Πραγματικότητα διπλής όψεως
Tης Tασουλας Kαραϊσκακη
Σε εποχές κρίσης, μαζί με τη φτώχεια, την εγκληματικότητα, τη διαφθορά, αυξάνεται και η σύγχυση. Εν προκειμένω, για το σημείο όπου μπορεί να φτάσει το μαχαίρι κι αν είναι περισσότερο εργαλείο κάθαρσης ή εξανδραποδισμού. Οι στεντόρειες φωνές εκατέρωθεν των πλευρών (από τη μια του κυβερνητικού επιτελείου κι από την άλλη των απολυμένων της Ολυμπιακής, των προς μετάταξη υπαλλήλων του ΟΣΕ, των συμβασιούχων...) εμποδίζουν τη δημιουργία σαφούς άποψης για το μοίρασμα της ευθύνης, για το ακριβές σημείο του «αποστήματος» κι αν αυτό θεραπεύεται με τα μέτρα. Αν τα σχέδια εξυγίανσης πράγματι εξυγιαίνουν ή αν η διοίκηση παραμένει απολιθωμένη, η Δικαιοσύνη υπονομευμένη, οι νόμοι αναξιόπιστοι, οι κρύπτες της συναλλαγής ανέγγιχτες και κανένας δεν «παίρνει από τον Καίσαρα αυτό που δεν του ανήκει», όπως έλεγε ο Πωλ Ελυάρ.
Αν γίνεται στ’ αλήθεια κάτι, λόγου χάρη με την εγκληματικότητα. Οι αριθμοί λένε πως μειώνεται – με την εμφανή δίκυκλη αστυνόμευση. Η αίσθηση του κόσμου είναι ότι αυξάνεται, χωρίς να διαφαίνεται λύση – σήμερα ουδείς μπορεί να μιλήσει για πρόληψη, δηλαδή μέτρα για ανακούφιση των αναξιοπαθούντων, δουλειά στους νέους από τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα, τόνωση των κοινωνικών δεσμών. Μια συνεκτική κοινωνία πάντα απέτρεπε το έγκλημα. Το οποίο αναζητείται περισσότερο στα υποβαθμισμένα σοκάκια του κέντρου, περισσότερο στην εξαθλίωση και λιγότερο στην πολυτέλεια της νύχτας, περισσότερο στη δράση των αλλοδαπών και λιγότερο στις νομιμοφανείς επιχειρήσεις που στήνουν οι μαφίες, στις χρηματιστηριακές καταχρήσεις, στις παραβάσεις του εργατικού και φορολογικού δικαίου, στα περιβαλλοντικά εγκλήματα, την εγκληματικότητα των λευκών κολάρων...
Επειτα, τι έχει μεγαλύτερη σημασία; Τα σενάρια αναδιάρθρωσης του χρέους και εξόδου από το ευρώ ή το ιλιγγιώδες άνοιγμα της ψαλίδας, οι διευρυνόμενες ανισότητες, η ισχυρή επικράτηση του χρήματος επί της δημοκρατίας;
Δεν είναι ξεκάθαρο. Μια χώρα όπου οι τραγωδίες αποτρέπονται από σύμπτωση, όπου η απορρύθμιση των μηχανισμών είναι ο κανόνας, όπου η απάθεια καλύπτει τα στραβά και τ’ άδικα, όπου η ακροβασία στο χείλος της αβύσσου αποτελεί εθνικό σπορ και το «εγώ θα σώσω τον κόσμο;» εθνικό χαρακτηριστικό, παραδίδεται πιο εύκολα σε εξωεθνικές διαθέσεις. Η «κοινωνία του τυχάρπαστου» έγινε βόμβα στα θεμέλια του συστήματος.
Συνέπεια, η αίσθηση ανασφάλειας, μετεωρισμού, κενού. Αλλά και μια σαφής γεύση πίκρας στο στόμα των πολλών, για το γεγονός ότι, ενώ πληρώνουν το αντίτιμο για όλες τις χαρές τους, ενώ δίνουν λογαριασμό για όλα όσα συνήθως λησμονούνται, ενώ δεν χρωστούν ούτε μια στιγμή ευτυχίας, ταυτόχρονα υποχρεούνται να πληρώσουν την ασυνειδησία των άλλων, να υφίστανται τις συνέπειες των ξένων πράξεων.
Μια παράλογη μοιρασιά. Και τους πνίγει η οργή γι’ αυτήν την κάθε άλλο παρά ερεβώδη αρχή και τάξη που τους καταδίκασε στο τάγμα των θυμάτων. Σε μια αντιφατική οδυνηρή πραγματικότητα διπλής όψεως.
Και όμως, η απελπισία κάνει τους ανθρώπους να ορίζουν κάτι. Τον ζωτικό χώρο τους, τα δίκια μας, τα θέλω μας, τα όνειρά τους, εκείνο το θερμό υλικό από το οποίο πάντα γεννιούνταν κόσμοι.
Ετικέτες
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ,
ΑΠΟΨΕΙΣ,
ΕΛΛΑΔΑ,
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ,
ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗ,
ΚΟΙΝΩΝΙΑ,
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου