"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


Το τέλος των υποσχέσεων

Tης Mαριας Kατσουνακη

Πώς μπορεί ο αρθρογράφος να αποφύγει τα στερεότυπα; Τι σημαίνει και πώς «οργανώνεται» ένα στερεότυπο; Ενα εύστοχο σχόλιο που αναρτήθηκε στο Διαδίκτυο κάτω από το άρθρο με τίτλο «Προσεχώς από μια ζωή που έγινε ξένη» το οποίο περιέγραφε την ανεργία στη γενιά των σαραντάρηδων, μας υποχρεώνει να επιστρέψουμε. Οχι για να ανασκευάσουμε ή για να απολογηθούμε.

Η αποστολέας Ελ. Τρ. διανύει μια ενδιαφέρουσα πορεία από τον έπαινο στην αμφισβήτηση: «Τα πράγματα είναι ακριβώς έτσι. Ενα μεγάλο ποσοστό γυναικών λιώνουν μέσα στα σπίτια μην μπορώντας να πληρώσουν ούτε ένα καφέ και βλέπουν την απομόνωση να μεγαλώνει μέρα με τη μέρα, το ταλέντο και τις ικανότητές τους να χαραμίζονται μπροστά στο χαζοκούτι, καθώς ο χρόνος κυλά μάταια προς αναζήτηση μιας κάποιας λύσης ή απόδρασης». Και στην τελευταία παράγραφο συνοψίζει: «Με τρόμαξε το άρθρο αυτό όχι γιατί δεν είναι ειλικρινές, αλλά γιατί ένιωθα να εδραιώνει μια για πάντα τις “σαράντα και κάτι” σαν αξιολύπητες χαμένες περιπτώσεις στη συνείδηση των αναγνωστών μεγαλύτερων ή μικρότερων. Υπερβολική ευαισθησία; Μπορεί… Κατά βάθος μια μεγάλη καχυποψία για καθετί που δημιουργεί στερεότυπα από αυτά που πνίγουν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης».

Δεν έχει σημασία αν το συγκεκριμένο κείμενο ανήκε ή όχι σε αυτήν την κατηγορία. Προέχει το παράπονο του αναγνώστη. Η αγωνία μήπως αρχειοθετηθεί μια ολόκληρη γενιά ως «αξιολύπητη, χαμένη περίπτωση».

Γράφουμε, κάποτε για να προλάβουμε τα χειρότερα, κάποτε για να ξορκίσουμε τη θλίψη που γεννιέται από την παρατήρηση και τις αφηγήσεις. Τα περιστατικά πυκνώνουν, ο καθένας ακούει ή συναντάει σχεδόν καθημερινά ανθρώπους χωρίς δουλειά, με λειψά οικονομικά, με αντιξοότητες που ροκανίζουν τα πλεονεκτήματα της νιότης. Οι 40άρηδες απογυμνώνονται από τα προνόμιά τους. Παιδιά μιας σύνθετης κληρονομιάς ταλαντεύονται ανάμεσα στη νοσταλγία για πολύ κοντινές εποχές και τον θυμό που προκαλεί η μεγάλη διάψευση. «Ο κόσμος φτωχός σε εκπληρώσεις είναι πάντα πλούσιος σε υποσχέσεις», έλεγε ο φιλόσοφος Μποσσυέ. Τώρα, ζούμε και το τέλος των υποσχέσεων.

Είναι άραγε όλα τόσο άσχημα και ανέλπιδα; Μήπως είναι απλώς πολύ πραγματικά και δυσκολευόμαστε να διαχειριστούμε επιβεβλημένες αλήθειες; Και από την άλλη, πώς να ακολουθήσουμε τις συμβουλές των ψυχραιμότερων: «επινόησε», «ανάτρεψε», «αναζήτησε»; Πώς να «μεταμορφώσουμε το τετριμμένο», να παρακάμψουμε το στερεότυπο της κρίσης και να αντισταθούμε στην υποτίμηση της καθημερινότητας;

Δεν υπάρχουν πρόσφατα καταγεγραμμένα χαρακτηριστικά της γενιάς των 40 και κάτι, και μόνο αυθαίρετα συμπεράσματα μπορούν να εξαχθούν βασισμένα στις μαρτυρίες του περίγυρου. Οι περιγραφές δεν συγκλίνουν σε μνημόσυνα, αλλά στην ελπίδα μιας ανατροπής, ενός απρόσμενου συμβάντος. Ονειρευόμαστε την έλευση του τυχαίου που θα σαρώσει την εξουθένωση και την παραίτηση.

Αντιφατική εποχή, αντιφατικά συναισθήματα. Μες στην ανατροπή των δεδομένων κυοφορούνται ριζικές αλλαγές. Οι καιροί μάς καλούν να σκεφτούμε, να επανατοποθετήσουμε επιθυμίες, να ανατρέψουμε τα στερεότυπα, τις ομογενοποιήσεις. Καμιά κατηγορία επαγγελματική ή κοινωνική, δεν αποτελείται από ρέπλικες. Από ομοίους, ίδιους και απαράλλαχτους. Οι γενικεύσεις καλύπτουν αμηχανίες, μας προστατεύουν από το απροσδιόριστο, βάζουν μια επισφαλή τάξη - στις σκέψεις κυρίως. Και υπαγορεύουν ένα ψευδεπίγραφο αίσθημα του ανήκειν. Σε μια ομάδα, σε μια παράταξη, σε μια τάση.

Και στο κάτω κάτω, όσο βαριά και δυσοίωνη είναι αυτή η εποχή, άλλο τόσο προσφέρεται για νέες βάσεις. Υγιέστερες, σαφέστερες, χωρίς ψευδοσυνενοχές και εξωραϊσμούς. Και χωρίς ενοχές και παλιά χρέη.

Οπως έγραψε ο Ράινερ Μαρία Ρίλκε: «Ας μη βγάζουμε οριστικά συμπεράσματα, ας αφήσουμε στον καθένα τη δυνατότητα να πέφτει, να σηκώνεται, να χάνει τον δρόμο του δίχως να εγκλωβίζεται σε μια κρίση. Υπάρχει κάποια αλήθεια στη θεωρία της μετενσάρκωσης: εδώ, σε αυτή τη γη, μπορούμε να ζήσουμε πολλές ζωές, μπορούμε να ξαναγεννιόμαστε, να ξαναρχίζουμε, να αλλάζουμε πορείες (…). Δεν είμαστε μήτε σωσμένοι μήτε καταδικασμένοι και πεθαίνουμε όλοι μας “κάπου στο ημιτελές”».

Δεν υπάρχουν σχόλια: