Tελικά ποιον βοηθά ο μηχανισμός στήριξης στην Ευρώπη?
Του JAMES SAFT / The New York Times
Αν είχατε ποτέ αμφιβολία για το γεγονός ότι ο μηχανισμός στήριξης της Ευρωζώνης αποτελεί στην πραγματικότητα έναν μηχανισμό στήριξης των τραπεζών, και ιδιαίτερα των γαλλικών και των γερμανικών τραπεζών, ρίξτε μια ματιά στην τελευταία έκθεση της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών (BIS).
Το πακέτο 1 τρισ. δολαρίων, που ανακοινώθηκε τον Μάιο από την Ευρωπαϊκή Ενωση, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, διαφημίστηκε ως ένα είδος στήριξης της προσπάθειας των προβληματικών κρατών της νοτίου Ευρώπης να επιβάλουν δημοσιονομική πειθαρχία και να δημιουργήσουν μια αξιόπιστη πορεία προς τη σταθερότητα.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς πώς θα μπορούσε να τη βοηθήσει να εξέλθει της τρύπας στην οποία περιήλθε από τα μέτρα λιτότητας, τα οποία αναμένεται να την οδηγήσουν στην τιμωρία μιας ύφεσης μεγάλης διάρκειας.
Το γιατί οι ευρωπαϊκές αρχές αποφάσισαν να προωθήσουν τον συγκεκριμένο στόχο, χωρίς ταυτοχρόνως να μεταφέρουν ένα μέρος του πόνου στις τράπεζες μέσω της αθέτησης υποσχέσεων πληρωμών ή αναδιάρθρωσης χρέους, φαντάζει ακόμα λιγότερο λογικό.
Η συνολική έκθεση των τραπεζών της Γαλλίας και της Γερμανίας σε Πορτογαλία, Ιταλία, Ελλάδα, Ισπανία διαμορφωνόταν στο τέλος του 2009 στα 950 δισ. δολ., σύμφωνα με την BIS. Επιπλέον, η έκθεσή τους στο δημόσιο χρέος των συγκεκριμένων χωρών αντιστοιχεί στο 12,1% του κεφαλαίου Tier 1 για τις γερμανικές τράπεζες και στο 8,3% για τις γαλλικές. Συνολικά, η έκθεση των ευρωπαϊκών τραπεζών στις τέσσερις χώρες βρίσκεται στα 1,58 τρισ. δολάρια, εκ των οποίων τα 254 δισ. δολάρια σηματοδοτούν άμεσο κυβερνητικό κίνδυνο.
Το ταμπού εναντίον της χρεοκοπίας –που θα ήταν ο πιο καθαρός και σίγουρος τρόπος για την επιστροφή σε μια διατηρήσιμη βάση και θα μπορούσε να συνδυαστεί με την απαίτηση από τις χώρες να δράσουν με υπευθυνότητα– υπάρχει διότι μια χρεοκοπία θα άνοιγε ένα ακόμη πιο περίπλοκο πρόβλημα, που είναι το ανεπαρκώς κεφαλαιοποιημένο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα.
Είναι λογικό να βλέπουμε την έκθεση στις προβληματικές περιοχές της Ευρωζώνης συλλογικά, λόγω του κινδύνου μετάδοσης της κρίσης, ωστόσο η Ελλάδα βρίσκεται με διαφορά στη χειρότερη θέση.
Το κόστος χρηματοδότησης των τραπεζών έχει αυξηθεί, σε μια ένδειξη περιορισμένης εμπιστοσύνης, με τον οίκο αξιολόγησης Moody’s να υποβαθμίζει την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας σε junk και το κόστος ασφάλισης έναντι του κινδύνου αθέτησης πληρωμών (CDS) του χρέους των Πορτογαλίας, Ισπανίας, Ελλάδας και Ισπανίας να έχει ξεπεράσει το επίπεδο στο οποίο βρισκόταν τον Μάιο, όταν θεσπίστηκε ο μηχανισμός στήριξης. Παρά το γεγονός ότι δόθηκαν στην Ελλάδα μερικά χρόνια ζωής, δεν υπάρχει εγγύηση ότι θα διατηρηθεί η πίστη στις ελληνικές τράπεζες.
Παρόλο που έχει σημειωθεί ελάχιστη ενίσχυση του δανεισμού εντός των συνόρων, εξαιρουμένων των δανείων προς την κυβέρνηση, ο δανεισμός των ελληνικών τραπεζών προς το εξωτερικό έχει σημειώσει μια αξιοπρόσεκτη άνοδο.
Ο αναλυτής της Lombart Street Research στο Λονδίνο, Τζέιμι Ντανχάουζερ, το εκλαμβάνει ως μια ένδειξη της ανάγκης στήριξης των θυγατρικών των ελληνικών τραπεζών στο εξωτερικό, οι οποίες θεωρεί ότι αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην άντληση κεφαλαίων. Η κύρια υποστήριξη έρχεται από την Τράπεζα της Ελλάδος, το επίπεδο δανεισμού της οποίας προς τις ελληνικές τράπεζες διαμορφωνόταν στα τέλη Απριλίου στα 90 δισ. ευρώ, με 123 δισ. να έχουν δεσμευτεί ως εχέγγυα.
Προκειμένου να εμποδίσουν τη φυγή καταθέσεων, οι ελληνικές τράπεζες αυξάνουν τα επιτόκια που πληρώνουν. Αυτό, όμως, θα τις καταστήσει ακόμα λιγότερο επικερδείς και ικανές να αντεπεξέλθουν στο επερχόμενο κύμα απομειώσεων, καθώς οι εγχώριοι και εμπορικοί δανειολήπτες της Ελλάδας θα αθετούν τις υποχρεώσεις πληρωμών τους εξαιτίας της ύφεσης που θα προκαλέσουν τα μέτρα λιτότητας. Ταμπού ή όχι, ίσως αποδειχθεί δύσκολο να μείνει στο μπουκάλι του το τζίνι της χρεοκοπίας.
Ετικέτες
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ,
ΔΝΤ,
ΕΛΛΑΔΑ,
ΞΕΝΟΣ ΤΥΠΟΣ,
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου