"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


Η μετάλλαξη των εφημερίδων

Από την ΒΙΚΗ ΤΣΙΩΡΟΥ

Σε ένα νέο συλλογικό έργο, με τίτλο «Οι διανοούμενοι κρίνουν τα ΜΜΕ», έντεκα δοκιμιογράφοι, φιλόσοφοι και ιστορικοί, από τον Μισέλ Ονφρέ ώς τον Ρεζίς Ντεμπρέ, μιλούν για το μέλλον των ΜΜΕ και τις συχνά συγκρουσιακές σχέσεις που έχουν με αυτά. Για πρώτη φορά οι διανοούμενοι είναι εκείνοι που κρίνουν τη δουλειά των ΜΜΕ.

Μάλιστα, στην ερώτηση «Υπάρχουν δημοσιογράφοι που θα φτάνατε στο σημείο να τους χτυπήσετε;», ο Μισέλ Ονφρέ απαντά: «Με μεγάλη ευχαρίστηση».

Οταν πρόκειται, δε, για τις καθημερινές τους συνήθειες, οι διανοούμενοι είναι ακόμη πιο σκληροί. Ο Ρεζίς Ντεμπρέ διαβεβαιώνει πως διαβάζει μόνο δύο εφημερίδες: την «La Croix» και τη «Monde Diplomatique», και μάλιστα μόνο μετά το μεσημεριανό. Οσο για τα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων τα θεωρεί «κουτσομπολιά της παγκοσμιοποιημένης εποχής μας». Ενας άλλος γνωστός διανοούμενος, ο ιστορικός Πιερ Νορά εκμυστηρεύεται πως δεν μπορεί να παρακολουθήσει τα ΜΜΕ χωρίς να νιώσει ντροπή.

Γιατί άραγε τα ΜΜΕ έχουν απαξιωθεί τόσο; Και πόσο επικίνδυνη για τη διατήρησή τους είναι αυτή η τάση;

«Σε είκοσι με τριάντα χρόνια οι περισσότερες εφημερίδες μπορεί να εξαφανιστούν», ισχυρίζεται ο δημοσιογράφος Μπερνάρ Πουλέ, και συγγραφέας του βιβλίου «Το τέλος των εφημερίδων», που είχε κυκλοφορήσει στη Γαλλία πριν από εννιά μήνες.

Τώρα, σε μια νέα έρευνά του για το μέλλον της πληροφόρησης, παραθέτει ορισμένα ενδιαφέροντα στοιχεία για ένα θέμα που ενδιαφέρει τόσο τους επαγγελματίες των media όσο και τους αναγνώστες.

«Είναι αλήθεια ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια ανθρωπολογική μετάλλαξη», λέει στο περιοδικό «Νουβέλ Ομπσερβατέρ». «Η σχέση του γραπτού και της ανάγνωσης αλλάζει. Παραδείγματος χάριν, στο Ινστιτούτο Πολιτικών Επιστημών του Παρισιού, πριν από είκοσι χρόνια, όλοι οι φοιτητές διάβαζαν κάθε μέρα την εφημερίδα "Λε Μοντ". Σήμερα, στην καλύτερη περίπτωση το ποσοστό φτάνει το 20 ή το 30%

Εξάλλου, όλα συντείνουν στο ότι το σημερινό οικονομικό μοντέλο των περισσότερων εφημερίδων έχει καταρρεύσει, όπως δείχνουν η πτώση της κυκλοφορίας, η κατάρρευση της αγοράς των μικρών αγγελιών, ο ανταγωνισμός των free press, η αύξηση των εξόδων της εκτύπωσης, η αυξανόμενη αδιαφορία για το έντυπο, και φυσικά η έλλειψη διαφήμισης. Η πληροφόρηση δεν θεωρείται πια το καλύτερο μέσο για την προώθηση μιας διαφήμισης. Οι διαφημιστές αμφιβάλλουν για την αποτελεσματικότητα των "μεγάλων" μέσων (εφημερίδες, ραδιοφωνικοί σταθμοί και τηλεοπτικά κανάλια).

Οι τρόποι χρηματοδότησης της ποιοτικής, μαζικής δημοσιογραφίας εξαφανίζονται. Αυτό το φαινόμενο συνέβη ξαφνικά, με την εμφάνιση των ψηφιακών μέσων, μεταξύ των οποίων και το Διαδίκτυο, που προκάλεσαν τον τεμαχισμό των μέσων υποδοχής διαφημίσεων. Στο εξής οι διαφημιστές δεν χρειάζεται να περάσουν από ομάδες πληροφόρησης για να διαδώσουν το μήνυμά τους».

Η κρίση αυτή όμως, έχει επιπτώσεις και στις θέσεις εργασίας των επαγγελματιών του χώρου:

«Στις ΗΠΑ, όπου οι απολύσεις δημοσιογράφων από τις μεγαλύτερες εφημερίδες μετρώνται σε εκατοντάδες, το ζήτημα του τέλους του γραπτού Τύπου και οι ερωτήσεις πάνω στην επιβίωση της πληροφόρησης είναι μέρος της δημόσιας συζήτησης εδώ και πολλά χρόνια. Στη Γαλλία, αντίθετα, μιλούμε για "μεταρρυθμίσεις", "μεταβατική περίοδο", ή "προσαρμογή". Κάνουμε λες και, μειώνοντας τα έξοδα του κόστους της παραγωγής, βελτιώνοντας τα σημεία διανομής, οι μεταρρυθμίσεις αυτές θα μπορούσαν να είναι μια λύση. Ωστόσο, η οικονομική κρίση δεν εξηγεί τα εσωτερικά και πολύ βαθιά προβλήματα που σαφώς προϋπήρχαν της κρίσης των ΜΜΕ. Η αυταπάτη πως μπορούν να συνεχίζουν έτσι, πως η διαφήμιση θα επιστρέψει και πως θα βγουν από τη κρίση με κάποια μερεμέτια, είναι σκέτη αυτοκτονία.

Είμαι ακόμη πιο απαισιόδοξος από τον Μαρσέλ Γκοσέ, που πιστεύει στη διάσωση του γραπτού Τύπου λόγω μιας "μυστηριώδους σχέσης" του αναγνώστη με την εφημερίδα. Κατά την άποψή μου, σε είκοσι με τριάντα χρόνια οι περισσότερες εφημερίδες μπορεί να έχουν εξαφανιστεί. Αρκεί να δούμε προσεκτικά τι έχει συμβεί στις ΗΠΑ και τι πρόκειται να γίνει, έπειτα από μερικά χρόνια, στη Γαλλία και αλλού.

Στις ΗΠΑ, οι μεγαλύτερες εφημερίδες ενημέρωσης χρεοκοπούν ή δυσκολεύονται να αντιμετωπίσουν τα χρέη τους, όπως οι "New York Times". Εκεί που συμφωνώ με τον Μαρσέλ Γκοσέ είναι στο ότι όσο τα μεγάλα παραδοσιακά ΜΜΕ θα συρρικνώνονται, θα εμφανίζεται ίσως μια πληροφόρηση -γιατί πάντα θα έχουμε ανάγκη από πληροφορίες- δύο ταχυτήτων: μια πλούσια πληροφόρηση για πλούσιους και μια άλλη, "φτωχή", για φτωχούς ή απλώς για τη μεγάλη μάζα. Από τη μια, θα έχουμε ποιοτική πληροφόρηση για ανθρώπους πρόθυμους να πληρώσουν πιο ακριβά από ό,τι σήμερα, και από την άλλη μια γρήγορη και επιφανειακή πληροφόρηση για την τεράστια πλειονότητα των ανθρώπων, η οποία, σε πρώτη φάση τουλάχιστον, θα μένει ικανοποιημένη.

Γιατί πρόκειται για ακόμη μία ουτοπία το να υποστηρίζεις πως "ποτέ άλλοτε οι άνθρωποι δεν ενδιαφέρονταν τόσο πολύ για την επικαιρότητα". Από πού προκύπτει; Ας πάρουμε ως παράδειγμα το τσουνάμι. Το κοινό στο σύνολό του αρκέστηκε σε μια αφήγηση, σε κάποιες εικόνες και τίποτε άλλο. Οι άνθρωποι θέλουν να είναι ενημερωμένοι, αλλά ελάχιστοι επιθυμούν να εμβαθύνουν στα διάφορα θέματα».

Πόσο επηρεάζει η κατάσταση αυτή το επάγγελμα του δημοσιογράφου;

«Η εμφάνιση του ψηφιακού είχε το ίδιο αποτέλεσμα στη δημοσιογραφία όσο και η παγκοσμιοποίηση στις μεσαίες τάξεις. Η ψηφιακή επανάσταση στον Τύπο είναι η ευθανασία της μεσαίας τάξης των δημοσιογράφων.
Και αυτό, γιατί το επάγγελμα βρίσκεται σε μια κατάσταση μετάλλαξης. Βλέπουμε να αυξάνεται μια μάζα ειδικευμένων εργατών της πληροφόρησης που τροφοδοτούν τα δίκτυα της γρήγορης ενημέρωσης. Και δίπλα σε αυτούς θα έχουμε δημοσιογράφους που θα προσφέρουν μια υπεραξία με πραγματικές ειδικές γνώσεις και με μια πολύ καλή ποιότητα γραφής.

»Οσοι αποτελούν τη μεσαία τάξη, που είναι οι περισσότεροι συντάκτες, και στους οποίους ανήκω και εγώ, θα συνθλιβούν. Μέχρι τώρα, το να εργάζεσαι σε ένα μεγάλο φύλλο ή σε μια σοβαρή εφημερίδα ήταν προνόμιο. Αύριο, αυτό το προνόμιο θα πρέπει να το κατακτήσεις».

Δεν υπάρχουν σχόλια: