"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


Ο σπαρακτικός θρήνος της πόλης!


Είναι αλήθεια πως ο τίτλος φαντάζει υπερβολικός για κάποιον που δεν ζει την δραματική όψη της πρωτεύουσας, που δεν κυκλοφορεί στην πόλη όταν αρχίζει σιγά σιγά να σουρουπώνει. Δεν μιλάμε για τις περιοχές που έχουν προ πολλού πεθάνει και σήμερα είναι εστίες κινδύνου. Όπως η πλατεία Κουμουνδούρου, οι δρόμοι κάτω από την Ομόνοια, γύρω από την Αγίου Κωνσταντίνου, την Πειραιώς, ή το Μεταξουργείο.

Για να νιώσει κανείς το θρήνο αυτής της πόλης, πρέπει ένα συνηθισμένο απόγευμα, ακόμη και όταν τα καταστήματα είναι ανοικτά, να τριγυρίσει στους δρόμους του εμπορικού κέντρου, που μέχρι χθες έσφυζαν από ζωή μέχρι το βράδυ. Σταδίου, Πανεπιστημίου, Ακαδημίας, Σόλωνος, Κολοκοτρώνη, Καραγεώργη Σερβίας, Εμ. Μπενάκη, Χαρ. Τρικούπη, πλ. Κάνιγγος, πλ. Κοραή, πλ. Δραγατσανίου, πλ. Συντάγματος… Έκλειναν τα καταστήματα και ο κόσμος που είχε πάει να ψωνίσει σκορπιζόταν στα καφέ, τα ουζερί, τα εστιατόρια, τους κινηματογράφους, στα διάφορα στέκια.

Παντού είχε ζωή, είχε φώτα, είχε βουή, είχε παλμό! Τώρα μόλις φύγει το φως του ήλιου, επικρατεί μια απόκοσμη ερημιά. Δεν υπάρχει ψυχή στους δρόμους, τα μαγαζιά που έχουν απομείνει είναι αδειανά, η πόλη είναι σκοτεινή και βουβή. Ακόμη και στους δρόμους, τα αυτοκίνητα είναι λιγοστά. Το δυνατό κρύο τις τελευταίες ημέρες και τα κουφάρια των κατεστραμμένων επιχειρήσεων που χάσκουν, έχουν μετατρέψει το θρήνο σε κάτι χειρότερο. Σε σπαραγμό!

Η πόλη όχι μόνο είναι έρημη, αλλά από εδώ και πέρα είναι και απειλητική εκεί που δεν το περιμένεις. Πλέον οι έμποροι ναρκωτικών, πουλάνε τον θάνατο ανενόχλητοι μπροστά στο πνευματικό κέντρο της πόλης, έξω ακριβώς από την πόρτα του πανεπιστημίου! Εκατοντάδες αδειανά από ζωή, ανθρώπινα κουφάρια, περιφέρονται αναζητώντας τρόπο να πάρουν τη δόση τους. Σε κάθε απίθανο σημείο, παντού στο κέντρο της πόλης, συναντάς πλέον μικρές αυτοσχέδιες κρυψώνες ανήμπορων ανθρώπων, που προσπαθούν με κάθε τρόπο να φυλαχτούν από το κρύο.

Τρίτη απόγευμα, γύρω στις 6.30. Στη διαδρομή με τα πόδια από την πλατεία Κάνιγγος μέχρι το Σύνταγμα, μέσω της Ακαδημίας και της Πανεπιστημίου, κανένα απολύτως κατάστημα δεν έχει μέσα πελάτη. Ούτε ένα! Ούτε για δείγμα! Είναι αντικείμενο επισταμένης παρατήρησης. Όλα είναι άδεια. Κάπου στα 130 καταστήματα, χάθηκε και το μέτρημα αυτών που έχουν κλείσει κατά μήκος της πεζοπορικής αυτής διαδρομής και δεν λειτουργούν. Σίγουρα είναι τόσα και άλλα τόσα. Υπάρχουν σημεία που συναντάς στη σειρά του δρόμου, δύο κλειστά μαγαζιά για κάθε ένα ανοικτό.

Οι ουρές των απελπισμένων ταξιτζήδων είναι η καλύτερη εικονογράφηση της δυστυχισμένης πόλης. Συνωστίζονται κατά δεκάδες σε αυτοσχέδιες πιάτσες, χωρίς πολλές ελπίδες να βρουν πελάτη. Οι περισσότεροι δεν θα καταφέρουν να καλύψουν ούτε καν τα έξοδα τους.  

Η πόλη πέθανε. Κανείς δεν ενδιαφέρθηκε να την κρατήσει στη ζωή. Δεν υπάρχει στην Ευρώπη όμοιά της πρωτεύουσα. Ένα ακόμη δείγμα της παρακμής μας. Μόνο που αυτή ήταν μέχρι χθες η βιτρίνα μας!

Δεν υπάρχουν σχόλια: