Είναι αποτελεσματικό το ΔΝΤ;
Tου Παναγιωτη Λιαργκοβα
Καθηγητής και πρόεδρος της Ελληνικής Πανεπιστημιακής Ενωσης Ευρωπαϊκών Σπουδών (ΕΠΕΕΣ).
Το σχέδιο διάσωσης της ελληνικής οικονομίας, με την παρέμβαση για πρώτη φορά του ΔΝΤ σε χώρα της Ευρωζώνης, εύλογα οδηγεί στο ερώτημα σχετικά με την αποτελεσματικότητα του σχεδίου.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των Haque και Κhan (1998), «τα προγράμματα που υποστηρίζονται από το Ταμείο οδηγούν σε βελτίωση του ισοζυγίου πληρωμών και των τρεχουσών συναλλαγών. Το ίδιο συμβαίνει και με τον πληθωρισμό. Το ΑΕΠ συμπιέζεται βραχυπρόθεσμα όσο κυριαρχούν τα στοιχεία που μειώνουν τη ζήτηση. Με την πάροδο όμως του χρόνου, όταν αρχίζουν να υλοποιούνται οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, το ΑΕΠ ξεκινά την άνοδό του».Τα βασικά παραδείγματα που χρησιμοποιούνται ως εφαρμογές της θεώρησης αυτής είναι το Μεξικό την επαύριον της κρίσης της τεκίλας του 1994 και η Τουρκία μετά το 2001.
Η μεξικανική οικονομία βρέθηκε, αρχικά, αντιμέτωπη με συρρίκνωση του ΑΕΠ της τάξης του 6,2% το 1995. Εν συνεχεία, όμως, η χώρα άρχισε να μπαίνει σε ρυθμούς ανάπτυξης από το πρώτο τρίμηνο του 1996. Αλλο δείγμα της βελτίωσης της κατάστασης στη χώρα αποτέλεσε η απόπειρα της κεντρικής τράπεζας να τιθασεύσει τον πληθωρισμό. Αυτές οι προσπάθειες έκαναν τις χρηματοπιστωτικές αγορές να νιώσουν πιο άνετα με το αυξημένο μεξικανικό χρέος. Τα spreads των μεξικανικών ομολόγων (σε σχέση με τα αμερικανικά) κυμάνθηκαν στις 400 μονάδες βάσης, τα χαμηλότερα μεταξύ των κρατών της Λατινικής Αμερικής.
Και η περίπτωση της Τουρκίας μπορεί να κριθεί σε σημαντικό βαθμό ως επιτυχημένη παρέμβαση του ΔΝΤ το 2001. Ο ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης για την πενταετία 2002-2006 διαμορφώθηκε στο 7,8%.Το αρνητικό σκέλος της υπόθεσης είναι ότι επρόκειτο για μια ανάπτυξη που δεν επέφερε αύξηση των θέσεων εργασίας, αλλά ανεργία. Τα υψηλά επιτόκια που κυριαρχούσαν στην τουρκική αγορά προσείλκυσαν βραχυπρόθεσμα κεφάλαια ενώ η σχετική αφθονία ξένου συναλλάγματος οδήγησε σε ανατίμηση του τουρκικού εθνικού νομίσματος, της λίρας. Το μειωμένο κόστος του ξένου συναλλάγματος οδήγησε σε μαζική αύξηση της κατανάλωσης.
Σύμφωνα με τους Adam Przeworski και James Vreeland, οι χώρες που συμμετέχουν στα προγράμματα του ΔΝΤ δεν αναπτύσσονται γρηγορότερα την επαύριον αυτών σε σχέση με την περίοδο της προ συμμετοχής τους στο πρόγραμμα. Οι επικριτές των δράσεων του ΔΝΤ επικαλούνται ως παραδείγματα τις χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας (Ταϊλάνδη, Ινδονησία, Νότια Κορέα) και την Αργεντινή.
Στην Ταϊλάνδη, οι αξιωματούχοι του ΔΝΤ πίστευαν ότι από τη στιγμή που οι συνταγές ενός προγράμματος λιτότητας (με αυστηρές περικοπές των κυβερνητικών δαπανών) θα ακολουθούνταν αυστηρά το 1996-8, η εμπιστοσύνη θα επανερχόταν και τα κεφάλαια θα εισέρρεαν στη χώρα για να βελτιώσουν τη ρευστότητα και να σταθεροποιήσουν το εθνικό νόμισμα. Αυτή η ελπιδοφόρα σκέψη δεν υλοποιήθηκε και η χώρα παρέλυσε αντιμετωπίζοντας τεράστια εκροή κεφαλαίων.
Υπάρχουν και άλλες περιπτώσεις στις οποίες το Ταμείο δεν κατάφερε να διαδραματίσει θετικό ρόλο στην εξυγίανση των οικονομιών. Δεν είναι σαφές, όμως, κατά πόσο φέρει το ίδιο ευθύνη για τα αρνητικά αποτελέσματα και όχι οι προβληματικές ενδεχομένως πολιτικές που υιοθέτησαν οι χώρες-αποδέκτες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Ρωσία, στην οποία η κακοδιαχείριση, η διαφθορά και η προβληματική γραφειοκρατία, κατάλοιπα της σοβιετικής εποχής, οδήγησαν στην κατασπατάληση της χρηματικής βοήθειας του Ταμείου.
Ετικέτες
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ,
ΔΙΕΘΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ,
ΔΝΤ,
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου