"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


Ονειρεύτηκα την Ελλάδα

Της ΡΙΚΑΣ ΒΑΓΙΑΝΗ

Μετά από έκτακτη σύσκεψη  των  Συλλόγων  τους, οι Έλληνες δικηγόροι διαμαρτύρονται για την «εξωθεσμική» επίσκεψη εκπροσώπων της Τρόικας σε φορείς της Δικαιοσύνης. Επιφυλάσσονται δε, του δικαιώματός τους να επικαλεσθούν το άρθρο 120 του Ελληνικού Συντάγματος και συγκεκριμένα την παράγραφο 4, η οποία,  μεταξύ  άλλων,  όχι μόνο νομιμοποιεί, αλλά και καθιστά υποχρεωτική για τους Έλληνες την αντίσταση σε κάθε προσπάθεια βίαιης κατάλυσης της συνταγματικής τάξης. 

Αν βγάλεις στην άκρη τα ξερά νομικά, οι  δικηγόροι ονειρεύονται την Ελλάδα.

 

Ποιος τους χέζει τώρα τους δικηγόρους; Είναι γνωστό πρόκειται για ένα μάτσο  απατεώνες. Κι αυτοί και το σινάφι τους. Οι δικαστές; Κρύβε λόγια, μια παρέα είναι όλοι τους. Οι πολιτικοί; Είναι σάπιοι. Οι δημοσιογράφοι; Είναι γνωστό, αυτοί είναι ρουφιάνοι. Και αλήτες. (Και το χειρότερο όλων-δημοσιογράφοι).  Α, να μην ξεχάσω και τους δημόσιους υπάλληλους, που είναι όλοι διορισμένοι με μέσο, κάτι βολεμένα παράσιτα.
(Ονειρεύτηκα την Ελλάδα. Ονειρεύτηκα τον Σεφέρη και τον Καρυωτάκη-δημόσιοι υπάλλήλοι και οι δύο).


Ποιος να διαμαρτυρηθεί; 


Οι  διαδηλωτές είναι μπαχαλάκηδες. Οι  μπάτσοι πουλάνε την ηρωϊνη. Και είναι απαραιτήτως όλοι, τους, σαδιστικά φασιστόμουτρα. Οι συνδικαλιστές είναι  βλαμμένοι, και  κολλημένοι με το Στάλιν.  Οι επιχειρηματίες είναι αιματορυφήχτρες. Οι ταξιτζήδες, γουρούνια που καταστρέφουν τον τουρισμό. Οι φορτηγατζήδες αναίσθητοι παρτάκηδες.  Τα μοντέλα παίρνουν κόκα και κάνουν βίζιτες.  Οι καλλιτέχνες είναι  λαπάδες. Η  αδελφές. Η και τα δύο μαζί.
(Ονειρεύτηκα τον  Γιάννη Ρίτσο. Ονειρεύτηκα τον Μάνο Χατζηδάκι. Ονειρεύτηκα τον Κάρολο Κουν.)


Τα παιχνίδια μας είναι στημένα. Τα καλλιστεία σικέ. Οι διαιτητές πουλημένοι. Οι  προπονητές μας πουσάρουν χημείες. Οι αθλητές μας ντοπαρισμένοι.
(Ονειρεύτηκα τον Φειδιπίδη και τον Σπύρο Λούη. Ονειρεύτηκα τον Γιώργο Κούδδα και το Νίκο Γκάλη. Ονειρεύτηκα τη Σοφία Σακοράφα και τον Παναγιώτη Γιαννάκη,  τον Βλάσση Μάρα και τα κορίτσια του πόλο).


Οι φοιτητές  μας είναι ηλίθιοι. Οι καθηγητές τους πανηλίθιοι. Οι μαθητές είναι αγράμματοι. Οι δάσκαλοι είναι άχρηστοι. Τα παιδιά μας είναι βλαμμένα. Τα σκυλιά μας έχουν τσιμπούρια. Τα γατιά μας έχουν τοξόπλασμα.  Η Γενιά του Πολυτεχνείου βολεύτηκε και  ξεπούλησε τη χώρα.
(Ονειρεύτηκα τον Διομήδη Κομνηνό. Ονειρεύτηκα  τη Μαρία  Δαμανάκη. Ονειρεύτηκα τον  Δημήτρη Παπαχρήστο


Οι επιχειρηματίες είναι αιματορουφήχτρες. Οι Αθηναίοι είναι μαλάκες. Οι Σαλονικιοί  είναι Βούλγαροι. Οι Λαρισαίοι είναι βλάχοι. Οι παπάδες είναι ληστο-συμμορία.
(Ονειρεύτηκα τον Παπαφλέσσα και τον Πατέρα  Νικόλαο Πηρουνάκη. Ονειρεύομαι τον ιερέα  Αντώνιο Παπανικολάου στην «κιβωτό της Αγάπης», στον Κολωνό)


Οι  Αγανακτισμένοι είναι κάτι  άχρηστοι χασικλήδες που κατασκήνωσαν  φέτος στο Σύνταγμα επειδή ήταν φθηνότερα από τη Φολέγανδρο.  Ο Κραουνάκης είναι ΜΚΟ. Ο  Μίκης είναι ξεκούτης.  Ο Νιόνιος  ξεπουλήθηκε στους πλούσιους. 
(Ονειρεύτηκα τα «Λιανοτράγουδα»  και το  «Αξιον Εστί». Ονειρεύτηκα  τα «Σκουριασμένα Χείλη», και τη «Λυσιστράτη». Ονειρεύτηκα το «Φορτηγό», το «Γεννήθηκα στη Σαλονίκη», και τη «Συννεφούλα μου»)


Όλοι. Εναντίον.  Όλων. Με παλμό- και αυτοκτονική  λύσσα. Γιατί, στην τελική, ο μόνος  Έλληνας που είναι εντάξει, είμαι εγώ. Εγώ να ζήσω. Εγώ να φάω. Όλοι οι άλλοι να ψοφήσουν.
(Ονειρεύομαι ότι δίνουμε τα χέρια. Ονειρεύομαι ότι σταματάμε να ξεσκίζουμε   πέτσες  από  τις σάρκες του διπλανού μας, τη στιγμή που μας κάνει όλους  μια χαψιά το θεριό).


Κάθε επαγγελματική τάξη, κάθε πολιτική παράταξη,  ιδιότητα, ή θεσμός,  ακόμα και ο ανώνυμος ιδιώτης,  που εκφράζει την αγανάκτησή του, έχει συστηματικά απαξιωθεί  και απογυμνωθεί από το δικαίωμα της διαμαρτυρίας εναντίον της οποιασδήποτε αδικίας. Με τι μούτρα να μιλήσει και ποιος;  Ο μισθωτός  που έπαιρνε ψεύτικες υπερωρίες; Ο ελεύθερος επαγγελματίας που  έκλεβε τις εφορίες; Ο αγρότης  που  πλακωνόταν στα τσίπουρα και ρευόταν  στα τρακτέρ, χορτασμένος από τις επιδοτήσεις; 

Ελληνες. … Πάρε τον έναν και κωλοχτύπα τον άλλον.

Ένα μάτσο λαμόγια, όλοι τους.   

(Ονειρεύτηκα  τον Διονύσιο Σολωμό. Ονειρεύτηκα τον Γιάννη Τσαρούχη. Ονειρεύτηκα την Πηνελόπη Δέλτα. Ονειρεύτηκα τον Σουρή, τον Κάλβο και τνο Ροϊδη, ονειρεύτηκα τον Ομηρο,τον Παπάζογλου και τον Ρασούλη.  Ονειρεύτηκα τον Ελύτη και τον Παπανικολάου, την Μαρία  Κάλλας και τον Μάρκο Βαμβακάρη.. Ονειρεύτηκα τον Κώστα Γαβρά. Ονειρεύτηκα τη Μελίνα Μερκούρη. Ονειρεύτηκα τη  Νάνα Μούσχουρη.)

Μαζί τα φάγαμε. Δεν δικαιούμεθα για να ομιλούμε. Σκασμός, παράσιτα. Σκασμός.  Το κεφάλι κάτω.
(Ονειρεύτηκα, μακριά από την πατρίδα,  πως γίναμε, λέει, πατρίδα. Πως βάζαμε  Ιστορία και πλάτη ο ένας για τον άλλον. Στα καλά και στα ζόρια. Στη φτώχεια και τον πλούτο. Στην αρρώστια και την υγεία.)
 

Ονειρεύομαι την Ελλάδα.
Μη με ξυπνάτε ακόμα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: