Η Παιδεία ως µηχανισµός αναπαραγωγής των κοινωνικών διακρίσεων
Toυ ΡΟΥΣΣΟΥ ΒΡΑΝΑ
Σε έναν βαθύ διχασµό οδηγούνται οι γονείς και η αµερικανική εκπαιδευτική κοινότητα. Ανάµεσα σε ιδιωτικά συµφέροντα που στοχεύουν στην κατάλυση του δηµόσιου εκπαιδευτικού συστήµατος και σε εκπαιδευτικούς που εκφράζουν φόβους ότι αυτό θα σηµάνει την επιστροφή της παιδείας σε ένα πρωτόγονο παρελθόν.
Τα γεγονότα της περασµένης εβδοµάδας είναι ενδεικτικά. Στο Ντιτρόιτ, το εκπαιδευτικό συµβούλιο αποφάσισε να µειώσει τα ελλείµµατά του, βάζοντας λουκέτο στα µισά δηµόσια σχολεία της πόλης, µε συγχωνεύσεις που στριµώχνουν στην ίδια αίθουσα διδασκαλίας µέχρι και 60 µαθητές. Στο Πρόβιντενς, το εκπαιδευτικό συµβούλιο θα απολύσει όλους τους δασκάλους και τους καθηγητές και θα ξαναπροσλάβει τους περισσότερους από αυτούς, αλλά από µηδενική βάση. Και στο αϊνταχο, οι εκπαιδευτικές αρχές πρότειναν απολύσεις 770 καθηγητών την προσεχή πενταετία, υπολογίζοντας στην αντικατάστασή τους µε διδασκαλία µέσω του ίντερνετ.
Με τη βοήθεια των µεγάλων µέσων ενηµέρωσης, οι νεοφιλελεύθεροι µεταρρυθµιστές έχουν πείσει πολλούς αµερικανούς ότι στα δηµόσια σχολεία διδάσκουν κακοί καθηγητές, που πληρώνονται πανάκριβα χάρη στα ισχυρά συνδικάτα τους. «Πολλές αµερικανικές πολιτείες, αντί να φορολογούν τους πιο πλούσιους, απολύουν καθηγητές, κόβουν τους σχολικούς προϋπολογισµούς και στοιβάζουν τα παιδιά στις αίθουσες διδασκαλίας», γράφει στο περιοδικό «Education Week» η Νταϊάν ράβιτς, ιστορικός της εκπαίδευσης στο Πανεπιστήµιο της Νέας υόρκης, «ενώ η παιδική φτώχεια αυξάνεται ολοένα στη χώρα (που έχει σήµερα την υψηλότερη βρεφική θνησιµότητα µεταξύ των ανεπτυγµένων χωρών)».
Το όραµα του νεοφιλελευθερισµού για µια ιδιωτικοποιηµένη παιδεία σε όλες τις βαθµίδες γεφυρώνει τις δύο όχθες του ατλαντικού. Τώρα που πολλές δηµόσιες υπηρεσίες έχουν πια ιδιωτικοποιηθεί, τα ιδιωτικά κεφάλαια βλέπουν τη δηµόσια παιδεία σαν ένα νέο Ελντοράντο. Οι τρεις δεκαετίες ισχυρής µεταπολεµικής ανάπτυξης ήταν µια εποχή που είχε ανάγκη την άνοδο του µορφωτικού επιπέδου του µέσου εργαζοµένου. Και δηµιουργήθηκε ένα δηµόσιο εκπαιδευτικό σύστηµα που υποστήριζε αυτή την ανάγκη. Το κράτος µπορούσε να το πληρώνει µε τα αυξηµένα φορολογικά έσοδα που απέφερε η οικονοµική ανάπτυξη. Η µέση δηµόσια δαπάνη για την παιδεία στην Ευρώπη αυξήθηκε από 3% στη δεκαετία του 1950, στο 6% στα τέλη της δεκαετίας του 1970. Σε εκείνα τα χρόνια της µαζικής εκπαίδευσης, παιδιά από όλες τις κοινωνικές τάξεις έµεναν µεγαλύτερο διάστηµα στα σχολικά θρανία.
Σήµερα, η αγορά εργασίας δεν απαιτεί το ίδιο υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης και γενικών γνώσεων για όλους τους µελλοντικούς εργαζοµένους. Επειδή είναι πανάκριβο και αχρείαστο γι’ αυτήν. ∆ίνοντας έµφαση στην εκπαίδευση που είναι προσανατολισµένη στις ανάγκες της, η αγορά εργασίας κάνει την ιδιωτική εκπαίδευση πιο ελκυστική, αφού η δηµόσια εκπαίδευση είναι προσηλωµένη στη γενική παιδεία. Και οι περικοπές στις δηµόσιες δαπάνες για την παιδεία κάνουν τις ιδιωτικές επενδύσεις σε αυτήν πιο επικερδείς.
Η παιδεία του νεοφιλελευθερισµού µοιάζει λοιπόν έτσι µε µια φυσική επιλογή. ∆εν είναι για όλους. Και το σχολείο που παραδίδεται σε αυτήν γίνεται ολοένα και περισσότερο αυτό που έλεγε ο Μπουρντιέ: «Ενας µηχανισµός αναπαραγωγής των κοινωνικών διακρίσεων».
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου