"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


ΣΥΡΙΖΟΤΣΑΡΛΑΤΑΝΑΔΙΚΟ: Σε μια κανονική χώρα, μετά το Eurogroup



Τι θα κάναμε τώρα, αν ήμασταν μια κανονική χώρα; 


Θα τρέχαμε με όλες τις δυνάμεις μας να εκμεταλλευθούμε το παράθυρο που άνοιξε στο Eurogroup, για να κερδίσουμε τον χαμένο χρόνο για να αναπληρώσουμε τις απώλειες.


Η αβεβαιότητα που προκάλεσε η καθυστέρηση της τρέχουσας αξιολόγησης, είχε κόστος τη μείωση του ΑΕΠ κατά 1,35% το τελευταίο 3μηνο 2016, επειδή εξαιτίας της αβεβαιότητας μειώθηκαν οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου 13,5%. Αφού λοιπόν το διαπιστώσαμε (θέμα απλής αριθμητικής είναι...), θα σπεύδαμε να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη, ώστε οι επενδύσεις που αναβλήθηκαν να γίνουν τώρα, έστω με καθυστέρηση, να προλάβουμε να μην ακυρωθούν. Θα πολεμούσαμε την αβεβαιότητα πάση θυσία – δεν θα την τροφοδοτούσαμε.


Είδαμε το κόστος από την καταιγίδα του πρώτου 7μήνου του 2015 και από την καθυστέρηση της τρέχουσας αξιολόγησης. Αν είχε κλείσει όταν έπρεπε (Μάρτιο 2016), ίσως δεν θα είχαμε εμπλακεί στη δίνη των αλληλοσυγκρουόμενων συμφερόντων ΔΝΤ και Γερμανίας και (με λιγότερο δύσκολα μέτρα...) θα είχαμε κερδίσει το 2016 (που χάσαμε) κι ολόκληρο το 2017. Αρα, μετά το προχθεσινό Eurogroup, μια κανονική χώρα θα έκλεινε τρέχοντας την αξιολόγηση, ώστε να διεκδικήσει να δοθεί από το ΔΝΤ στον κ. Ντράγκι το «πράσινο φως», για να μας εντάξει στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.


Θα παίρναμε, λοιπόν, το πιστοποιητικό της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ότι είμαστε αξιόχρεοι και θα σπεύδαμε να βγούμε στις αγορές τον προσεχή Ιούλιο. Μέχρι σήμερα, από τα 86 δισ. που προβλεπόταν ότι θα λάβουμε στο πλαίσιο του Γ΄ Μνημονίου, έχουμε χρειαστεί μόνο 31,7 δισ. ευρώ. Ισχυρίζομαι ότι η αναμενόμενη δόση των 7 δισ. ευρώ θα έπρεπε να είναι η τελευταία. Με αυτήν να πληρώσουμε υποχρεώσεις ιδίου ύψους και το επιπλέον ομόλογο των 3,5 δισ. ευρώ, που επίσης λήγει τον Ιούλιο, να το αναχρηματοδοτήσουμε από τη διεθνή αγορά. Αν ήμασταν κανονική χώρα, αυτό θα επιδιώκαμε.


Γιατί έτσι...

 θα κάναμε ένα μεγάλο βήμα στην απόσυρση του Grexit και στην αποκατάσταση της αξιοπιστίας της χώρας. Οπερ είναι η προϋπόθεση για την οικονομική μεγέθυνση και τη δημιουργία νέων, βιώσιμων θέσεων εργασίας. Αυτό περιμένουν δεκάδες (μικρά έως κολοσσιαία) επενδυτικά funds, που θέλουν να επενδύσουν σχεδόν σε όλους τους τομείς της ελληνικής οικονομίας – σε τουρισμό, υποδομές, ασφαλιστικές εταιρείες, τράπεζες, νοσοκομεία, ακτοπλοΐα, μεταποιητικές μονάδες. Μαζί με την (ευκταία...) διαχείριση των «κόκκινων» επιχειρηματικών δανείων και την επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων που έχουν συμφωνηθεί, η τοποθέτηση των funds θα άλλαζε ριζικά το τοπίο.


Ετσι θα διεκδικούσαμε ένα δύσκολο αλλά ρεαλιστικό στόχο, την οικονομική μεγέθυνση – άνευ της οποίας ουδέν. Με τα σημερινά δεδομένα, η αύξηση του ΑΕΠ 2,7% είναι ανέφικτη. Κι αν περιοριστεί κάτω από το 1,5%, θα χρειαστεί να αποφασιστούν τον προσεχή Οκτώβριο νέα επώδυνα μέτρα για το 2018. Το ζητούμενο σε μία κανονική χώρα (που θα είχε αντλήσει τα διδάγματα και θα διάβαζε τους αριθμούς χωρίς να τους συσκοτίζουν ιδεοληψίες...) θα ήταν να σπεύσει να ανακτήσει έδαφος που έχασε, να πετύχει μεγέθυνση άνω του 2% φέτος. Γιατί όσο δεν αυξάνεται το ΑΕΠ, οι συντάξεις θα μειώνονται, οι φόροι θα αυξάνονται, η επιτυχής έξοδος από το Γ΄ Μνημόνιο θα γίνεται απόμακρο όνειρο. Αν θα γίνει άπιαστο ή όχι, θα κριθεί στις επόμενες 10-15 εβδομάδες.


Μέχρι σήμερα έχει γίνει εκ βάθρων αναδιάρθρωση της ελληνικής οικονομίας, ως συνέπεια, βασικά, της δράσης στοιχειακών δυνάμεων της καπιταλιστικής κρίσης –που απλώς απαλύνθηκαν ή διευκολύνθηκαν από τις κυβερνήσεις και τα Μνημόνια: Με τρόπο βίαιο, αποδιαρθρώθηκε το παραδοσιακό μοντέλο της κατανάλωσης με δανεικά, κατέρρευσαν απασχόληση και αμοιβή της εργασίας, έκλεισαν περίπου 250.000 επιχειρήσεις, πολλές εκ των οποίων ήταν βιτρίνες εισαγομένων, χρεοκόπησαν μεγάλες κρατικο- και δανειο-δίαιτες επιχειρήσεις, περιορίστηκε στα 2/3 ο αριθμός των κρατικών υπαλλήλων, αναβαθμίστηκαν οι εξωστρεφείς επιχειρήσεις του τομέα των διεθνώς εμπορεύσιμων.


Το κόστος ήταν τεράστιο, κυρίως για εκείνους που (δεν μειώθηκε, αλλά) μηδενίστηκε το εισόδημά τους – τους άνεργους και τα παιδιά τους.


Εχουμε, ωστόσο, τεράστια πρωτογενή πλεονάσματα (παρότι συνιστά εξόφθαλμη αποτυχία ότι αυτά είναι πολύ μεγαλύτερα από τα απαιτούμενα...) σε συνθήκες ύφεσης ή μηδενικής μεγέθυνσης. Και η πραγματική οικονομία έχει αγγίξει χαμηλό όριο στήριξης. Το ΑΕΠ, μετά το σπάσιμο της φούσκας, ισορροπεί στα 176 δισ. τα δύο τελευταία χρόνια. Οι επενδύσεις, αφού γκρεμίστηκαν από το προ κρίσης επίπεδο (25% του ΑΕΠ), διατηρούνται στο 11,5% του ΑΕΠ τα δύο τελευταία χρόνια. Η απασχόληση αυξάνεται ελαφρά από το 2014 (μετά τη θέσπιση των ευέλικτων μορφών εργασίας το 2012), ενώ ελαφρά αυξάνεται και το ποσοστό των θέσεων πλήρους απασχόλησης στο σύνολο της νέας απασχόλησης.


Ολα, πάλι, κρέμονται σε μία κλωστή. Σε μια κανονική χώρα δεν θα την έκοβαν.

Δεν υπάρχουν σχόλια: