"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


Κλειδωμένος φόβος

ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ
Της ΑΡΤΕΜΙΔΟΣ ΚΑΠΟΥΛΑ

Η πολυκατοικία παλιά του ‘75. Οχτώ διαμερίσματα όλα νοικιασμένα. Άνθρωποι του μεροκάματου, συνταξιούχοι, άνεργοι, φοιτητές. Μια γυναίκα από την Αλβανία με τον οχτάχρονο γιό της. Θύματα κλοπής.

Τρία διαμερίσματα μέσα σε δυο μήνες. Μέρα μεσημέρι, παραβίασαν τις πόρτες, πήραν ότι βρήκαν και έφυγαν. Η αστυνομία έκανε καταγραφή των συμβάντων. Η συμβουλή τους στο τρίτο κρούσμα καταγράφηκε και αυτή: «Να τοποθετήσετε κλειδαριά ασφαλείας στην είσοδο». Λογικό. Μόνο που απευθύνεται σε ανθρώπους που ζουν σε ένα κόσμο παράλογο, τόσο παράλογο που δεν έχουν χρήματα ούτε καν για θέρμανση.

Η λεία των ληστών μικρή. Η απώλεια για τα θύματα ανεκτίμητη. Ζωές πιασμένες σε δόκανο.

Δεκαπέντε άνθρωποι που ζουν μες στο φόβο. Ανίσχυροι να αντιδράσουν, να προστατευτούν. Χωρίς να μπορούν να ζητήσουν βοήθεια από πουθενά. Άνθρωποι εγκλωβισμένοι μέσα στα σπίτια τους. Παλιότερα φοβόντουσαν να κυκλοφορήσουν έξω την νύχτα. Τώρα κλείνουν τα στόρια στις δυο το μεσημέρι, κλειδώνουν έξω την ζωή. Ο φόβος κάθεται μαζί τους στο τραπέζι της κουζίνας, ξαπλώνει δίπλα τους το βράδυ όταν κοιμούνται με τα μάτια ανοιχτά, παραμονεύοντας. Αγρίμια, κλεμμένες ψυχές.

Είναι οι γείτονες μου. Οι καλημέρες και οι καληνύχτες μου δεκατρία χρόνια. Ο καφές που δανείστηκα, τα γέλια των φοιτητών στον δεύτερο, το μπαστούνι της κυρά Μαρίας στις σκάλες. Η φωνή του Στέφανου όταν γυρνά από το σχολείο, ο τσιγαρόβηχας του Γιώργου στις 6 το πρωί που πάει στην δουλειά. Καρδιές ορθάνοιχτες για ότι και αν ζητήσεις.

Τους ακούω την νύχτες που αγρυπνώ μαζί τους. Οι τοίχοι λεπτοί, η αγωνία, τους τρυπά σαν τσιγαρόχαρτο. Οι σκέψεις τους γλιστρούν κάτω απ την πόρτα μου: «Θα πάρω όπλο, να φύγουμε, να βάλουμε έναν ακόμη σύρτη στο παράθυρο του μπάνιου». Η οργή τους για την κοινωνία που ζουν ανοιχτή πληγή που κακοφόρμισε και ψάχνει το νυστέρι. Υπέρ δικαίων και αδίκων.

Οι προσευχές τους ψιθυριστές φθάνουν ως το προσκεφάλι μου: « Κάνε Θεέ μου να μην είμαστε μέσα».

Οχτώ σύρτες με έναν ήχο ξερό, σαν πιστολιά. Γκράπ. Κλειδώνουν μέσα τον φόβο.

ΥΓ. Το παραπάνω κείμενο γράφθηκε την ώρα που φημολογείτο η επιστροφή του αδιάβαστου κυρίου Χρυσοχοϊδη στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, μιας και δεν θα είναι υποψήφιος για αρχηγός του ΠΑΣΟΚ για να αντικαταστήσει τον κύριο Παπουτσή που παραιτήθηκε για να μπορεί να διεκδικήσει την αρχηγία του κόμματος.

Δεν υπάρχουν σχόλια: