"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


Ελληνική επένδυση παιδείας στη Μοζαμβίκη

Πραγματικότητα έγινε το αίτημα χρόνων της ελληνικής κοινότητας για την κατασκευή σύγχρονων εγκαταστάσεων όπου θα διδάσκονται τα παιδιά τους την ελληνική παιδεία

Δεκαοχτώ Ελληνόπουλα, δύο παιδιά ιθαγενών και δύο ρωσικής καταγωγής φοιτούν στο ελληνικό σχολείο που εγκαινιάστηκε πριν από μερικές μέρες στην πρωτεύουσα της Μοζαμβίκης, Μαπούτο. Πολύτιμος σύμμαχός τους, η δασκάλα Λαμπρινή Κολαΐτη-Αντζουλέτ, η οποία μπορεί να νιώθει ιδιαίτερα υπερήφανη, καθώς το 2010 τρεις μαθητές της αρίστευσαν στις εξετάσεις για το πιστοποιητικό ελληνομάθειας, που έγιναν στη Νότια Αφρική, ενώ στις εξετάσεις του Μαΐου θα συμμετάσχουν περισσότεροι μαθητές.

«Ο πρωταρχικός μας στόχος εκπληρώθηκε και πλέον τα παιδιά μας διδάσκονται σ' ένα αξιοπρεπές, σύγχρονο σχολικό περιβάλλον, με νέα θρανία, αυτόνομους χώρους υγιεινής και κλιματιστικό, άκρως απαραίτητο για τις εδώ συνθήκες», δήλωσε από το νοτιοανατολικό άκρο της Αφρικής ο επίτιμος πρόξενος της Ελλάδας στη Μοζαμβίκη, επιχειρηματίας Γεράσιμος Μαρκέτος.

Δίπλα από το σχολείο διαμορφώθηκε ένας χώρος σε διαμέρισμα για να φιλοξενεί τους εκάστοτε εκπαιδευτικούς που στέλνει το υπουργείο Παιδείας.

Αρκετά από τα παιδιά των Ελλήνων μεταναστών έχουν επισκεφθεί την πατρίδα τους και πέντε μαθητές του σχολείου βρέθηκαν το 2009 στην Η' Μαθητιάδα Σερρών. Ανάμεσα στους Ελληνες υπάρχουν και κάποιοι τρίτης ηλικίας που έχουν να βρεθούν στην πατρίδα εδώ και 30 χρόνια και οι λόγοι είναι κυρίως οικονομικοί.

Το ελληνικό σχολείο αποτελούσε αίτημα χρόνων για την ελληνική κοινότητα, ενώ στα επόμενα σχέδια των ομογενών είναι να εμπλουτίσουν τη δανειστική βιβλιοθήκη και να επανιδρύσουν την ελληνική κοινότητα. Η κάποτε ακμάζουσα ελληνική παρουσία στη Μοζαμβίκη, που μέχρι την ανεξαρτητοποίηση, το 1974, ανερχόταν σε περίπου 2.000 άτομα, σήμερα περιορίζεται σε 70 οικογένειες (κάπου 150 άτομα), στην πρωτεύουσα Μαπούτο, και μόνο τρεις Ελληνες στη συμπρωτεύουσα, Μπέιρα. Σύμφωνα με τον κ. Μαρκέτο, την ευρωστία των Ελλήνων στη Μοζαμβίκη αποδεικνύουν έργα και υποδομές, όπως ο ναός της Αγίας Τριάδας στο κέντρο της Μπέιρα, που είναι η αρχαιότερη ορθόδοξη εκκλησία της υποσαχαρικής Αφρικής, αλλά και η εκκλησία των Παμμέγιστων Ταξιαρχών στο Μαπούτο.

Αναφερόμενος στις σχέσεις Ελλάδας - Μοζαμβίκης, ο κ. Μαρκέτος σημείωσε πως «αν και είμαστε ελάχιστοι, οι ντόπιοι μας εκτιμούν ιδιαίτερα» και επισήμανε την πρωτοβουλία του υπουργείου Εθνικής Άμυνας να δώσει δέκα υποτροφίες σε νέους της Μοζαμβίκης για να σπουδάσουν στην Ελλάδα.

«Αυτή είναι μια επένδυση για την Ελλάδα, καθώς οι νέοι αυτοί είναι οι δυνάμει φιλέλληνες, οι άνθρωποι που θα καταλάβουν ανώτερες και ανώτατες θέσεις στη Μοζαμβίκη», δήλωσε ο επίτιμος πρόξενος.

Η ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ
Παροικία στη χώρα από το 1899
Η πρώτη και μεγαλύτερη ελληνική παροικία της Μοζαμβίκης δημιουργήθηκε το 1899. Ως πρώτοι Ελληνες, που εγκαταστάθηκαν στην Μπέιρα, αναφέρονται οι καταγόμενοι από τη Λήμνο αδελφοί Παναγιώτης και Δημήτριος Παρασκευάς, οι οποίοι άνοιξαν αρτοποιείο το 1892. Την εποχή εκείνη, στα τέλη του 19ου αιώνα, καταγράφεται η ομαδική μετανάστευση Ελλήνων νησιωτών, κυρίως από την Κρήτη, την Κάσο και τη Λήμνο, οι οποίοι απασχολήθηκαν στην κατασκευή της σιδηροδρομικής γραμμής από τους Πορτογάλους, που θα ένωνε την Μπέιρα με το Σόλσμπερι, στη Νότια Ροδεσία. Με την ολοκλήρωση των έργων, οι περισσότεροι ομογενείς μας παρέμειναν εκεί και ασχολήθηκαν με το εμπόριο και τη γεωργία, και εκτός από τη Μπέιρα και το Μαπούτο μεγάλη και εύπορη ελληνική κοινότητα ιδρύθηκε και στην επαρχία της Βίλα Πέρι.

ΕΘΝΟΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια: