Γάμος και υγεία
Του ΘΑΝΑΣΗ ΤΣΙΤΣΑ
Το 1858, ο Βρετανός επιδημιολόγος Ουίλιαμ Φαρ είχε ξεκινήσει να μελετά αυτό που αποκαλούσε «συζυγική κατάσταση» των πολιτών της Γαλλίας. Διαίρεσε τον ενήλικο πληθυσμό σε τρεις κατηγορίες: τους «παντρεμένους», που αποτελούνταν από συζύγους, τους «εργένηδες», δηλαδή όλους εκείνους που ποτέ δεν είχαν παντρευτεί, και τέλος τους «ζωντοχήρους», μια κατηγορία που αφορούσε εκείνους που είχαν βιώσει τον θάνατο του ή της συζύγου τους.
Χρησιμοποιώντας τα αρχεία γεννήσεων, θανάτων και γάμων, ο Φαρ ανέλυσε τα ποσοστά θνησιμότητας από τρεις παραπάνω ομάδες σε διάφορες ηλικιακές φάσεις. Αυτή η πρωτοποριακή μελέτη βοήθησε στην καθιέρωση του τομέα της ιατρικής στατιστικής και έδειξε επίσης ότι οι άγαμοι απεβίωναν από ασθένειες σε αδικαιολόγητες αναλογίες σε σχέση με τους παντρεμένους. Στη χειρότερη θέση έναντι όλων, αναφορικά με την υγεία τους, ήταν όλοι εκείνοι που είχαν χηρέψει πρόωρα.
Ενώ η μελέτη του Φαρ δεν είναι πλέον σχετική με τις κοινωνικές πραγματικότητες του 21ου αιώνα, οι αρχικές του διαπιστώσεις έχουν αντέξει τη δοκιμασία του χρόνου. Οι επικριτές του, όμως, έχουν δικαίως προειδοποιήσει ότι μπορεί να υπάρχουν κάποιες παρερμηνείες των ευρημάτων της. Σύμφωνα με ρεπορτάζ των «Νιου Γιορκ Τάιμς», αρκετοί επιδημιολόγοι υποστηρίζουν σήμερα ότι η βελτίωση της υγείας ενός ατόμου που παντρεύτηκε αντανακλά μερικές φορές απλώς το γεγονός ότι οι υγιείς άνθρωποι είναι πολύ πιο πιθανό να παντρευτούν.
Στα 150 χρόνια από την εποχή που συνέταξε τη μελέτη του ο Φαρ, οι επιστήμονες συνέχισαν να τεκμηριώνουν το «πλεονέκτημα του γάμου», επισημαίνοντας ότι απολαμβάνουν περισσότερα χρόνια ζωής (π.χ. λιγότερα καρδιακά επεισόδια και χειρουργικές επεμβάσεις, μικρά ποσοστά καρκίνου και άνοιας) από όλους εκείνους που προτιμούν να μη χορέψουν τον χορό του Ησαΐα.
Για πολλές δεκαετίες τέτοιες μελέτες στις ΗΠΑ είχαν επηρεάσει τις πολιτικές για την προώθηση του γάμου. Την περίοδο μεταξύ 2006-2010, το αμερικανικό υπουργείο Υγείας ξόδεψε σχεδόν 700 εκατ. δολάρια ώστε να προωθήσει συγκεκριμένα προγράμματα, με στόχο τη μείωση των διαζυγίων.
Παρά ταύτα και ενώ είναι σαφές ότι ο γάμος είναι βαθιά συνδεδεμένος με την υγεία και την ευημερία, νέες έρευνες παρουσιάζουν όλο και λιγότερο κατηγορηματικά τα πλεονεκτήματα του γάμου.
Μια πρόσφατη μελέτη του Πανεπιστημίου του Οχάιο έδειξε ότι ένας αγχωτικός γάμος μπορεί να είναι τόσο κακός για την καρδιά όσο και η τακτική συνήθεια του καπνίσματος. Επιπλέον, έρευνα που δημοσιεύτηκε πέρσι έδειξε ότι οι εργένηδες, οι οποίοι δεν έχουν παντρευτεί ποτέ στη ζωή τους, έχουν καλύτερη υγεία σε σχέση με εκείνους που παντρεύτηκαν και εν συνεχεία χώρισαν.
Συμπέρασμα; Ο Φαρ επισήμανε τη σωστή κατεύθυνση, αλλά ήταν υπερβολικός για τη σημασία του θεσμού του γάμου και υποτίμησε την ποιότητα και τον χαρακτήρα του ίδιου του γάμου. Και η Στέφανι Κουνζ, ιστορικός γάμων, το τοποθετεί στους «Τάιμς» μάλλον στη σωστή του βάση: «Οταν διαχωρίζουμε τους καλούς γάμους από τους κακούς, μαθαίνουμε ότι είναι η σχέση και όχι ο θεσμός που είναι το κλειδί στην υπόθεση».
ΠΗΓΗ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
Ετικέτες
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ,
ΑΝΘΡΩΠΟΣ,
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ,
ΕΡΕΥΝΕΣ,
ΣΧΕΣΕΙΣ,
ΥΓΕΙΑ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου