"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


Στο σημείο μηδέν

Από την ΤΕΤΑ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ 
tetpapa@otenet.gr

Στυφές και στενόχωρες σκέψεις. Στυφή εποχή. Θα διασωθεί τελικά η (πτωχευμένη, μη γελιόμαστε) χώρα μας; Τα περιθώρια στενεύουν. Οσοι θέλουν να το δουν το βλέπουν, ότι δηλαδή βρισκόμαστε στο χείλος του γκρεμού.

Οι άλλοι που δεν θέλουν να το δουν, συνεχίζουν να επενδύουν (συνειδητά ή ασυνείδητα) στην καταστροφή της χώρας. Ή, ενδεχομένως, πιστεύουν ότι θα κερδίσουμε το Τζόκερ του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.

Η καταστροφή μιας χώρας μπορεί να πάρει πολλές μορφές. Στην ευρωπαϊκή Ιστορία του 20ού αιώνα (για μην πάμε πιο πίσω) χώρες κινδύνεψαν να εξαφανιστούν ή και εξαφανίστηκαν για μεγάλο διάστημα από τον χάρτη.

Ο Μίλαν Κούντερα στα δοκίμια, αλλά και στα μυθιστορήματά του, μιλάει γι' αυτό το θέμα·Αναφέρει, μάλιστα, ότι υπάρχουν χώρες που ακόμη και η ίδια «η ύπαρξή τους δεν αποτελεί αυτονόητη βεβαιότητα». προβληματική του Κεντροευρωπαίου.

Ενας Γάλλος ή ένας Αγγλος, λέει ο Κούντερα, όταν ξυπνάει το πρωί δεν αναρωτιέται εάν η χώρα του υπάρχει ή όχι. Κάτι τέτοιο δεν του περνάει από το μυαλό. Για έναν Τσέχο, όμως, δεν είναι καθόλου έτσι. Του Τσέχου του περνάει από το μυαλό. Γιατί; Διότι αυτό έχει συμβεί: «Μόναχο 1938».

Φθινόπωρο του 1938 στο Μόναχο. Εκεί, τότε, η ναζιστική Γερμανία, η φασιστική Ιταλία, η Γαλλία και η Μεγάλη Βρετανία, διαπραγματεύτηκαν τις τύχες της Τσεχοσλοβακίας. Οι σύμμαχοι συνθηκολόγησαν. Και εγκατέλειψαν την Τσεχοσλοβακία στο έλεος του Χίτλερ, ο οποίος αμέσως την καταβρόχθισε.

«Μια μακρινή χώρα για την οποία ξέρουμε ελάχιστα πράγματα»... Είναι η περιβόητη φράση του Βρετανού πρωθυπουργού Τσάμπερλαιν με την οποία δικαιολόγησε την εγκατάλειψη της Τσεχοσλοβακίας.

Αλλά ας έρθουμε σε μια πιο πρόσφατη εποχή, στο τέλος του 20ού αιώνα. Ας θυμηθούμε: Βοσνία, Απρίλιος 1992 - Σεπτέμβριος 1995.

Βοσνία, το μεγάλο θύμα της βάρβαρης διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας. Δέχτηκε επίθεση από τις σερβοβοσνιακές δυνάμεις, τις οποίες εξόπλιζε και καθοδηγούσε ο Μιλόσεβιτς.

Ο νομπελίστας Τσέσλαβ Μίλος (1911-2004) -ο μεγάλος Πολωνός ποιητής, δοκιμιογράφος και αντιφρονών- στο ποίημα που έγραψε για το πολιορκημένο Σεράγεβο, μέσα σε λίγους στίχους, τα είπε όλα. Ο Μίλος ήξερε καλά, Πολωνός ήταν, τι σημαίνει να χάνεται μια χώρα. Η Ιστορία, με τη μορφή της Γερμανίας και της Ρωσίας, έμαθε στους Πολωνούς τι θα πει να μην υπάρχεις.

Η Βοσνία επέζησε, τελικά, χάρη στη διεθνή στρατιωτική επέμβαση (που άργησε πολύ να γίνει). Δεν έσβησε από τον χάρτη, αλλά είναι μια ανάπηρη χώρα, μια χώρα χωρίς ενιαίο κράτος, μια χώρα που τα τραύματά της μένουν ανεπούλωτα.

Η περίπτωση των Τσέχων όπως την αναφέρει ο Μίλαν Κούντερα, αλλά και το παράδειγμα της Βοσνίας, ασφαλώς δεν έχουν καμία αναλογία με την ελληνική κρίση. Ωστόσο, η Ελλάδα, μέσα από μιαν εντελώς άλλη διαδρομή βρίσκεται σήμερα περίπου στο σημείο μηδέν.

Δεν είναι αυτονόητο το «η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει». Μια χώρα μπορεί να μην εξαφανιστεί από τον χάρτη, αλλά να της συμβεί κάτι επίσης καταστροφικό. Να καταλήξει, δηλαδή, να είναι μια χώρα που δεν μετράει, που δεν έχει ουσιαστική υπόσταση -μια μακρινή, περιθωριακή χώρα κάπου στην Ευρώπη.

Η ελληνική κρίση είναι δικό μας δημιούργημα. Πότε επιτέλους; Πότε θα το συνειδητοποιήσουμε;

Φυσικά, δεν συμβάλαμε όλοι εξίσου στο μεγαλείο της σημερινής κατάντιας. Κατάντια είναι τα 300 δισεκατομμύρια ευρώ του δημόσιου χρέους. Κατάντια είναι να ζεις με δανεικά και αντί να κοιτάξεις πώς θα τα εξοφλήσεις, να ζητάς κι άλλα. Κατάντια είναι να κληροδοτούμε στην επόμενη γενιά το δικό μας ξεχαρβάλωμα.

Δεν συμβάλαμε όλοι εξίσου. Η πολιτική τάξη έχει τεράστιες ευθύνες. Η κομματοκρατία, επίσης. Τα συνδικάτα-συντεχνίες με τις υπερήφανες ηγεσίες τους, ασφαλώς. Τα μέσα ενημέρωσης, βεβαίως. Ομως σε τούτο το χάλι, όλοι έχουμε μερίδιο ευθύνης.

Συζητώντας με έναν καλό φίλο για την έκβαση της κρίσης, τον άκουσα να λέει κάποια στιγμή ότι «χώρα που δεν θέλει να σωθεί, δεν θα σωθεί».

Το περιθώριο για τη διάσωση υπάρχει. Θα το εκμεταλλευτούμε όμως; Πώς; Οχι, πάντως, με το «δεν πληρώνω, δεν πληρώνω». Οχι αναζητώντας την Πλατεία Ταχρίρ στο Σύνταγμα. Οχι προσπαθώντας καθένας να εξασφαλίσει τη γωνίτσα του και, από εκεί και πέρα, «γαία πυρί μιχθήτω».

Υπάρχουν πολλοί που λένε «όσο χειρότερο, τόσο καλύτερα». Αυτοί δεν θέλουν να σωθεί η Ελλάδα· θέλουν μόνο να δικαιωθεί η «επαναστατική» τους φαντασίωση.

Είμαστε στο σημείο μηδέν. Θα το αφήσουμε πίσω μας και θα διασωθούμε; Ή θα κολλήσουμε εδώ;

Δεν υπάρχουν σχόλια: