"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


«Ιδού!»

Γράφει ο OLD-BOY
 
Ο Μάγος ανέβηκε στη σκηνή. Εκεί υπήρχε ένα τραπέζι γεμάτο τροφές. ένα κρεβάτι και ένα γιογιό. Η αυλαία ανέβηκε. Τα φώτα έπεσαν πάνω του. Το κοινό χειροκρότησε. Πήρε τις τροφές και τις έδειχνε στο κοινό μία - μία. Το βλέπετε αυτό; Είναι ψωμί, είναι τυρί, είναι κρέας, είναι φρούτο. Τα έβαζε στο στόμα του, τα μασούσε, τα κατάπινε. Τώρα περιμένετε, είπε. Το κοινό κρατούσε την ανάσα του. Λίγες ώρες μετά έκατσε στο γιογιό. Όταν τελείωσε, το σήκωσε και ζήτησε τους προβολείς να πέσουν πάνω στο περιεχόμενό του:
 
«Ιδού!».
 
Το σούσουρο που προέκυψε στην αίθουσα ήταν εκκωφαντικό. Άλλοι ενθουσιασμένοι έλεγαν μπράβο, άλλοι θορυβημένοι ρωτούσαν μα πώς το έκανε, άλλοι σκανδαλισμένοι έλεγαν πως πρόκειται για απάτη, άλλοι σαν χαμένοι κοιτούσαν δεξιά κι αριστερά. Όταν τελικά τα πνεύματα ηρέμησαν, ο Μάγος ζήτησε οι προβολείς να πέσουν πάνω στα ανοικτά του μάτια. Δέκα πέντε ώρες μετά άρχισαν να ανοιγοκλείνουν. Ψίθυροι στην αίθουσα έντονοι. Λίγα λεπτά αργότερα τα μάτια του έκλεισαν τελείως καθώς είχε γείρει στο κρεβάτι. Ο βοηθός του ανέβηκε στη σκηνή, έδειξε το σα νεκρό ξαπλωμένο στο κρεβάτι σώμα του και φώναξε:
 
«Ιδού!».
 
Αυτή την φορά στην αίθουσα επικράτησε πανζουρλισμός. Ό,τι έλεγαν λοιπόν για αυτόν ήταν αλήθεια; Θα μπορούσαν ποτέ να είναι αλήθεια; Μπορούσε να πραγματοποιήσει όχι μόνον τη «βεβήλωση των τροφών», αλλά και την «παροδική διακοπή της λειτουργίας του»; Είτε ο Μάγος ήταν ον ξεχωριστό, είτε κατείχε τα πλέον απόκρυφα μυστικά της τέχνης του. Όταν σχεδόν επτά ώρες αργότερα ο Μάγος ξανάνοιξε τα μάτια και σηκώθηκε, το χειροκρότημα ήταν αποθεωτικό. Ο Μάγος υποκλίθηκε και ζήτησε να ανέβει στη σκηνή μια εθελόντρια.  
Σηκώθηκαν πολλά χέρια, εκείνος επέλεξε -τυχαία ή μοιραία ή τυχαία και μοιραία μαζί- κάποιο. Όταν η εθελόντρια ανέβηκε στη σκηνή, την ξάπλωσε στο κρεβάτι και της έβγαλε τα ρούχα. Έβγαλε κι αυτός τα δικά του και έπεσε επάνω της πεινασμένα. Πάλεψαν μια ιδρωμένη πάλη. Έπειτα περίμεναν. Το ίδιο και το κοινό. Μερικά βράδια αργότερα η γυναίκα άρχισε να ματώνει ανάμεσα στα πόδια. Μέρος του κοινού αποδοκίμασε, άλλο αποχώρησε. Πέρασαν λίγες μέρες, η γυναίκα σταμάτησε να ματώνει και ο Μάγος έπεσε πάλι πάνω της. Πάλεψαν ιδρωμένα πολλά συνεχόμενα βράδια. Το αίμα της γυναίκας ξανάρθε, αποχώρησε κι άλλο τμήμα του κοινού, ο αιθουσάρχης άρχισε να ανησυχεί. Ο Μάγος όμως όχι. Όταν το αίμα ξανάφυγε, ο Μάγος το ξαναπάλεψε μαζί της. Το αίμα δεν ξανάρθε. Τα νέα μαθεύτηκαν, η αίθουσα ξαναγέμισε, αυτή τη φορά ασφυκτικά. Η γυναίκα άρχισε να μεταμορφώνεται. Μήνες αργότερα η γυναίκα άρχισε να σφαδάζει και να ουρλιάζει. Ο Μάγος κάτι της ψιθύριζε στο αυτί. Κάποιο ξόρκι τόσο δυνατό, που ένα νέο πλάσμα βγήκε από μέσα της. Αλλά δεν ήταν πλάσμα ξεχωριστό, ήταν ένα με τη γυναίκα. Τους έκοψε χωρίς έλεος στα δύο. Κράτησε το πλάσμα που είχε απομείνει στα χέρια του. Είχε πάνω του το αίμα που της είχε κόψει. Ανέβηκε θριαμβευτικά στη σκηνή και φώναξε:
 
«Ιδού!».
 
Ο Μάγος είχε πραγματοποιήσει το τρία στα τρία. Στο σημείο αυτό οι περιγραφές για το τι επακολούθησε στην αίθουσα διϊστανται. Είναι δύσκολο να αποφασίσει κανείς ποια είναι αληθής και ποιά θρύλος. Τα επόμενα πενήντα έξι χρόνια η παράσταση συνεχίστηκε χωρίς σταματημό, μέρα και νύχτα, καθημερινές κι αργίες. Όλο αυτό το διάστημα ο Μάγος παρουσίαζε την «αυτομεταμόρφωσή» του. Πράγματι δεν είχε πλέον καμία σχέση η εικόνα του με την εικόνα του νεαρού θρασύ Μάγου που ένα ωραίο απόγευμα είχε πάρει τροφές και τις είχε μετατρέψει με εσωτερικούς αδιαφανείς μηχανισμούς σε σκατά. Και το κοινό το θυμόταν βέβαια αυτό, και τον επιβράβευε με στάντινγκ οβέισον και ωσαννά.  
 
Απέμενε μόνο η πραγματοποίηση της πέμπτης και τελικής υπόσχεσης που περιεχόταν στο διαφημιστικό. Θα έφτανε ως εκεί; 
 
Ο Μάγος αγαπούσε τόσο τη δουλειά του που έφτασε. Κλείνοντας τα μάτια του εκείνη την Πέμπτη, δεν τα ξανάνοιξε ποτέ. Η παροδική διακοπή της λειτουργίας του είχε μετατραπεί σε οριστική. Η αυλαία έπεσε. Το κοινό τον αποθέωσε για μια τελευταία φορά και αποχώρησε ικανοποιημένο. Στην έξοδο είχαν σχηματιστεί πηγαδάκια. Η παράσταση ήταν βαθιά επιδραστική και ήδη από τα πηγαδάκια άλλοι ισχυρίζονταν πως όλο αυτό αποτελούσε πρώτης τάξης υλικό για να στήσουν θρησκείες, άλλοι επιστήμες, άλλοι φιλοσοφίες, άλλοι τέχνες. Άλλοι, τέλος, για να γράψουν λέξεις, που κατά μια εκδοχή είναι το αντίστοιχο της μετατροπής των πάσης φύσεως ερεθισμάτων σε θρεπτικές ουσίες για το πνεύμα (κι αναγκαίες για τη διατήρησή του σε λειτουργία) και κατά μια άλλη λιγότερο δημοφιλή -όχι όμως απαραίτητα και λιγότερο βάσιμη- είναι το αντίστοιχο της βεβήλωσης των ερεθισμάτων, τα οποία τα μετατρέπουν σε πνευματικά σκατά.

Δεν υπάρχουν σχόλια: