"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


ΘΡΗΣΚΕΙΑ - ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ - ΑΝΘΡΩΠΟΣ: Καπως έτσι

ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ

Στα παιδικά του χρόνια ίσως και να έκανε σκανταλιές. Αθώες, όπως τα παιδιά. Λέγεται ότι ένας συνομήλικός του, κάποτε, πήγε να φιλήσει μια εικόνα κι εκείνος του έκλεισε το μάτι και του ψιθύρισε πως φεύγοντας ο παπάς, θα βγει έξω να παίξει με τα άλλα παιδιά.

Μεγάλωνε, κι η μάνα του -άγια γυναίκα- τον καμάρωνε και -σαν όλες τις άγιες μανάδες- λαχταρούσε με την έγνοια του. 

Τον ορμήνευε να προτιμά την αλήθεια της σιωπής, για να μην μπλέξει με τους ανθρώπους-θεριά που δεν μπορούν το φως να το σηκώσουν. Αλλά και τον πρόσταζε: Οχι σκλάβος ή προδότης!

Σιγά σιγά έμαθε την τέχνη του πατέρα του και τον βοηθούσε. Εκοβε το ξύλο, το λάξευε, το σμίλευε, το μετέτρεπε σε πολύτιμο εργαλείο για των ανθρώπων τις ανάγκες. Εγινε τεχνίτης καλός. Μάστορας.  

Το σύμπαν μέσα του μεγάλωνε. Κάποτε, ένιωσε ότι δεν χωράει. Και μια μέρα έφυγε μακριά! Ανθρώπου μάτι δεν τον είδε, σε μέρη απάτητα ταξίδεψε, μόνος του, αυτός και η άλλη φύση του η απόκοσμη. Αυτός κι ο εαυτός του. Σαν ραντεβού που ξεκαθαρίζουν λογαριασμοί, «και τώρα οι δυο μας», κανονικός πόλεμος.

Κάποτε τέλειωσε η «μάχη» κι επέστρεψε. Αλλιώτικος. Πλέον σμίλευε ψυχές. Γνώρισε καινούργιες παρέες, απλούς ανθρώπους μεροκαματιάρηδες, τους μίλησε από καρδιάς κι εκείνοι άκουσαν τη δική τους καρδιά και τον ακολούθησαν. Μαζί μοιράζονταν και το ψωμί και το φαΐ και τα ρούχα και τα παπούτσια και τις ευκαιριακές στέγες και τις ίδιες ανάσες.

Ανθρωποι έτρεχαν να τον δουν, να τον ακούσουν και να του ζητήσουν να κάνει τα αδύνατα δυνατά. Το μήνυμα που τους μετέδιδε ήταν πρωτοποριακό. Αλλάζουμε τον κόσμο, αλλάζοντας μέσα μας. Αγάπη. Συγχώρεση. Ισότητα. Αδελφοσύνη. Αλληλεγγύη. Δικαιοσύνη. Θυσία. Αυτοθυσία. Ειρήνη. Ετσι γαληνεύει η ψυχή, έτσι έρχεται πιο κοντά η αιωνιότητα, έτσι το ανθρώπινο προσεγγίζει το θείο. Το ιδανικό.

Τα έλεγε αλλά ταυτόχρονα πάλευε γι' αυτά. Μπροστάρης κι οδηγητής, με το ρόδο και μαζί το φραγγέλιο. 

 Τον άκουγαν οι άνθρωποι και τον πίστευαν. Λίγοι στην αρχή, περισσότεροι αργότερα. Κι όλο πλήθαιναν. Τόσο, που να θολώνει το ίδιο το μήνυμα. Βασιλιά ήθελαν. Οχι δάσκαλο. 

Δεν τους έκανε το χατίρι. Επέμενε σ' αυτά που πίστευε. Κι εκείνοι τον παρέδωσαν στους δήμιους.  

Το υπέμεινε. Κι έτσι, καθαγίασε το πάθος (του ρήματος πάσχω), την αγωνία (του ρήματος αγωνίζομαι) και την ανθρωπιά (του ρήματος άνω-θρώσκω)...

Νομίζεις ότι δεν χωράει όλο αυτό στα ανθρώπινα μέτρα και σταθμά, έτσι;  


Γι' αυτό τον θέλεις Θεό; 

Λοιπόν, δεν υπάρχουν θεοί! Αλλά, αν υπήρχαν, κάπως έτσι θα ήταν! Παραδέξου το. Και μη διστάζεις να κλίνεις ελαφρά την κεφαλή ή και το γόνυ, όπως όταν υποκλίνεσαι σε κάτι που (έστω και ενδόμυχα, αναγνωρίζεις ότι) σε ξεπερνά. Και μετά, χαμογέλα. Προετοιμάζοντας τη δική σου (επ)ανάσταση... 

** Προσωπικά δεδομένα:

- Τα διαμάντια του Διαδικτύου μπορούν να περιμένουν.

- Ο (αμφιλεγόμενος) Γεώργιος Αθανασιάδης - Νόβας, ο (μέγιστος) Κώστας Βάρναλης και οι «Γραφές» ευθύνονται για τα «δάνεια».
- Τη λένε αγάπη. Και γιορτάζει..

Δεν υπάρχουν σχόλια: