Από την παιδεία λείπουν πολλά. Πρωτίστως τα λεφτά για τις υποδομές. Η Ελλάδα υποχρηματοδοτεί την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, με αποτέλεσμα να λείπουν τα σύγχρονα εκπαιδευτικά εργαλεία, αλλά ταυτόχρονα είναι γαλαντόμος στις προσλήψεις εκπαιδευτικών.
Πριν από την κρίση τουλάχιστον είχαμε τους διπλάσιους αναλογικά δάσκαλους και καθηγητές σε σχέση με τη Φινλανδία, αλλά η Φινλανδία πρωτεύει στα αποτελέσματα της εκπαίδευσης, ενώ η Ελλάδα συνωστίζεται στις κάτω βαθμίδες με άλλες τριτοκοσμικές χώρες.
Αυτό δεν είναι τυχαίο. Οπως σε όλα τα πράγματα, η αποτελεσματικότητα είναι χαμηλά διαβαθμισμένη στις προτεραιότητες της πολιτείας αλλά και της κοινωνίας. Σε κάθε επίπεδο της εκπαίδευσης διαμορφώθηκε ένα σύστημα που δεν είχε στόχο την καλύτερη παιδεία των μαθητών, αλλά την επίλυση του προβλήματος της ανεργίας χιλιάδων αποφοίτων που βγαίνουν από τα πανεπιστήμια. Εξ ου και η μοναδική στον κόσμο ιδιότητα του «αδιόριστου εκπαιδευτικού».
Δεύτερον, το σύστημα των εισαγωγικών εξετάσεων στα πανεπιστήμια δεν έχει πρώτο στόχο την αξιολόγηση των μαθητών ανάλογα με τις γνώσεις τους. Η προσπάθεια της μεγιστοποίησης του αδιάβλητου των εξετάσεων επέτυχε να μην μπαίνουν στα πανεπιστήμια οι καλύτεροι, αλλά εκείνοι που ξόδεψαν άπλετο χρόνο για να αποστηθίζουν κεφάλαια από τα σχολικά εγχειρίδια.
Αυτό έχει δύο συνέπειες.
Αφενός, τα παιδιά μισούν το διάβασμα -κάτι που το πληρώνουν σε όλη τη μετέπειτα ζωή τους- και, αφετέρου, εξαναγκάζονται να καταπνίγουν την πρωτοβουλία, τη σύνθεση, τον νεωτερισμό. Ξέρουν από τα μικρά τους χρόνια ότι, αν ξεφύγουν από την πεπατημένη, το όνειρο των γονιών τους, που γίνεται και δικό τους όνειρο, κινδυνεύει να χαθεί.
Το γεγονός ότι η αποτελεσματικότητα δεν μετρά είναι εμφανές και από το θέμα των «αιώνιων φοιτητών» που τώρα ονομάζονται και «λιμνάζοντες». Αφού πέρασαν, ουδείς ενδιαφέρθηκε γι’ αυτούς. Δεν ενδιαφέρθηκαν οι πρυτανικές αρχές και ίσως δολίως:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου