Το φωτορεπορτάζ πέθανε. Ζήτω το φωτορεπορτάζ!
Του ΝΙΚΟΛΑ ΖΩΗ
Τον περασμένο μήνα, ύστερα από 37 χρόνια εντυπωσιακής παραγωγής, το γαλλικό φωτογραφικό πρακτορείο Sygma έκλεισε. Οι φωτογράφοι του δεν συνέλαβαν μόνο μερικές από τις σημαντικότερες στιγμές στην ιστορία του 20ού αιώνα, αλλά διέπρεψαν και στην «ψυχαγωγική» εικονογραφία με τις φωτογραφίσεις διασημοτήτων.
Μήπως η τέχνη του φωτορεπορτάζ τα έχει φάει τα ψωμιά της; Οχι, απλώς αλλάζει. Οσο υπάρχουν ειδήσεις θα υπάρχει, λένε δύο έλληνες φωτορεπόρτερ
Το Sygma ιδρύθηκε το 1973 και το 1999 αγοράστηκε από τον κολοσσό του Μπιλ Γκέιτς, το φωτογραφικό πρακτορείο Corbis. Ακόμα και με έναν δισεκατομμυριούχο όμως για υποστηρικτή, η πορεία του ήταν μη αναστρέψιμη. Σημειώνοντας απώλειες μέχρι και 70 εκατομμυρίων ευρώ την τελευταία δεκαετία, το Sygma ανάγκασε τον Μάιο το Corbis να πάρει την «ιδιαίτερα δύσκολη απόφαση» και να κηρύξει τη χρεοκοπία του γαλλικού πρακτορείου. Οι φωτορεπόρτερ του δεν έπεσαν από τα σύννεφα. «Στο τέλος όλα κρίνονται από τους αριθμούς», δήλωνε πριν από λίγες ημέρες στους κυριακάτικους «Τimes» ο Ντέρεκ Χάντσον, στο πορτφόλιο του οποίου βρίσκονται εξώφυλλα από τον πόλεμο στο Βιετνάμ και τον πρώτο πόλεμο στον Κόλπο. «Η αλήθεια όμως», συμπλήρωνε, «είναι ότι το φωτορεπορτάζ έχει πεθάνει εδώ και πολύ καιρό».
Και το Sygma δεν είναι το μοναδικό παράδειγμα. Ενα από τα επιδραστικότερα περιοδικά, το αμερικανικό «Life», που στις δεκαετίες του ΄70 και του ΄80 πουλούσε περισσότερα από 13 εκατομμύρια αντίτυπα, έκλεισε το 2007. Το κάποτε διάσημο για τα φωτορεπορτάζ του «Νewsweek» αναζητάει σήμερα αγοραστή. Και από τα μεγάλα πρακτορεία που γεννήθηκαν ή τονώθηκαν από την κάλυψη του πολέμου στο Βιετνάμ, μόνο το Μagnum έχει επιβιώσει.
Τα «θεμέλια» του φωτορεπορτάζ μπορεί να εντοπιστούν στο μεταίχμιο μεταξύ του 19ου και του 20ού αιώνα και στα ονόματα του Μάθιου Μπράντι και του Τζέικομπ Ρις, που διαμόρφωσαν τον χώρο στα πρώτα του βήματα. Η γέννησή του, ωστόσο, τοποθετείται μάλλον στη δεκαετία του ΄30 και στην εποχή που ξεκίνησαν η Μάργκαρετ Μπουρκ Γουάιτ, ο Ρόμπερτ Κάπα και, φυσικά, ο Ανρί Καρτιέ Μπρεσόν: ο άνθρωπος που όρισε το πλαίσιο για τη μοντέρνα φωτογραφία και το φωτορεπορτάζ, και συνέβαλε στην ίδρυση του πρακτορείου Μagnum το 1947.
Η «χρυσή εποχή της φωτοδημοσιογραφίας» για πολλούς αρχίζει με τις ασυμβίβαστες και συχνά σκληρές εικόνες του Γιουτζίν Σμιθ από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και εκτείνεται με τη βοήθεια των-τότε διαρκώς ανερχόμενων- περιοδικών, μέχρι και τη δεκαετία του 1960. Μετά το τέλος του πολέμου στο Βιετνάμ και με την αυξανόμενη επιρροή της τηλεόρασης, το φωτορεπορτάζ ανακηρύχθηκε για πρώτη φορά νεκρό, αυτό που ήρθε όμως ήταν απλώς μια αλλαγή, αν όχι βελτίωση. Ηταν η περίοδος της ανόδου των features, των μεγάλων θεμάτων και των πολύμηνων αποστολών στις χώρες της Αφρικής, της Λατινικής Αμερικής και της Μέσης Ανατολής. Και όσο τα γεγονότα των τελευταίων δεκαετιών του 20ού αιώνα παρέμεναν «μεγάλα», η κάλυψή τους ήταν απαραίτητη.
Η ψηφιακή επανάσταση και το Διαδίκτυο ξαναμοίρασαν την τράπουλα. Από εκεί που η φωτογραφία, απαιτώντας την απόλυτη γνώση του εξοπλισμού, δεν συγχωρούσε λάθη και παραλείψεις, πλέον ικανοί ερασιτέχνες μπορούσαν να πετύχουν τις καταλληλότερες ρυθμίσεις, να ελέγξουν τη λήψη τους και, αν δεν τους ικανοποιούσε, να την επαναλάβουν. Αν ήθελαν, μάλιστα, μπορούσαν να την «ανεβάσουν» σε ειδησεογραφικά blogs και ιστοσελίδες όπως το flickr. Ταυτόχρονα, και για διάφορους λόγους, οι διαφημιστικές καταχωρίσεις στα περιοδικά μειώνονταν διαρκώς, ενώ πρακτορεία όπως το Corbis όχι μόνο ενίσχυαν, αλλά και χρησιμοποιούσαν συχνότερα το φωτο γραφικό αρχείο τους. Το αποτέλεσμα δεν ήταν για όλους ευχάριστο. Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ΜediaFinder.com, μόνο το 2009 έκλεισαν 428 περιοδικά σε όλον τον κόσμο, ενώ τα υπόλοιπα έβαλαν στην ατζέντα τους το θέμα της επιβίωσης.
Στο μεταξύ, ο κατά CΝΝ ορισμός της είδησης («είδηση είναι αυτό που γίνεται, όχι αυτό που έγινε»), είχε ήδη στρέψει τον φακό του φωτορεπορτάζ σε στιγμές που η τηλεόραση αγνοούσε: στις ανθρώπινες σχέσεις όπως διαμορφώνονται από τα γεγονότα, και στη στιγμιαία αλλά ανάγλυφη απεικόνιση χαρισματικών προσωπικοτήτων.
Τα παραπάνω έγιναν αντιληπτά και από μη επαγγελματίες και το 2008 το πρακτορείο Getty έκανε μια συμφωνία με το flickr, η οποία του επέτρεπε να «ψαχουλεύει» τις φωτογραφίες του site και, αν θέλει, να κανονίζει δουλειές με τους ερασιτέχνες δημιουργούς τους. Γιατί αυτό που αναζητούσαν πάντα τα μέσα ήταν άνθρωποι που ξέρουν να διηγηθούν μια ιστορία με μια φωτογραφία. Εδώ και χρόνια, μάλιστα, οι επιλογές τους έγιναν περισσότερες. Πλέον οι φωτογράφοι δεν είναι κυρίως άνδρες, Ευρωπαίοι ή Αμερικανοί, ενώ πολλοί από αυτούς λατρεύουν αυτό που κάνουν και ψάχνουν τρόπους να το διανείμουν, σε εποχές που η οικονομική δυσπραγία επηρεάζει τα μέσα.
Δεν είναι λίγα τα έντυπα που αντί να συμπεριλάβουν περισσότερους φωτογράφους στο προσωπικό τους βασίζονται στα πρακτορεία, στα προϊόντα δημοσίων σχέσεων και λιγότερο σε εξωτερικούς συνεργάτες. Και πότε όμως δεν συνέβαινε αυτό; Τη διαφορά την έκανε και την κάνει, όλο και εντονότερα, αυτός που τραβάει τις φωτογραφίες ή η προσπάθειά του να κάνει γνωστή τη δουλειά του. Στο κάτω κάτω, ακόμα αρέσουν οι εικόνες.
Από το 1978 ο βρετανός δημοσιογράφος Χάρολντ Εβανς τόνιζε ότι «ακόμα και αν το Εβερεστ έχει κατακτηθεί, θέλουμε να δούμε τη φωτογραφία ενός ανθρώπου να στέκεται στην κορυφή». Και αυτό που επιφυλάσσει το μέλλον για τη φωτοδημοσιογραφία φαίνεται να μην είναι τίποτα λιγότερο από αυτό που επιφυλάσσει και για τα γεγονότα που κόβουν την ανάσα και την οπτική αφήγησή τους. Το φωτορεπορτάζ μπορεί να πέθανε, να πρόκειται να πεθάνει, να αναστηθεί και να «αγιάσει» ή, να μεταμορφωθεί για άλλη μια φορά. Οσο όμως συμβαίνει κάτι εκεί έξω, οι άνθρωποι θα θέλουν να το δουν. Κρατώντας μια εικόνα στον σκληρό δίσκο, στο συρτάρι ή στα χέρια τους.
Ετικέτες
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ,
ΑΠΟΨΕΙΣ,
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΑ,
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ,
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου