Γιατί, και αυτό είναι το δεύτερο και κρισιμότερο στοιχείο, αυτός που διαμόρφωσε την τιμή του facebook ήταν εκείνος που υποτίθεται ότι έπρεπε να προφυλάξει τη νομιμότητα της όλης διαδικασίας: η τράπεζα Morgan Stanley, η οποία όχι μόνο ενεργούσε κατ' εντολή της εταιρείας για να πετύχει την υψηλότερη δυνατή κεφαλαιοποίηση, αλλά είχε και κάθε συμφέρον να την πετύχει, αφού αμειβόταν με ποσοστό επ' αυτής (μόνο 67,8 εκατομμύρια κέρδος επέφερε τελικά στην τράπεζα αυτή η «αποτυχία»). Εταιρεία και τράπεζα, συνεπώς, επιτέλεσαν, και πλήρωσαν, την ύβριν. Παγιδεύτηκαν στη δύναμή τους, σε σημείο που να γίνει αδυναμία: μόνο αφού έριξαν αταβιστικά την τιμή, οι αγορές σκέφτηκαν να αναρωτηθούν αν τα πραγματικά οικονομικά στοιχεία της εταιρείας δικαιολογούσαν τον αρχικό προσδιορισμό.
ΔΙΕΘΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ: "Book χωρίς face" -- Μια διδακτική ιστορία για την παγκόσμια οικονομία
Μην σας ξεγελά το γεγονός οτι ο αρθρογράφος είναι μέλος του εθνικου συμβουλίου του τρισάθλιου ΠΑΣΟΚ. Το άρθρο του ειναι ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ
Συνταγματολόγου και προέδρου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς
Το φιάσκο της εισαγωγής του facebook στο αμερικανικό Xρηματιστήριο
των τεχνολογικών αξιών (Nasdaq) έχει μυστήριο, ίντριγκα και πάθη,
προσφέρει όμως κυρίως διδάγματα γύρω από τον τρόπο με τον οποίο
λειτουργεί η παγκόσμια οικονομία. Αυτή που μας βασανίζει, μας στηρίζει
και, πάντως, μας καθορίζει.
Η ιδέα της εισαγωγής του μεγαλύτερου δικτύου «κοινωνικής δικτύωσης»
στο Χρηματιστήριο στηριζόταν σε μια απλή και πολλάκις επιβεβαιωμένη
αρχή: ο κόσμος αγοράζει, σε ό,τι τιμή του πούνε, αυτό που του αρέσει -
και το facebook διαθέτει όλα τα στοιχεία όχι μόνο για να αρέσει αλλά για
να ξετρελαίνει: είναι ένα σύμβολο της εποχής που συνδυάζει τεχνολογία,
νιάτα, αναγνωρισιμότητα, παγκόσμια διείσδυση (σχεδόν κυριολεκτικά),
καθημερινή άμεση και έμμεση διαφήμιση, ακόμα και μυθική διάσταση
(χρησιμοποιείται από πατρίκιους και πληβείους, ενώνει την ιδιωτική με τη
δημόσια σφαίρα, έγινε τραγούδια και ταινία).
Ο Μαρκ Ζάκερμπεργκ, ο
ιδρυτής και πρωταγωνιστής της ταινίας (η οποία πάντως αφήνει να εννοηθεί
ότι δεν τα κατάφερε και με τόσο αθώα μέσα), έβαλε κάτι σαν στοίχημα με
τον εαυτό του, ίσως και ενόψει του γάμου του (παντρεύτηκε ακριβώς την
επόμενη ημέρα της εισαγωγής): να εκμεταλλευθεί το όνομα της εταιρείας
του και το παγκόσμιο «μπαζ» που δεν θα μπορούσε παρά να δημιουργηθεί
(και φυσικά δημιουργήθηκε) και να πετύχει ρεκόρ κεφαλαιοποίησης (πάνω
από 100 δισ. δολάρια, κάτι σαν το πρώτο πακέτο στήριξης της Ελλάδας).
Για να το πετύχει, πέρα από τη διαφημιστική καμπάνια σε πλανητικό
επίπεδο, ανέθεσε τις τεχνικές λεπτομέρειες στην τράπεζα-κολοσσό Morgan
Stanley.
Μόνο που δεν υπολόγισε δύο στοιχεία.
Πρώτον, ότι η ελκτική αξία και
ο προσδιορισμός της τιμής μιας μετοχής είναι δύο διαφορετικά πράγματα.
To «όνομα» μιας εταιρείας κινητοποιεί πράγματι την ενστικτώδη αποδοχή ή
απόρριψη, βάσει αυτού που ο μεγάλος ψυχολόγος της οικονομίας Ντάνιελ
Κάνεμαν ονομάζει «σύστημα 1», μέσω δηλαδή αυτόματης επιλογής του
εγκεφάλου προτού τεθεί σε λειτουργία η σκέψη. Η τιμή όμως έχει άλλες
συνέπειες, επιτρέπει λίγο μεγαλύτερη απόσταση και, κυρίως, επιδέχεται
διόρθωση: η μείωση μιας υπερβολικά υψηλής τιμής δεν σημαίνει απαξίωση
του «προϊόντος», αλλά τον τρόπο με τον οποίο οι «αγορές», πάλι με τρόπο
διάχυτο και μη ορθολογιστικό, «τιμωρούν» κάτι για το οποίο δεν
ρωτήθηκαν.
Γιατί, και αυτό είναι το δεύτερο και κρισιμότερο στοιχείο, αυτός που διαμόρφωσε την τιμή του facebook ήταν εκείνος που υποτίθεται ότι έπρεπε να προφυλάξει τη νομιμότητα της όλης διαδικασίας: η τράπεζα Morgan Stanley, η οποία όχι μόνο ενεργούσε κατ' εντολή της εταιρείας για να πετύχει την υψηλότερη δυνατή κεφαλαιοποίηση, αλλά είχε και κάθε συμφέρον να την πετύχει, αφού αμειβόταν με ποσοστό επ' αυτής (μόνο 67,8 εκατομμύρια κέρδος επέφερε τελικά στην τράπεζα αυτή η «αποτυχία»). Εταιρεία και τράπεζα, συνεπώς, επιτέλεσαν, και πλήρωσαν, την ύβριν. Παγιδεύτηκαν στη δύναμή τους, σε σημείο που να γίνει αδυναμία: μόνο αφού έριξαν αταβιστικά την τιμή, οι αγορές σκέφτηκαν να αναρωτηθούν αν τα πραγματικά οικονομικά στοιχεία της εταιρείας δικαιολογούσαν τον αρχικό προσδιορισμό.
Τι μας δείχνουν όλα αυτά για την παγκόσμια οικονομία;
Οτι
λειτουργεί με βάση την ψυχολογία, όχι με τη λογική. Λειτουργεί με τη
φήμη, όχι με τα στοιχεία. Οτι και η «εκδίκηση» των αγορών γίνεται με
βάση την ψυχολογία της μάζας - όχι των προβάτων αυτή τη φορά, αλλά των
λύκων. Οτι οι χαμένοι δεν είναι οι Ζάκερμπεργκ και οι εταιρείες τους
(ελάχιστοι από όσους διαβάζουν αυτές τις γραμμές θα κλείσουν τον
λογαριασμό τους), αλλά οι μικροεπενδυτές και η γενικότερη εικόνα του
Χρηματιστηρίου, η αίσθηση του δίκαιου μοιράσματος κερδών με βάση την
αξία. Και ότι ο έλεγχος, που εκ των πραγμάτων γίνεται εκ των υστέρων και
παίρνει πολύ χρόνο, είναι απαραίτητος όσο και ατελής: θα δούμε αν το
αποτέλεσμα της έρευνας της Αμερικανικής Εποπτικής Αρχής (SEC) θα δει το
φως πριν από το πρώτο μωρό της κυρίας Ζάκερμπεργκ.
www.botopoulos.gr
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου