«Αλήθεια δεν μπορώ να καταλάβω γιατί όλοι χαίρονται όταν έρχονται τα Χριστούγεννα! Είναι μια περίοδος που πρέπει να ξοδεύεις συνεχώς χρήματα, χωρίς να εισπράττεις τίποτε. Γίνεσαι ένα χρόνο μεγαλύτερος και ούτε μία πένα πλουσιότερος. Αν ήταν στο χέρι μου, θα φρόντιζα όποιος λέει: «Καλά Χριστούγεννα» να έβραζε μέσα στην ίδια του την πουτίγκα! Δεν θα μου καιγόταν καρφί αν δεν γιορτάζονταν ποτέ τα Χριστούγεννα!».
Ηρθε ο καιρός να αποκαταστήσουμε τον Εμπενέζερ Σκρουτζ, τον θρυλικό τσιγγούνη. Αυτός ο εσωστρεφής, στερημένος από χαρά λογοτεχνικός ήρωας (τον επανέφερε πρόσφατα, από τη σκηνή του Μεγάρου Μουσικής, ο Τζέρεμι Αϊρονς) που βιώνει τη μεγάλη γιορτή μόνο σαν περιττό έξοδο, αρχίζει να φαίνεται όλο και πιο συμπαθής. Ολο και πιο συνετός, όλο και πιο ρεαλιστής. Οσο και αν ο Κάρολος Ντίκενς στέλνει από τα μέσα του 19ου αιώνα μηνύματα για την απληστία, για τη συσσώρευση πλούτου αλλά και για τη θεραπευτική ιδιότητα της αγάπης, ο 21ος ανατρέπει τα δεδομένα, ανασκευάζει τις αξίες. Ο, τι εμφανιζόταν αντιπαθητικό και αξιοθρήνητο είτε στον αφηγηματικό καμβά της ιστορίας είτε στην κινηματογραφική προσαρμογή του, αίφνης, φωτίζεται με τα χρώματα της σύνεσης και της σωστής διαχείρισης των πόρων!
Ο Εμπενέζερ Σκρουτζ, το συνώνυμο της αρπακτικότητας, εμφανίζεται ως εμβληματική φυσιογνωμία! Τα Χριστούγεννα, αποκαθηλωμένα από την αίγλη τους και απομακρυσμένα από τη σημασία τους, στερούνται σταδιακά και τον καταναλωτικό πυρετό τους. Τι απομένει; Η δυσφορία των «αναγκαίων» εξόδων, η μερική απομόνωση, η διαρκής μελαγχολία. Είναι η εποχή που η αγοραστική αδυναμία εμφανίζεται δυσβάσταχτη. Τα δώρα -η απαραίτητη σύμβαση των ημερών- περιορίζονται, το χάσμα ανάμεσα στους έχοντες και στους μη έχοντες εμφανίζεται ερεβώδες.
Ποια «ανάγνωση» του Σκρουτζ να προτιμήσουμε; Εκείνη που τον εντάσσει στην υπεροχή των «εχόντων» ή στην κατήφεια των «μη εχόντων»; Εάν ήταν μυθιστορηματικό πρόσωπο του 21ου αιώνα, πώς θα αντιδρούσε στην περίοδο της οικονομικής ύφεσης, της εντεινόμενης ρευστότητας και ανασφάλειας; Θα δεκαπλασίαζε τα κέρδη του, θα ήταν σημαντικός οικονομικός παράγοντας, θα επένδυε στο χρηματιστήριο, θα κατέφευγε σε περικοπές και απολύσεις για να συντηρήσει το status του; Θα ήταν ευέλικτος ή θα μετρούσε απώλειες; Ποια θα ήταν η σχέση του με τον χρηματοπιστωτικό κλάδο; Θα τον επηρέαζε το Πνεύμα των Χριστουγέννων που θα τον έφερνε μπροστά στο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον του; Και ποιο μέλλον θα μπορούσε να τον τρομοκρατήσει; Της απόλυτης αθλιότητας εξαιτίας της μοναξιάς;
Ο Ντίκενς δίνει την ευκαιρία στον ήρωά του να αλλάξει. Να γίνει γενναιόδωρος, ευγενικός με όλους, να αποδέχεται ακόμη και τη χλεύη ορισμένων από την απροσδόκητη μεταμόρφωσή του με τη φράση «καλύτερα να σε περιγελούν παρά να σε περιφρονούν».
Για τους σύγχρονους Σκρουτζ η συσσώρευση δεν είναι «διαπραγματεύσιμη» από κανένα Πνεύμα. Η μετάλλαξη είναι σταθερά προς μια κατεύθυνση, η διαχείριση των οικονομικών δεν αφήνει περιθώρια για το «ρολόι που σημαίνει μεσάνυχτα».
Εν ολίγοις, ο 21ος αιώνας είναι ιδανικά πλασμένος για τον Εμπενέζερ Σκρουτζ. Δεν θα τον ξεβόλευε, δεν θα του προκαλούσε συνειδησιακούς κραδασμούς. Ο αργοπορημένος υπάλληλος Μπομπ Κράτσιτ δεν θα έμενε κατάπληκτος από μια αύξηση που δεν περίμενε.
Τι απομένει; Ενα στρωμένο γιορτινό τραπέζι, χαμόγελα, χνώτα, ελαφρά ζάλη από οικειότητα και ζεστασιά. Μόνη ελπίδα, ο απρόσκλητος επισκέπτης. Ο «θείος Σκρουτζ» που ανοίγει σιγανά την πόρτα της τραπεζαρίας και παίρνει θέση ανάμεσά τους, ανάμεσά μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου