Από το γκολ στο απόσπασμα
Εξήντα ολόκληρα χρόνια περίμεναν οι «δάσκαλοι του football» να πάρουν τη ρεβάνς από τους yankees. Να ξεπλύνουν την ντροπή και την ταπείνωση της ήττας-σοκ από τους ερασιτέχνες, τότε, Αμερικανούς στο κλασικότερο Γολιάθ εναντίον Δαβίδ. Και πιθανότατα θα πρέπει να περιμένουν άλλα τόσα: γιατί οι Αμερικανοί, πάει και τελείωσε, αποδεικνύονται ο κακός τους δαίμονας. Κάτι σαν την Ουρουγουάη για τη Βραζιλία, την Ιταλία για τη Γερμανία.
Πάλι καλά να λένε που στην υποτιθέμενη σαββατιάτικη «ρεβάνς» του Ρούστενμπουργκ ήρθαν μόνο ισόπαλοι 1-1, γιατί σε συνδυασμό με τη ροπή στις γκέλες του τερματοφύλακα Γκριν, το άτολμο στήσιμο του Καπέλο ή τα χίλια μύρια ακούστηκαν για την jabulani, την επίσημη μπάλα του Μουντιάλ, δεν ήθελε και πολύ να διπλασιαστεί το κακό.
Για τους Αμερικανούς η «χρυσή» ισοπαλία με την ομάδα που προσγειώθηκε στη Νότια Αφρική απόλυτα βέβαιη ότι θα είναι η νέα παγκόσμια πρωταθλήτρια ήταν η φυσιολογική συνέπεια μιας κατάρας χρόνων που χτύπησε κάποτε τους υπερόπτες Βρετανούς αποικιοκράτες: από τους άκακους Pilgrim Fathers που είχαν μπαρκάρει από το Σαουθάμπτον με αποκλειστικό σκοπό τη διδασκαλία της αγγλικής γλώσσας και της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας έως τους υπερασπιστές της βασίλισσας που δεν χρειάστηκαν και πολλές ευγένειες για να «υποτάξουν» τους ιθαγενείς.
Ηταν η φυσιολογική συνέχεια του ποδοσφαιρικού Waterloo του 1950 στη Βραζιλία, την πρώτη διοργάνωση που οι «δάσκαλοι του football» δεν σνόμπαραν και... καταδέχτηκαν να λάβουν μέρος, γιατί έως τότε απλά θεωρούσαν τους εαυτούς τους ανώτερους όλων. Και την πάτησαν. Και την ξαναπάτησαν.
Ηταν η 29η Ιουνίου στο Μπέλο Οριζόντε. Οι Αμερικανοί, που στην πρεμιέρα είχαν ηττηθεί από την Ισπανία (3-1), είχαν προετοιμαστεί για το μεγάλο ραντεβού με τον καλύτερο δυνατό τρόπο: με μια απαραίτητη και εποικοδομητική ξενάγηση στα 13 μπαράκια της πόλης. Με ρούμι, πούρα, σάμπα κι όμορφες Βραζιλιάνες μέχρι πρωίας, σε τέτοιο βαθμό μάλιστα που εμφανίστηκαν στο γήπεδο σχεδόν μεθυσμένοι.
Ανάμεσά τους ο τερματοφύλακας Μπόργκι, οδηγός νεκροφόρας, ο δάσκαλος Δημοτικού Τζορτζ Μπαρ κι ο «λαντζέρης» από την Αϊτή, Τζόε Γκαέτιενς, (φωτογραφία) που έπλενε πιάτα σ' εστιατόριο του Μπρούκλιν για να μπορεί να πληρώνει το Πανεπιστήμιο της Κολούμπια και που οι Αμερικανοί έντυσαν με την αστερόεσσα, αρκεί να ορκιζόταν ύστερα αιώνια πίστη και ευγνωμοσύνη στη νέα του πατρίδα.
Κι από την άλλη τα «κολεγιόπαιδα» των δύο μετέπειτα σερ: του προπονητή Αλφ Ράμσεϊ και του Στάνλεϊ Μάθιους, του καλύτερου εξτρέμ της εποχής, ο οποίος όμως ζήτησε να μην παίξει γιατί δεν μπορούσε να λερώσει το λευκό σορτσάκι του σ' ένα παιχνίδι με ημιεπαγγελματίες. Τα υπόλοιπα λίγο-πολύ είναι γνωστά: «βρώμικη» σέντρα-σουτ του Μπαρ, κεφαλιά του Γκαέτιενς και έτσι γραφόταν μία από τις μεγαλύτερες εκπλήξεις στην ιστορία της μπάλας.
Αυτό που ίσως να μην είναι τόσο γνωστό ήταν τι απέγινε ο ήρωας του αναπάντεχου 1-0: ουδέποτε ζήτησε την αμερικανική υπηκοότητα, επέστρεψε στην Αϊτή, το '64 συνελήφθη στο Πορτ Ο' Πρενς από τις «φάλαγγες του θανάτου» του δικτάτορα Πάπα Ντοκ Ντουβαλιέρ, μεταφέρθηκε στις φυλακές Φορτ Ντιμάνς, τουφεκίστηκε, αλλά το άψυχο σώμα του δεν βρέθηκε ποτέ...
πηγη ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
Ετικέτες
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ,
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ,
ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ,
ΠΡΟΣΩΠΑ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου