"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


Ανοιχτή κοινωνία μέχρι ποιο σημείο;

ΑΡΘΡΟ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ
Γράφει η ΣΩΤΗ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ

Το πρώτο μεταναστευτικό κύμα προς την Ελλάδα, παρότι προκάλεσε κραδασμούς –ξάφνιασμα, σπασμωδικές αντιδράσεις, μεμονωμένα επεισόδια ξενοφοβίας– κατέληξε σε σχετική κοινωνική ειρήνη: οι μετανάστες –Αλβανοί και Ανατολικοευρωπαίοι– «έμοιαζαν» με τους Έλληνες, προέρχονταν από συγγενικούς πολιτισμούς· μεγάλο τους μέρος όχι μόνον δεν είχε «επιθετική» θρησκεία, δεν είχε καθόλου θρησκεία. 
  
Το πιο πρόσφατο μεταναστευτικό κύμα είναι διαφορετικό και οι συνέπειές του δεν μπορούν να ερμηνευτούν με τους όρους του 1990. Όπως λοιπόν δεν πιστεύω στην αντιπαράθεση του Καρλ Σμιτ μεταξύ Freund και Feind –«φίλων» και «εχθρών»– έτσι δεν μπορώ να πιστέψω στο πλήρες κοσμοπολιτικό άνοιγμα, στην κατάργηση των συνόρων. Κι αυτό μολονότι πολύ θα το ήθελα για μια σειρά ανθρωπιστικούς λόγους – επίσης, θα με βόλευε στα ταξίδια. Το να μιλάμε για παγκόσμια κοινότητα είναι αριστερίστικη ρητορική, εκμηδενισμός της ιδέας της κοινότητας.

Οι άνθρωποι συσπειρώνονται με άλλους και «μένουν μαζί» με άλλους ως κοινωνικά όντα υπό τον όρον να υπάρχει πάντα ένα κοινά αποδεκτό σύνορο ανάμεσα στους μεν και τους δε. Οι «μεν» είναι «η δική μας» ταυτότητα, οι «δε» είναι οι διαφορετικές ταυτότητες που καθορίζουν τη δική μας. Κάθε σπίτι έχει μια πόρτα την οποία χτυπάς για να μπεις. Η «διαφορετικότητα» (μια λέξη που έχει υποφέρει πολύ από τους politically correct, όπως άλλωστε οι περισσότερες λέξεις) είναι το αναγκαίο συμπλήρωμα της ταυτότητας: είμαστε αυτό που είμαστε, με τον τρόπο με τον οποίον είμαστε, σε σύγκριση αυτού που δεν είμαστε και του τρόπου με τον οποίον δεν είμαστε. Κάθε κοινότητα συνεπάγεται μια σχετική «περίφραξη», έναν τρόπο συνύπαρξης που είναι επίσης τρόπος διαχωρισμού από το «έξω». Ένα «εμείς» που δεν περιορίζεται από ένα «αυτοί», «οι άλλοι», χάνει την έννοιά του.

 Σε ποιο βαθμό ο πλουραλισμός (άλλη μια ταλαιπωρημένη λέξη) προεκτείνει την ιδέα της κοινότητας; Μπορεί μια κοινότητα να επιζήσει αν τεμαχίζεται σε υποκοινότητες που απορρίπτουν τους θεμελιακούς κανόνες της κοινοτικής ζωής; 

 Γνωρίζουμε ήδη μια περίπτωση πλουραλιστικής κοινότητας: τις Ηνωμένες Πολιτείες.  

Μπορούν οι ΗΠΑ να χρησιμεύσουν ως πρότυπο που να μας δείξει πώς θα εξελιχθεί στην Ευρώπη ο μετασχηματισμός των εθνικών κρατών και του πολυεθνοτικού ανοίγματος; Όχι, δεν μπορεί. Η περίπτωση των ΗΠΑ είναι διαφορετική και τα προβλήματά της δεν είναι αυτά που αντιμετωπίζει η Ευρώπη σήμερα. Ο λεγόμενος Νέος Κόσμος είναι ένας κόσμος «νεοφερμένων»: η εισροή μεταναστών στις ΗΠΑ υπήρξε πράγματι μαζική· όμως εκείνοι οι νεοφερμένοι έβρισκαν στον Νέο Κόσμο απεραντοσύνη, επιζητούσαν καινούργια πατρίδα και γίνονταν Αμερικανοί με προθυμία και ανυπομονησία. Το «χωνευτήρι» υποδέχτηκε 100.000.000 μετανάστες και λειτούργησε για πάνω από έναν αιώνα. 

Αντιθέτως, ο «παλιός κόσμος» –η Ευρώπη– δεν διαθέτει χώρο εδώ και πολύ καιρό· εξάλλου, σήμερα, ο ερχομός μεταναστών στην Ευρώπη γίνεται σε διαφορετικό κοινωνικό περιβάλλον από εκείνο των μεταναστών στην Αμερική. Οι ΗΠΑ δεν δημιουργήθηκαν ως έθνος που θα υποδεχόταν και θα απορροφούσε άλλα έθνη: δημιουργήθηκε εξαρχής ως «έθνος εθνοτήτων».  

Αντιθέτως, τα ευρωπαϊκά κράτη είναι «έθνη» τα οποία αντιμετωπίζουν μεταναστευτικές πιέσεις και αμφισβήτηση της εθνικής τους ταυτότητας. Έτσι, η αμερικανική εμπειρία δεν μας βοηθά να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα. Οι δυτικοευρωπαίοι ανησυχούν, αισθάνονται εισβολή και αρχίζουν να αντιδρούν.

Πρόκειται για ρατσισμό; Ο ρατσισμός είναι μια αφοριστική, επιφανειακή και απλοϊκή κατηγορία. Οι άνθρωποι που κατηγορούνται για ρατσισμό ενώ δεν είναι ρατσιστές εξοργίζονται και τελικά γίνονται ρατσιστές: ο πειρασμός του ρατσισμού είναι μεγάλος στην καθημερινότητα της Δύσης. Το φάσμα των αντιδράσεων που προκαλούν οι νεοφερμένοι είναι ευρύ και σύνθετο. Σε πολλές περιπτώσεις, η αντίδραση μπορεί να ερμηνευτεί εύκολα σαν μια υπεράσπιση των θέσεων εργασίας και του μισθού (μιας και οι νεοφερμένοι μετανάστες είναι «φτηνότεροι»). Οι περιπτώσεις της ξενοφοβίας έπονται: στην αρχή εμφανίζεται αίσθημα ανασφάλειας και λανθάνουσας απειλής· αργότερα το αίσθημα εξελίσσεται σε αντίδραση, σε απόρριψη του αλλοδαπού. Από το σημείο αυτό αρχίζει ο ρατσισμός.

Στη σημερινή Ευρώπη, η ξενοφοβία εστιάζει στους Αφρικανούς και ισλαμιστές. Μπορούμε να εξηγήσουμε το γεγονός ως «απλό», «σκέτο» ρατσισμό; Προφανώς όχι. Από «εθνοτική» άποψη, οι Ασιάτες –Κινέζοι, Ιάπωνες, Κορεάτες κ.λπ.– δεν είναι, για τους λευκούς Ευρωπαίους, λιγότερο διαφορετικοί από τους Αφρικανούς. Ακόμα και οι Ινδοί δεν είναι «σαν εμάς»: δεν μοιάζουμε. Κι όμως, ούτε οι Ασιάτες, ούτε οι Ινδοί προκαλούν, γενικά μιλώντας, αντιδράσεις απόρριψης ακόμα κι όταν είναι πάρα πολλοί (όπως οι Ασιάτες στις ΗΠΑ και οι Ινδοί στη Βρετανία). Επιπροσθέτως, οι Ασιάτες δεν αφορμοιώνονται ευκολότερα από τους Αφρικανούς. Μάλλον λοιπόν, η ευρωπαϊκή ξενοφοβία εστιάζει στους Αφρικανούς και στους Άραβες, κυρίως όταν είναι, ή «φαίνονται», μουσουλμάνοι. Πρόκειται για πολιτιστικοθρησκευτικό αντανακλαστικό.  

Η ασιατική κουλτούρα είναι μεν «παράξενη», παραμένει όμως στα μάτια των δυτικών «εκκοσμικευμένη» υπό την έννοια ότι δεν χαρακτηρίζεται από φανατισμό ή θρησκευτική αγωνιστικότητα.

Αντιθέτως, η ισλαμική κουλτούρα έχει αυτά τα χαρακτηριστικά. Ακόμα κι όταν δεν υπάρχει φανατισμός, η θεώρηση του κόσμου είναι θεοκρατική, δεν αναγνωρίζει διαχωρισμό κράτους και Εκκλησίας, πολιτικής και θρησκείας. Στο διαχωρισμό αυτό θεμελιώνεται, λίγο-πολύ, η δυτική πολιτεία. Επιπλέον, το κοράνι δεν αναγνωρίζει τα ατομικά δικαιώματα –που αποτελούν επίσης θεμέλιο της δυτικής δημοκρατίας– ως δικαιώματα οικουμενικά και απαραβίαστα. Κι εδώ έγκειται το πρόβλημα. Οι περισσότεροι δυτικοί δεν βλέπουν τους μουσουλμάνους σαν «απίστους» (διότι δεν βλέπουν τον κόσμο μέσα από το πρίσμα του θεού)· οι μουσουλμάνοι όμως θεωρούν τους δυτικούς «απίστους».

Μέχρι ποιο σημείο λοιπόν η ανεκτική κοινωνία πρέπει να προσαραμόζεται όχι μόνον στους «πολιτιστικά ξένους» αλλά και σε όσους διακηρύσσουν την επιθετικότητά τους;Με άλλα λόγια, μπορεί ο πλουραλισμός να δεχτεί την ίδια του την εξάρθρωση, τη ρήξη της πλουραλιστικής κοινότητας; 

Το ερώτημα μοιάζει μ’ εκείνο της θεωρίας της δημοκρατίας: μπορεί η δημοκρατία να επιτρέψει την ίδια της την καταστροφή; Μπορεί να δεχτεί να αναδείξουν οι πολίτες της ένα δικτάτορα;

Όσοι υποστηρίζουν ότι η ποικιλία των πεποιθήσεων, όσο φανατικές και να είναι αυτές, «εμπλουτίζει» την κοινωνία μας, είναι απλώς ανόητοι. Υπάρχει ένα σημείο πέρα από το οποίο ο πλουραλισμός δεν μπορεί και δεν πρέπει να προχωρήσει: το κριτήριο αυτό είναι η αμοιβαιότητα· μια σχέση στην οποία ο νεοφερμένος –ο μετανάστης– κάνει ένα συμβιβασμό προς εκείνον που τον υποδέχεται.

Ο πλουραλισμός είναι ένας τρόπος να ζούμε μαζί διατηρώντας τις διαφορές μας. Ωστόσο, επιμένω ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει χωρίς αυτή τη δοσοληψία, χωρίς αυτό το συμβόλαιο.  Το να μπαίνεις σε μια πλουραλιστική κοινότητα σημαίνει να αποκτάς και συγχρόνως να παραχωρείς. Οι αλλοδαποί που παραμένουν πεισματικά «ξένοι» προς την κοινότητα αμφισβητώντας τις αρχές της, είναι οι ξένοι που προκαλούν αντιδράσεις απόρριψης, φόβου και εχθρότητας.

Σε ποιο βαθμό μπορεί να είναι ανοιχτή μια «ανοιχτή κοινωνία»; Όσο το επιτρέπει η ιδέα της πλουραλιστικής κοινότητας στο εσωτερικό της οποίας τα διαφορετικά στοιχεία γίνονται σεβαστά με αμοιβαίο τρόπο

Ωστόσο, δεν απορρέει από καμιά λογική ότι ο πλουραλισμός πρέπει να είναι απεριόριστος. Τα «ανοιχτά μυαλά» –όσοι αυτοαποκαλούνται έτσι– τραβάνε τα πράγματα πέρα από το σημείο θραύσης. 

Θυμάμαι ότι το πρωτοσκέφτηκα αυτό όταν, στη δεκαετία του ’80, στη Γαλλία, ακουγόταν το σύνθημα της αριστεράς υπέρ των μεταναστών «Μην αγγίζεις το φιλαράκι μου!». Ήταν τότε που οι πολίτες έπαψαν να είναι πολίτες κι έγιναν φιλαράκια. 

ATHENSVOICE

Δεν υπάρχουν σχόλια: