Πάμε κάλπη; Ποια είναι η κυρία την ξέρω;
Από την ΘΕΟΔΟΣΙΑ ΚΑΤΣΑΡΟΥ
- Πάμε κάλπη, την Κυριακή;
- Μπα... ποια είναι η κυρία την ξέρω;
-Ναι! Είναι η γκόμενα που την Κυριακή είναι όμορφη κι όλο υποσχέσεις και κουνήματα, και την Δευτέρα χέστρα.
- Γιατί το λές αυτό;
-Επειδή την Δευτέρα κουβαλάει στο σπίτι μου, ότι πιο άχρηστο μαζεύει από την βίζιτα που κάνει την Κυριακή. Όλο Μαυρογιαλούρους, που όλο τρώνε, «Τρώνε από παντού! Τρώνε απ΄ τους σωλήνες, τρώνε απ΄ τα πατώματα, τρώνε απ΄ τα τσιμέντα!
Τρώνε, τρώνε, τρώνε! Πώς να μη σκάσεις απ΄ το τόσο φαγοπότι;».
- Καλά, πως σου ήρθε;
- Να σου πω. Όλοι μιλάνε για αποχή...ε, και εγώ λέω να τους την σπάσω...
- Ναι μη χάσεις, όλο ανάποδα να πας...
-Γιατί πρώτη φορά θα είναι; Τι είναι ο κάβουρας τι είναι το ζουμί του. Έλα τώρα, σοβαρά δεν θα πάμε;
- Καλέ τι σε έπιασε και εσένα πάλι; Μαρή ξανθιά με ρίζα σαν τα διόδια της Αττικής οδού, θα με τρελάνεις; Μέχρι χθες έλεγες ότι βαριέσαι...
- Άμα κοιμηθείς με τυφλό, μονόφθαλμος θα σηκωθείς.
- Τώρα τι υπονοείς, είμαι μονόφθαλμη;
- Καλά, μη το παίρνεις προσωπικά, ο λόγος το λέει.
- και εμένα τι με νοιάζει τι λέει ο λόγος;
- Καλά δεν μου λες, το γυρίζεις γύρω γύρω ή μου φαίνεται.
- Για λέγε λέγε Μήτσομ τι φλασιά έφαγες και θέλεις να ψηφίσεις;
- Δεν ξέρω αλλά μου φαίνεται ότι έχω χωθεί για τα καλά στον καναπέ μου και φάρδυνε ο κώλος μου, αλλά το κυριότερο είναι ότι θέλω να τον δώ να ξεκουβαλάει. Αυτόν τον κακοπληρωτή Μαυρογιαλούρο νοικάρη που μου ρήμαξε το σπίτι. Και δεν φτάνει που μου το ρήμαξε δεν μου πλήρωνε και τα νοίκια.
Γιατί τόσα χρόνια, αυτός θεώρησε ότι το ακίνητο είναι δικό του. Ότι του ανήκει. Ότι το κάνει ό,τι θέλει. Άμα γουστάρει, του βάζει φωτιά και το καίει!
Κι ας μάλλιασε η γλώσσα μου να του εξηγώ ότι εγώ είμαι η ιδιοκτήτρια και αυτός ο ενοικιαστής.
Αυτό το σπίτι, αυτός ο τόπος, αυτή η χώρα είναι δική μου. Δική μας.
Οι κυβερνήσεις νοίκι μας πληρώνουν.
Οι κυβερνήσεις ένα συμβόλαιο υπογράφουν. Και αν δεν το τηρήσουν,
το φορτηγό «Εκταιλούντε μεταφωρέ» περιμένει στη γωνία!
-Καλά δεν σου πλήρωνε ενοίκια;
-Ποιά νοίκια μωρέ που κοντεύεις να κάνεις ρίζα ξανθιά κι εσύ. Από την στιγμή που μπαστακώθηκε στο σπίτι μου, κάθε φορα΄που του χτύπαγα την πόρτα και τον προειδοποιούσα αυτός μου έβγαζε την γλώσσα κοροιδευτικά από τις γρίλιες.
Να τον δώ να φεύγει και τι στον κόσμο. Αν δεν δώ την φορτωτική να φορτώνει την σαβούρα του, δεν θα ησυχάσω.
- Κι είσαι σίγουρη ότι ο καινούριος θα είναι καλύτερος;
-ΤΙ ΘΑ ΓΙΝΕΙ από Δευτέρα, δεν το ξέρω. Πόσο εντάξει θα είναι ο καινούργιος νοικάρης, πολύ νωρίς να το πούμε ακόμα.
Και εδώ που τα λέμε δεν θα ήθελα να είμαι στη θέση του την επόμενη μέρα.
Μη σου πω τις επόμενες 100 μέρες!
Πώς θα καθαριστεί το αχούρι, πώς θα βαφτούν οι τοίχοι, πώς θα ξαναπεραστεί το παρκέ, πώς θα ξεβρωμίσει ο τόπος!
Δεν το ξέρω και δεν είναι και δουλειά μου να το ξέρω!
Δουλειά μου είναι να επιβλέπω. Να κρίνω. Να έχω άποψη.
Να μην είμαι παθητικός θεατής μες στο ίδιο μου το σπίτι. Να μην περιμένω πρώτα να μου το κατεδαφίσουν και μετά να αντιδράσω.
Να αναπτύξω τα αντανακλαστικά μου. Με την πρώτη ρωγμή στον σοβά, να μη δίνω δεύτερες ευκαιρίες.
Γιατί δεύτερη ευκαιρία ίσον δεύτερη ρωγμή!
- Ναι, και αν πας να ψηφίσεις θα σηκωθείς από τον καναπέ;
- Γιατί δεν θα σηκωθώ; πως θα πάω στο εκλογικό κέντρο; Θα πάρω και τον καναπέ μαζί; Δεν φάρδυνε τόσο πολύ ο κώλος μου για να σφηνώσει.
- Α, καλά...
- Καλέ τι καλά;
- Μου φαίνεται ότι χάθηκε το φως. Πέσαμε σε βαθύ λάκκο του παραλόγου...
- Φως; Τι το θέλεις το φως; Καλά δεν είμαστε και έτσι.
Ετικέτες
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ,
ΑΠΟΨΕΙΣ,
ΕΚΛΟΓΕΣ,
Θ.ΚΑΤΣΑΡΟΥ,
ΠΟΛΙΤΙΚΗ,
ΤΟΠΙΚΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ,
BLOGS
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου