Του Λευτέρη Παπαδόπουλου
Ήρθε στο καφενείο την Τετάρτη, γύρω στις 5 το απόγευμα.
Μπλε κοστούμι Αρμάνι, λευκό πουκάμισο, κόκκινη γραβάτα, ακριβά παπούτσια. «Σε γάμο ήσουνα Βασιλάκη μεσημεριάτικα;» τον ρώτησε ο Στράτος, ενώ του έψηνε τον καφέ. «Όχι. Στην κυβέρνηση». Ο Στράτος γούρλωσε πιο πολύ τα γουρλωμένα σαν της γαρίδας μάτια του, που όλοι του λένε ότι πρέπει να τους φοράει... σουτιέν και κάγχασε:
«Δηλαδή; Το ΄παιξες υπουργός;» Ο Βασιλάκης βιάστηκε να του εξηγήσει: «Σήμερα, οι υπουργοί της Ν.Δ. παρέδωσαν τα υπουργεία τους στους νέους. Του ΠΑΣΟΚ. Πήγα σε τρεις τελετές παράδοσης- παραλαβής. Αναμείχθηκα με τους υπαλλήλους και τους διάφορους σουρταφερτάριους, γραμματείς, ιδιαίτερους, κολλητούς και χειροκροτούσα, παριστάνοντας τον παράγοντα».
«Και γιατί όλ΄ αυτά;» τον ρώτησα.
«Κορόιδο είσαι; Τώρα, οι καινούργιοι θα θυμούνται τη φάτσα μου και θα μ΄ αφήνουν να κυκλοφορώ ελεύθερα στους διαδρόμους των τριών αυτών υπουργείων. Θα σκέφτονται: “Κάπου τον έχω ξαναδεί αυτόν. Σίγουρα, θα είναι κάποιος...”».
«Α, ρε λαμόγιο!» του είπε ο Στράτος συγχυσμένος.
Και από τη σύγχυση, γλίστρησε το μπρίκι από το χέρι του και ο καφές του Βασιλάκη χύθηκε στη χόβολη. Ο Βασιλάκης όμως, απτόητος και ατσαλάκωτος, έβγαλε από την τσέπη του μια τεράστια κομπολόγα με κόκκινες και άσπρες χάντρες- Ολυμπιακάρα γαρ- και βάλθηκε να μπεγλερίζει, περιμένοντας τον «βαρύ και όχι» του «σε χοντρό»...
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου