"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


Οι αναίσθητοι

Toυ Γ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ - ΤΕΤΡΑΔΗ

ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΟΥΣΑ χθες, μέσα στην εκκλησία, το πλήθος του κόσμου, που είχε έρθει για την κανονική λειτουργία της Κυριακής, να στοιχίζεται στο τέλος αργά, σε μια μακρά ουρά, όπου ένα μέρος μεταλάβαινε και ένα άλλο, το πιο μεγάλο, έπαιρνε τα πρόσφορα από ένα ασημένιο σκεύος, στη μέση του ιερού.

ΟΛΟΙ αυτοί οι άνθρωποι, στη συντριπτική τους πλειονότητα συνταξιούχοι, φανερά πρώην εργάτες και υπάλληλοι μιας αγροτικής καταβολής, που έγιναν μικροαστοί, προχωρούσαν προσεκτικά μη σκοντάψουν, κοιτάζοντας κάτω, όπως κάνουν οι μεγάλης ηλικίας άνθρωποι.

ΑΛΛΑ, κοιτάζοντας κάτω, δεν μπορούσες να αποφύγεις τον συνειρμό, να δεις ότι αυτοί οι άνθρωποι, οι αδύναμοι, μέσα στα αξιοπρεπή, φτηνά, μα όχι φτηνιάρικα ρούχα τους είναι εκείνοι, που άρπαξε το αδιάντροπο χέρι του κυβερνήτη για να διασώσει τη χαμένη τιμή των ελλειμμάτων του κράτους. Κόβοντάς τους συντάξεις και επιδόματα προκειμένου να μαζέψει απ' αυτούς τα «μαζί τα φάγαμε» του κάθε αναίσθητου διαχειριστή εξουσίας.

ΑΥΤΟΙ, λοιπόν, οι άνθρωποι, που αρκετοί έμπαιναν στην ουρά για να πάρουν απλώς ένα κομμάτι ψωμί, το πρόσφορο, και άλλοι για να πάρουν ένα κομμάτι ελπίδας, την κοινωνία, είναι εκείνοι που θα πληρώσουν με τις συντάξεις τους και με τα επιδόματά τους τα αχόρταγα στομάχια όλων των κηφήνων της εξουσίας και των επηρμένων της εξουσίας και των καβαλημένων της εξουσίας, που φροντίζουν για τις παχυλές τους συντάξεις και τα επιδόματά τους, γδύνοντας απ' αυτά τους παππούδες τους και τις γιαγιάδες τους. Οι αναίσθητοι.

ΑΛΛΑ γύρω απ' αυτούς τους παππούδες και τις γιαγιάδες περίσσευαν τα απαστράπτοντα αντικείμενα των ναών και τα παγκάρια και τα δωρήματα και τα αρπάγματα από ένα ολόκληρο εμπόριο θεών και αγίων και δοξασιών. Στηριγμένο πάνω σε αρχέγονους φόβους και ατέλειες, όχι μόνο των γερόντων, αλλά του κόσμου σύμπαντος.

ΑΥΤΟΙ όλοι οι στοιχισμένοι για ένα αντίδωρο και μια κοινωνία, όπως και οι άλλοι που απλώς ήταν παρόντες, μετείχαν σ' ένα άλλο δούναι-λαβείν, πανάρχαιο, από καταβολής ανθρώπου. Οπου ένα άλλο μνημόνιο παίζεται, όχι μόνο σε επίπεδο οικονομικό, αλλά και απόλυτης εξουσίας: στη ζωή και στο θάνατο.

ΑΝΑΜΕΣΑ σ' αυτές τις δύο εξουσίες, την κοσμική των κυβερνητών και την κοσμική με μανδύα θεών, στοιχίζονται ο ένας πίσω από τον άλλον, όχι μόνο οι παππούδες και οι γιαγιάδες, αλλά αι γενεαί πάσαι.

ΠΛΗΡΩΝΟΝΤΑΣ κι εδώ κι εκεί για να σώσουν το σώμα και την ψυχή τους, από την ίδια απειλή τρομοκρατούμενοι: Και κάτω οι καλοί και οι κακοί, και πάνω οι καλοί και οι κακοί. Και κάτω τρομοκράτες και πάνω τρομοκράτες.

ΚΑΘΩΣ απόσωναν οι στοιχισμένοι στις δυο ουρές και έφευγε το εκκλησίασμα, μία οικεία και αγαπημένη φωνή με ρώτησε:  
«Υπάρχει ελπίδα;» 
«Οχι», απάντησα.

«ΚΑΙ αν αντισταθούμε, και αν δεν υπακούσουμε, μπορούμε κάτι να αλλάξουμε;», επέμεινε η νηφάλια φωνή.

«ΙΣΩΣ, τους εαυτούς μας», είπα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: