"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


Ενα ψέµα, τίποτα άλλο


Μια άδεια καρέκλα. Μερικές βροντερές απουσίες χωρών που είτε περιφρονούν τα ανθρώπινα δικαιώµατα είτε θέλουν να φανούν καλές στη χώρα που κατ’ εξοχήν περιφρονεί τα ανθρώπινα δικαιώµατα. Παράταξη αστυνοµικών, άλλων µε στολή κι άλλων µε πολιτικά, µπροστά στο σπίτι της συζύγου του τιµώµενου προσώπου – γιατί είναι κι αυτή ένοχη, όπως κι εκείνος. Αναµνήσεις από µια άλλη απονοµή, σε έναν άλλο αντιφρονούντα, που είχε εξοργίσει µια άλλη δικτατορία: Αντρέι Ζαχάροφ, Σοβιετική Ενωση, 1975.

Ορισµένες ξένες εφηµερίδες δηµοσίευσαν χθες ένα ποίηµα που έγραψε ο φετινός Νοµπελίστας Ειρήνης Λιου Σιαοµπό στη φυλακή. Ακολουθεί ένα απόσπασµα, σε πρόχειρη µετάφραση.

«Τη ζωή που έκανα σ’ έναν τόπο µακρινό
την εξόρισα σ’ αυτό το ανήλιαγο µέρος
για να φύγω από την εποχή της γέννησης του Χριστού
δεν µπορώ να αντικρύσω τη µατωµένη εικόνα στο σταυρό.

Από ένα δακτυλίδι καπνού µέχρι ένα σωρό από στάχτη
στράγγιξα το ποτό των µαρτύρων, ένιωσα το ξέσπασµα της άνοιξης
στη χρυσοποίκιλτη λάµψη µυριάδων λουλουδιών.

Αργά τη νύχτα, σ’ έναν άδειο δρόµο
πηγαίνοντας µε το ποδήλατο στο σπίτι
σταµατάω για τσιγάρα.
Ενα αυτοκίνητο έρχεται πίσω µου, πέφτει πάνω στο ποδήλατό µου
δύο τεράστια κτήνη µε γραπώνουν
µου βάζουν χειροπέδες, µου κλείνουν τα µάτια, το στόµα
µε ρίχνουν σε µια κλούβα που δεν πηγαίνει πουθενά
Ενα βλεφάρισµα, µια τρεµάµενη στιγµή µετά,
συνειδητοποιώ ξαφνικά: είµαι ακόµα ζωντανός

Στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων της τηλεόρασης αλλάζουν το όνοµά µου και το κάνουν «το µαύρο χέρι που συνελήφθη»

Αν και αυτά τα ανώνυµα λευκά οστά των νεκρών
παραµένουν ακόµα ξεχασµένα.
Σπεύδω να διαψεύσω αυτό το κατασκευασµένο ψέµα
Λέω σε όλους πώς ένιωσα το θάνατο
Ωστε αυτό το «µαύρο χέρι» να γίνει τίτλος τιµής ενός ήρωα.

Παρόλο που ξέρω
ότι ο θάνατος είναι ένας µυστηριώδης άγνωστος
οντας ζωντανός, δεν µπορώ να νιώσω το θάνατο
κι όταν πεθάνω
δεν θα µπορέσω να νιώσω το θάνατο ξανά
κι όµως ακόµη ταλαντεύοµαι στη µέση του θανάτου
µια ταλάντευση που µοιάζει µε πνιγµό

Αµέτρητες νύχτες πίσω από σιδερόφρακτα παράθυρα.
και οι τάφοι πέρα από το φως των αστεριών
αποκαλύπτουν τους εφιάλτες µου.

Πέρα από ένα ψέµα δεν µου ανήκει τίποτα».

Δεν υπάρχουν σχόλια: