Η Αριστερά κατόρθωσε να επιβάλλει τον ιδρυτικό της μύθο
ως γενέθλιο γεγονός της Μεταπολίτευσης και κατήγαγε, αυτή η μέχρι
πρότινος ηθικά και πολιτικά χρεοκοπημένη παράταξη, μια καθ’ ολοκληρίαν
νίκη.
Η αδιαμφισβήτητη επικράτησή της επισφραγίστηκε σε επίπεδο
συμβολισμών, ενδεδυμένη τον πλέον πανηγυρικό πολιτικό τύπο, με τον
ορισμό της ημερομηνίας των πρώτων ελεύθερων μεταπολιτευτικών εκλογών:
στις 17 Νοεμβρίου 1974 νίκησε μεν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής με
συντριπτική πλειοψηφία, επιβεβαιώνοντας τον τίτλο που του απέδωσε ο Ροζέ
Μασσίπ, ως του «Έλληνος που ξεχώρισε», κέρδισε όμως η Αριστερά στο
πεδίο των Ιδεών και στο συλλογικό φαντασιακό.
Η Μεταπολίτευση, κατά επαρκή και ικανό βαθμό, συνιστά την ιστορική τομή
και την χρονική συγκυρία κατά την οποία η ελληνική Αριστερά ευτύχησε να
θέσει τις βάσεις της ιδεολογικής της κυριαρχίας.
Εκμεταλλευόμενη το
υπέρ της ελλαδικό πολιτικό και ιστορικό συγκείμενο και ασφαλώς την
αδυναμία μιας ενοχικής Δεξιάς αυτοπαγιδευόμενης στα ιδεολογικά της
συμπλέγματα και στην πολιτική της κληρονομία κατόρθωσε να αποκαθάρει το
ειδεχθές πολιτικό της μητρώο από τα βαριά ανομήματα και τα κακά
φαντάσματα του παρελθόντος διαμορφώνοντας ένα πρωτοφανές
ιδεολογικοπολιτικό «tabula rasa»: οικοδόμησε ανενόχλητη την κυριαρχία
της πολιτικής της κουλτούρας και κυρίως της ιστορικής της μνήμης.
Η ιδεολογική ηγεμονία της Αριστεράς στην Μεταπολίτευση άλωσε το Κράτος,
την Ανώτατη Εκπαίδευση, τα ΜΜΕ, τις Τέχνες και τα Γράμματα
εξοβελίζοντας όποιον ύψωνε ανάστημα για να υπερασπιστεί τις γνήσιες και
διαχρονικές αξίες του Ελληνισμού ή ενός γνησίως –αν και σαφώς
περιορισμένου- αστικού τρόπου βίου. Επεβλήθη ένας sui generis
ιδεολογικός ολοκληρωτισμός, ο οποίος, αναμοχλεύοντας τα πιο ιταμά πάθη
και πιο ταπεινά ένστικτα της κοινωνίας, έθελξε και στρατολόγησε μεγάλες
μάζες διασπώντας δοκιμασμένους στη διαχρονία τους κοινωνικούς αρμούς και
αξίες.
Κυρίως, όμως, διαμόρφωσε έναν νέο ανθρωπότυπο: τον ανθρωπότυπο του
«Αριστερού» ο οποίος μεταρσιώθηκε σε ανώτατες σφαίρες ηθικής υπεροχής
και κοινωνικής αναγνώρισης και αναγορεύτηκε σε κοινωνικό πρότυπο. Ipso
facto άμωμος και άσπιλος ο «Αριστερός» διατηρούσε την εξ αποκαλύψεως
αλήθεια που του εξασφάλιζε το ηθικό πλεονέκτημα έναντι των υπολοίπων.
Κατά αυτόν τον έντεχνο και δόλιο τρόπο η Αριστερά, με Δούρειο Ίππο την
παπανδρεϊκή Αλλαγή, ενέσπειρε τον εθνικό διχασμό χωρίζοντας την κοινωνία
σε καφενεία, στιγματίζοντας όποιον διάβαζε «Βραδυνή» και ενέτεινε τον
κοινωνικό αποκλεισμό μετατρέποντας την κρατική μηχανή σε δοβλέτι και
τσιφλίκι της.
Ο αρχετυπικά «καλός Αριστερός» και ο εσαεί «κακός Δεξιός»
με τις μιαρές καταβολές και τις μισερές αρχές και αξίες: το διχαστικό
και ανίερο δίπολο.
Όποιος τολμούσε να πλήξει το ιδεοτυπικό πρότυπο αυτό, που επιμελώς είχε
φιλοτεχνηθεί, αντιμετώπιζε τη ανυποληψία και την ατίμωση:
Είναι
χαρακτηριστικό το παράδειγμα του συγγραφέα Θανάση Βαλτινού, ο οποίος από
την αποθέωση γνώρισε την συκοφάντηση και την λασπολογία- προσφιλείς
μέθοδοι κληροδοτημένες από το βαθύ, αταβιστικό, σταλινικό παρελθόν:
«Η
Κάθοδος των Εννιά» που για χρόνια συνιστούσε την Αγία Γραφή των
Αριστερών στην Ελλάδα –και πράγματι διακρίνεται για την συγγραφική του
αρτιότητα- σκιαγραφεί με μυθιστορηματικό τρόπο ένα μικρό επεισόδιο του
Εμφυλίου που εξυψώνει το ηθικό ανάστημα και το ηρωικό πρότυπο μιας
ομάδας ανταρτών. Ο Θανάσης Βαλτινός, ωστόσο, έντιμός πρωτίστως προς τον
εαυτό του και την αλήθεια συνέλαβε ένα επίσης εξαιρετικό μυθιστόρημα,
την «Ορθοκωστά». Κι ενώ το πρώτο μυθιστόρημα του χάρισε απλόχερα την
αναγνώριση και τη συγγραφική επιτυχία, το τελευταίο τον παρέδωσε στη
χλεύη και την λοιδορία όσων μέχρι πρότινος τον αποθέωναν. Η «Ορθοκωστά»
ήταν ένα μοναστήρι στην Αρκαδία που την εποχή του Εμφυλίου μετεβλήθη από
το ΕΑΜ σε στρατόπεδο συγκέντρωσης για τους «αντιδραστικούς», οι οποίοι
βρήκαν άδοξο και μαρτυρικό θάνατο κατά χιλιάδες από τους κομμουνιστές.
Η αποδόμηση αυτού του ανθρωπότυπου, η αναθεώρηση και η επικράτηση της
ιστορικής αλήθειας, ο ολοκληρωτικός χαρακτήρας της ιδεολογίας τους και η
αφαίρεση της ηθικής υπεροχής τους αντιμετωπιζόταν από την Αριστερά με
εχθρότητα και σκαιότητα. Και όταν οι ύστατες προσπάθειες υπεράσπισης
απέβαιναν άκαρπες τότε το έσχατο αλλά παραδόξως τελεσφόρο καταφύγιο της
οπισθοχώρησης είναι το σύνδρομο της θυματοποίησης: η συνωμοσία που
εξυφαίνεται εναντίον τους από σκοτεινά κέντρα με αλλότρια συμφέροντα. Οι
αιώνιοι «άλλοι», οι «εχθροί», εσωτερικοί ή εξωτερικοί, που τους
επιβουλεύονται.
Το πρόσφατο γεγονός που αποκαλύφθηκε εις βάρος του Υπουργού της πρώτης
αριστερής Κυβέρνησης με τα εργολαβικά του 12% είναι ένα επεισόδιο ακόμα
σε μια μακρά σειρά με πιθανή συνέχεια. Εκείνο που ειδοποιεί την
κατάσταση είναι το εμπόριο ελπίδας και η απροκάλυπτη εκμετάλλευση
δυστυχών συμπολιτών μας με σκοπό την υφαρπαγή της εξουσίας.
Ο
ψευδεπίγραφος ηθικισμός της Αριστεράς που λειτούργησε ως πολιορκητικός
κριός για την ανάρρηση στην εξουσία θα αποβεί τελικά ο πολιτικός της
εφιάλτης.
Η Κυβέρνηση απεμπόλησε πλήρως το ηθικό πλεονέκτημα για το
οποίο φλογερώς ξιφουλκούσε και κλήθηκε συντόμως να αντιμετωπίσει την
θεμελιώδη αρχή για το νόμιμο και το ηθικό. Και όσο αναζητά εσωτερικούς
εχθρούς για λαϊκή κατανάλωση που απεργάζονται την αποδυνάμωσή της, τόσο
περισσότερο γελοιοποιείται.
Οι λαθρεπιβάτες της ελπίδας απογυμνώνονται.
Η γυναίκα του Καίσαρα κυλιέται ήδη στις λάσπες…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου