"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


Η αγιασμένη πόλη

Του ΑΛΕΚΟΥ ΦΑΣΙΑΝΟΥ

Ο Μέγας Αλέξανδρος πήρε αλεύρι και, χύνοντάς το γύρω γύρω, καθόρισε τα όρια της Αλεξάνδρειας που δημιούργησε ο ίδιος.

Το χτίσιμο μιας πόλης δεν ήταν ένα πράγμα αυθαίρετο και τυχαίο, αλλά ήταν στην αρχαιότητα μια πράξη ανάγκης σχεδόν ιερή. Ανάγκης γιατί οι άνθρωποι που θα την κατοικούσαν έψαχναν ένα μέρος που να έχει προσανατολισμό καλό, νερό ή ποτάμι, να σχετίζεται με τον ήλιο και τον ουρανό. Γι' αυτό και όταν θεμελιώνεται ένα σπίτι, κάνουμε με ιερέα αγιασμό, γιατί ακριβώς αυτός ο χώρος που θα φιλοξενήσει για γενεές τη γέννηση και το θάνατο πρέπει να εξαγνιστεί από το κακό.

Σ' αυτό το μέρος, στην πόλη, θα εορτάζονται τα γεγονότα, σ' αυτό οι ποιητές θα περιγράψουν με τα θαυμαστά τους λόγια τους δρόμους, τα μαγαζιά, τις πλατείες. Στις πόλεις συμβαίνουν γεγονότα καταλυτικά, με καταλήψεις από ξένους στρατούς ή με κατακτήσεις από τον ίδιο το λαό τους της δημοκρατίας και της ελευθερίας. Ο Σωκράτης πέθανε γιατί δεν ήθελε να φύγει από την πόλη που τον μόρφωσε και όπου συνομιλούσε με τους πολίτες της Αθήνας. Ο Καβάφης στα ποιήματά του εξύμνησε την Αλεξάνδρεια. Γάλλοι ποιητές εξύμνησαν το Παρίσι ή τραγούδια που τραγουδάμε αναφέρονται στις πόλεις.

Στην τέλεια πόλη συνδιαλέγεσαι με την ανατολή και τη δύση του ηλίου. Στη Σαντορίνη, στην Οία, πάνε να απολαύσουν τη δύση του ηλίου. Τι ωραία τα ηλιοβασιλέματα από τις Χώρες των νησιών μας. Τα καλοκαιρινά τα βράδια, όταν κοιμόμασταν στις ταράτσες των σπιτιών μας, μαθαίναμε αστρονομία, την κίνηση των πλανητών, τη Μεγάλη Αρκτο, τον Πολικό Αστέρα, τον Αυγερινό (Αφροδίτη), τον κόκκινο Αρη, τους διάττοντες αστέρες, τώρα τίποτα. 

Γιατί οι πόλεις γίνανε εμπορικές, χτίζονται μεζονέτες, ίδια κτίρια σαν αρρώστια με κάτι σαν σπυριά παντού. Ούτε ξέρουν πού βγαίνει ο ήλιος. Αρκεί να πάρουν μια άδεια οικισμού και να γεμίσουν την πλαγιά μιας εξαίρετης παραλίας με σκατόσπιτα προς πώληση και εκμετάλλευση. Καμιά ιερότητα, καμιά ανάγκη ανθρώπινη, παρά ντύνεται η τελευταία με το ένδυμα της κερδοσκοπίας. Γι' αυτό και θα εγκαταλείπονται σε λίγο και θα μισιούνται από τον άνθρωπο.

Κανένα γεγονός, καμία λύπη ή χαρά δεν θα βασιλέψει στις πόλεις αυτές. Οι άνθρωποι θα ζουν χωρίς να ξέρουν γιατί. Γι' αυτό τρέχουν τα βράδια στα ξενυχτάδικα και τη φαντασμαγορία της νύχτας, γιατί οι καινούργιες πόλεις σε διώχνουν, σε πετούν έξω, δεν υπάρχει η αγάπη της αυλής που το απόγευμα με το λάστιχο την καταβρέχαμε λίγο για δροσιά. 

Τι ωραία η μυρωδιά της βρεγμένης αυλής. Κι εμείς με τις πιτζάμες μας πίναμε τον καφέ με το γλυκό του κουταλιού και τη συζήτηση. Αγια τοις αγίοις

Δεν υπάρχουν σχόλια: