάγματος
που κράτησαν σε χαμηλά επίπεδα την ανταγωνιστικότητα της υπόλοιπης
οικονομίας. Υπάρχει η άποψη οτι σε ένα περιβάλλον φτωχής δημοσιονομικής
διαχείρισης και αδύναμων μακροοικονομικών θεμελιωδών μεγεθών οι
επιδόσεις πλούσιων σε φυσικούς πόρους οικονομιών υστερούν των ομολόγων
τους, αναφέρει η έκθεση.
Οι εταιρείες
Για
τις ξένες εταιρείες που θα αναλάβουν την έρευνα - εξόρυξη η Deutsche
Bank επισημαίνει ότι η αποκλιμάκωση του εργατικού κόστους και οι
καθοδικές πιέσεις σε άλλα κόστη της ελληνικής οικονομίας μπορεί να
προσφέρουν βελτιωμένα λειτουργικά περιθώρια στις εταιρείες που θα
αποφασίσουν να επενδύσουν.
Ως αναγκαία προϋπόθεση θεωρεί επίσης
την ύπαρξη καθαρού φορολογικού πλαισίου. Μάλιστα στο σημείο αυτό η
έκθεση κάνει ιδιαίτερη αναφορά στον τρόπο που εγγράφονται λογιστικά οι
αποσβέσεις των επενδύσεων και προσθέτει ότι η τελευταία νομοθετική
ρύθμιση για τους υδρογονάνθρακες στην Ελλάδα ψηφίστηκε το 2011.
Ως ρίσκο θέτει πάντως την προοπτική ενός «ατυχήματος», που θα οδηγούσε
σε redomination, δηλαδή σε έξοδο από το ευρώ, αφού η χρηματοδότηση τόσων
μεγάλων πρότζεκτ αναγκαστικά θα προέλθει από πηγές εκτός Ελλάδος. Ομως η
Deutsche Bank εκτιμά ότι ακόμα και σε αυτή την περίπτωση η διαχείριση
του κινδύνου είναι εφικτή, π.χ. με ασφαλιστικά συμβόλαια.
Ετικέτες
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ,
ΔΙΕΘΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ,
ΕΛΛΑΔΑ,
ΕΝΕΡΓΕΙΑ,
ΗΜΕΡΗΣΙΑ,
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου