Ο πληθυσμός της Σουηδίας είναι όσος περίπου της Νέας Υόρκης (για την ακρίβεια, γύρω στα 2 εκατομμύρια μεγαλύτερος). Και αποδεικνύει ότι η επιδημία του κορονοϊού δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί παντού με τον ίδιο τρόπο.
Η Σουηδία είναι μια κοινωνία «υψηλής εμπιστοσύνης», πράγμα που εξηγεί γιατί η ανταγωνιστική της οικονομία μπορεί να συνυπάρχει με ένα γενναιόδωρο κοινωνικό κράτος. Οι άνθρωποι εμπιστεύονται ο ένας τον άλλο. Και οι πολίτες εμπιστεύονται την κυβέρνησή τους για το ότι θα χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά τους φόρους τους για να παρέχει υπηρεσίες όπως στέγαση, φροντίδα των παιδιών και ανώτατη εκπαίδευση που υπό άλλες συνθήκες οι πολίτες θα μπορούσαν να αναζητήσουν στην αγορά.
Όπως αποδεικνύεται, η «υψηλή εμπιστοσύνη» σημαίνει ότι οι Σουηδοί μπορούν να τα βγάλουν πέρα με λιγότερη κυβέρνηση όταν πρόκειται για τη φυσική απόσταση. Η Σουηδία έχει απαγορεύσει τα πλήθη και τα μπαρ και προσπαθεί να προστατεύσει τους ηλικιωμένους και τους ευάλωτους. Κατά τα άλλα όμως, έχει εναποθέσει στους επιχειρηματίες και στους πελάτες τους την ευθύνη για την αντιμετώπιση του ιού.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι μια κοινωνία χαμηλής εμπιστοσύνης, που λειτουργεί με ένα ομοσπονδιακό κυβερνητικό σύστημα και χαρακτηρίζεται από ισχυρό ατομισμό. Η Νέα Υόρκη, κατά μία έννοια, συμβολίζει μια προσπάθεια να επιβληθεί μια κυβέρνηση υψηλής εμπιστοσύνης σε έναν πληθυσμό χαμηλής εμπιστοσύνης. Πάνω από το 40% των κατοίκων στηρίζονται στο Medicaid, από τους οποίους το ένα τρίτο δεν το δικαιούται κανονικά με βάση τα εισοδήματά του. Ο πρώην δήμαρχος Μάικ Μπλούμπεργκ ίσως μάλιστα να έλεγε ότι καταχρώνται αυτό το προνόμιο αδιαφορώντας για την υγεία τους.
Το κόστος αυτής της αδιαφορίας αποδεικνύεται μεγάλο στην κρίση του κορονοϊού.
Το μάθημα αυτό μπορεί να μας βοηθήσει και στην αποκλιμάκωση από την κρίση.
Ερχόμαστε έτσι στο βασικό σημείο:
Η Σουηδία σφυροκοπείται έτσι από εκείνους που έχουν αποτύχει να προσφέρουν στις κοινωνίες τους ένα πειστικό χρονοδιάγραμμα αποκλιμάκωσης. Διότι ακόμη κι όταν θα έχουμε καλύτερα τεστ, δεν θα διαθέτουμε τρόπο να σταματήσουμε τον ιό ενώ θα λειτουργεί η οικονομία.
Δεν βοηθάει επίσης τη συζήτηση το γεγονός ότι πολλοί ειδικοί, δημοσιογράφοι και πολιτικοί βρίσκονται σε μια ηλικιακή ομάδα που χρειάζεται τη μεγαλύτερη προστασία από τον ιό. Δεν μπορούν λοιπόν να πουν ότι άλλοι θα πρέπει να περιμένουν ότι θα προσβληθούν.
Όταν τελειώσουν όλα, οι πανεπιστημιακοί θα κάνουν σύγκριση ανάμεσα στη στρατηγική του εγκλεισμού και άλλες στρατηγικές (μη περιλαμβανομένου του «δεν κάνω τίποτα»). Θα αναρωτηθούν...
Το κλείσιμο της οικονομίας μπορεί τελικά να φανεί αντιπαραγωγικό, καθώς απαιτήθηκε από τους λιγότερο και περισσότερο ευάλωτους να μοιραστούν εξίσου τον κίνδυνο της εξάπλωσης του ιού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου