"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


Αυτό είναι σωστό, κύριε πρόεδρε;

Ο δικηγόρος Ευαγγελος Γαλετζας θυμάται

Ο κατηγορούμενος στην υπόθεση αυτή ήταν ιδιοκτήτης καταστήματος ψιλικών ειδών σε γνωστή πλατεία του κέντρου της Αθήνας. Κάποιo απόγευμα εμφανίσθηκε στο κατάστημά του ένας πελάτης, ο οποίος αγόρασε διάφορα είδη που η αξία τους ήταν σχετικά υψηλή. Ενημέρωσε ότι θα πλήρωνε με δολάρια, γιατί μόλις είχε έλθει στην Αθήνα και δεν είχε προλάβει να πάει στην τράπεζα. Αφού βεβαίωσε τον καταστηματάρχη ότι τα δολάρια ήταν γνήσια, τα είχε φέρει από την Αμερική, έδωσε τρία χαρτονομίσματα των 100 δολαρίων. Υπολόγισαν την αξία των ειδών που αγόρασε, έκαναν και την αντιστοιχία των δραχμών με το δολάριο και πήρε και τα ρέστα.

Το πρωί της επόμενης ημέρας ο έμπορος εμφανίσθηκε στην τράπεζα και έδωσε τα χαρτονομίσματα στον υπάλληλο του τμήματος συναλλάγματος. Τα χαρτονομίσματα ήταν καταφανώς πλαστά. Τον ενημέρωσε ότι αφού ήταν πλαστά έπρεπε να τα καταστρέψει, διότι είχε ποινική ευθύνη. Στην προσπάθειά του να τον αποτρέψει να επιμείνει, του είπε ότι εάν συνέχιζε τη διαδικασία θα έπρεπε να καλέσει την αστυνομία.

Ο έμπορος επέμενε και κλήθηκε η αστυνομία. Οι αστυνομικοί διαπίστωσαν και αυτοί ότι ήταν πλαστά τα χαρτονομίσματα και τον απέτρεψαν να επιμείνει. Ζήτησε να τα δώσει στην τράπεζα, να πληρωθεί, να τα στείλουν για έλεγχο και εάν προέκυπτε ότι ήταν πλαστά, υποσχέθηκε ότι θα επέστρεφε το ποσό της εξαγοράς. Αλλωστε, είχε λάβει διαβεβαίωση από τον πελάτη ότι τα δολάρια ήταν γνήσια.

Ετσι, η υπόθεση συνεχίστηκε ενώπιον του Αυτοφώρου Τριμελούς Πλημμελειοδικείου, όπου παραπέμφθηκε κατηγορούμενος για το αδίκημα της απόπειρας κυκλοφορίας παραχαραγμένων νομισμάτων.

Στη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας ξετυλίχθηκε σε όλη της την έκταση η υπόθεση και κατέθεσαν ως μάρτυρες ο υπάλληλος της τράπεζας και ο αστυνομικός, οι οποίοι εξιστόρησαν τα πραγματικά περιστατικά.

Εκδηλη ήταν η απορία του δικαστηρίου και ρώτησε ο πρόεδρος: «Αφού σου είπαν ότι ήταν πλαστά τα χαρτονομίσματα, γιατί επέμενες να τα δώσεις στην τράπεζα για εξαγορά».

- Κύριε πρόεδρε, πούλησα τα πράγματά μου, έδωσα και ρέστα. Μου είπε ότι ήταν γνήσια. Ηθελα να δω αν πράγματι πιάστηκα κορόιδο.

Εξεδόθη η απόφαση του δικαστηρίου, η οποία απαγγέλθηκε από τον πρόεδρο. «Δεχθέν το Δικαστήριο ότι η πράξη ήταν απρόσφορη απόπειρα εξ αντικειμένου κυκλοφορίας παραχαραγμένων νομισμάτων, η οποία τελέσθηκε εξ ευηθείας, κρίνει τον κατηγορούμενο ατιμώρητο».

Σηκώθηκε ο κατηγορούμενος και απευθυνόμενος στον πρόεδρο είπε:

- Δεν ξέρω τι σημαίνει αυτό κ. πρόεδρε, κατάλαβα, όμως, ότι με την απόφασή σας δεχθήκατε ότι είμαι κορόιδο. Είναι σωστό αυτό;

Δεν υπάρχουν σχόλια: