"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


Οι αναπτυσσόμενες χώρες αγοράζουν τον κόσμο

Της Ρουπινας Σπαθη

Ο ιστορικός του μέλλοντος θα κληθεί πιθανόν να ανιχνεύσει αν, υπό ποία έννοια και σε ποιο βαθμό η χρηματοπιστωτική κρίση, η ύφεση που την ακολούθησε και η ευρωπαϊκή κρίση χρέους στην οποία αυτή μεταλλάχθηκε λειτούργησαν ως καταλύτες στην εξίσωση των αναπτυσσόμενων οικονομιών με τις ανεπτυγμένες οικονομίες της Δύσης ή ακόμη και στην επίσπευση της κυριαρχίας τους επί της παγκόσμιας οικονομίας.

Δεν εκπλήσσει πλέον κανέναν η προθυμία της Κίνας να δηλώσει τη στήριξή της στους αδύναμους κρίκους της Ευρωζώνης και να αγοράσει τα ομόλογά τους, με δεδομένα τα ιλιγγιώδη συναλλαγματικά της διαθέσιμα τα οποία εξακολουθούν να αυξάνονται με ανησυχητικούς ρυθμούς. Δεν εκπλήσσει ούτε καν η παραδοχή του Αμερικανού υπουργού Οικονομικών, Τίμοθι Γκάιτνερ, πως πέραν του επίμαχου ζητήματος της ισοτιμίας του γουάν, η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου ανησυχεί από τους ραγδαίους ρυθμούς ανάπτυξης της Κίνας και τις πολιτικές που αυτή εφαρμόζει στην οικονομία και στο εμπόριο. Ούτε, βέβαια, η πρόσφατη έκθεση της τράπεζας HSBC που προβλέπει πως στα μέσα του 21ου αιώνα, η μεγαλύτερη οικονομική δύναμη στον πλανήτη θα είναι πλέον η Κίνα, έστω και με μικρό προβάδισμα έναντι των ΗΠΑ. Μάλιστα, την επιτάχυνση που ανέπτυξαν τελευταία οι αναπτυσσόμενες οικονομίες καταμαρτυρεί η πυρετώδης δραστηριοποίησή τους σε συγχωνεύσεις και εξαγορές και η εκτίναξη του μεριδίου τους επί του συνόλου των συμφωνιών του είδους σε παγκόσμιο επίπεδο.

Κίνα, Ινδία, Ρωσία
Με την Κίνα να προπορεύεται σαφώς και την Ινδία και τη Ρωσία να ακολουθούν, οι αναπτυσσόμενες οικονομίες πραγματοποίησαν συγχωνεύσεις και εξαγορές συνολικής αξίας 740,6 δισ. δολαρίων μέσα στους πρώτους 10 μήνες του 2010. Σύμφωνα με την εταιρεία ερευνών και παροχής δεδομένων Dealogic, αυτός ο όγκος συναλλαγών αντιπροσωπεύει αύξηση 64% σε σύγκριση με το αντίστοιχο ποσό των 451,4 δισ. δολαρίων στο οποίο ανήλθε η ίδια δραστηριότητά τους μόλις ένα χρόνο νωρίτερα.οι επιχειρήσεις των αναπτυσσόμενων χωρών πραγματοποίησαν τη μία στις τρεις συμφωνίες συγχώνευσης ή εξαγοράς παγκοσμίως, ενώ μόλις πέντε χρόνια νωρίτερα, το 2005, το μερίδιό τους δεν υπερέβαινε τη μία στις επτά συμφωνίες. Σύμφωνα με την ίδια εταιρεία, στη διάρκεια του 2010

Και βέβαια, οι συμφωνίες που συνάπτονται μεταξύ επιχειρήσεων δύο αναπτυσσόμενων οικονομιών αποτελούν μόνο μέρος αυτής της κινητικότητας. Για παράδειγμα, μία στις πέντε από τις συμφωνίες εξαγοράς που πραγματοποιεί επιχείρηση αναπτυσσόμενης χώρας έχει στόχο κινεζική επιχείρηση, ποσοστό σχετικά μικρό δεδομένης της τεράστιας αγοράς που αντιπροσωπεύει η Κίνα. Οι επιχειρήσεις των αναπτυσσόμενων χωρών επιδεικνύουν αυξανόμενη «όρεξη» κυρίως για επιχειρήσεις των ανεπτυγμένων οικονομιών της Δύσης με πρώτες στο στόχαστρό τους τις επιχειρήσεις της Αμερικής και αμέσως μετά εκείνες της Ιταλίας και της Βρετανίας.

Σύμφωνα με στοιχεία των Dealogic και Thomson Reuters, αμερικανικές ήταν οι επιχειρήσεις που αποτέλεσαν τον στόχο του 19,3% των εξαγορών από επιχείρηση αναπτυσσόμενης οικονομίας, ιταλικές ήσαν στόχος του 17% των εξαγορών και βρετανικές, στόχος του 15,5% των εξαγορών. Από τις πλέον ηχηρές που ακούστηκαν τελευταία ήταν η εξαγορά του ιταλικού οίκου μόδας Cerruti από την κινεζική εταιρεία Trinity που ανακοινώθηκε τον Δεκέμβριο, η εξαγορά της σουηδικής αυτοκινητοβιομηχανίας Volvo από την κινεζική Geely τον Μάρτιο του 2010 και το 2009 των εμβληματικών αυτοκινητοβιομηχανιών οχημάτων πολυτελείας Jaguar Land Rover από την ινδική Tata Motors. Εξ ίσου ηχηρή, όμως, ήταν το 2008 η εξαγορά της Imperial Energy του Ομίλου Exxon Mobil από τις ινδικές Indian Oil και Natural Gas Corp, αλλά και το 2007 η εξαγορά της ελβετικής Addax Petroleum από την κινεζική Sinopec.

Στην πρώτη θέση οι ΗΠΑ
Τα ποσοστά ως προς την εθνικότητα των επιχειρήσεων που αποτελούν στόχο εξαγοράς αλλάζουν, βέβαια, όταν είναι επί του συνόλου των εξαγορών παγκοσμίως και δεν αφορούν μόνον επιχειρήσεις αναδυόμενων οικονομιών. Οι αμερικανικές επιχειρήσεις, για παράδειγμα, υπήρξαν στόχος μόλις του 3,4% των εξαγορών που πραγματοποιήθηκαν παγκοσμίως, οι ιταλικές μόλις του 3% και οι βρετανικές μόλις του 2,8%. Οι ΗΠΑ διατηρούν πάντα την πρώτη θέση παγκοσμίως στις εξαγορές επιχειρήσεων, με τις αμερικανικές επιχειρήσεις να πραγματοποιούν το 25% των εξαγορών παγκοσμίως. Ακολουθούν εκείνες της Βρετανίας και την τρίτη θέση κατέχουν οι επιχειρήσεις της Κίνας, μαζί με τις γαλλικές και τις καναδικές. Στο στόχαστρό τους βρίσκονται, βέβαια, κατά κύριο λόγο επιχειρήσεις των αναπτυσσόμενων οικονομιών, καθώς εν τω μέσω της οικονομικής κρίσης οι επιχειρήσεις των ανεπτυγμένων οικονομιών αντιμετωπίζουν ένα εκρηκτικό μείγμα αναιμικής εγχώριας ζήτησης, γήρανσης των πληθυσμών τους και κορεσμένων αγορών. Επιδιώκουν, έτσι, να επεκταθούν στις αγορές των ραγδαία αναπτυσσόμενων οικονομιών μέσω στρατηγικών συμμαχιών, συγχωνεύσεων και εξαγορών.

Είναι ενδεικτικό ότι η Κίνα προσείλκυσε το 19,5% των εξαγορών παγκοσμίως, η Βραζιλία το 13,1%, η Ρωσία το 6,4% και η Ινδία το 6,2%. Σύμφωνα με στοιχεία της εταιρείας Thomson Reuters, στο 34% των συμφωνιών συγχώνευσης ή εξαγοράς παγκοσμίως συμμετείχε είτε ως αγοραστής είτε ως στόχος εξαγοράς επιχείρηση αναπτυσσόμενης χώρας. Το αντίστοιχο ποσοστό το 2007 ήταν μόλις 15%.

Οι πετρελαϊκές συμφωνίες της Κίνας
Η τελευταία συμφωνία επιχείρησης αναπτυσσόμενης χώρας με επιχείρηση βιομηχανικής χώρας, που έγινε γνωστή στην αρχή της εβδομάδας, ήταν η δημιουργία κοινοπραξίας μεταξύ της κινεζικής PetroChina και του βρετανικού διυλιστηρίου Ineos Group Holdings. Οι δύο εταιρείες θα διυλίζουν και θα εμπορεύονται προϊόντα πετρελαίου στο διυλιστήριο στο Γκρέιντζμαουθ της Σκωτίας και στη μονάδα της Λαβέρα στη νότια Γαλλία. Η συμφωνία εντάσσεται στο πλαίσιο των προσπαθειών που καταβάλλει η Κίνα να διασφαλίσει ενεργειακούς πόρους για την οικονομία της και να ισχυροποιήσει τη διεθνή θέση της στον τομέα της εμπορίας πετρελαίου. 

Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσονται συμφωνίες με τις οποίες η Petrochina απέκτησε πρόσβαση σε διυλιστήρια και δεξαμενές αποθήκευσης πετρελαίου στην Ιαπωνία και τη Σιγκαπούρη, αλλά και συμφωνίες που έχουν συνάψει η China National Petroleum Corp. και η China Petrochemical Corp. με ομολόγους τους στις σημαντικότερες πετρελαιοπαραγωγούς χώρες της Αφρικής, τη Νιγηρία και την Ανγκόλα. Τον Νοέμβριο, η PetroChina συμφώνησε, άλλωστε, με τη Royal Dutch Shell να εκπονήσουν από κοινού ενεργειακά σχέδια στον Καναδά και στην Κίνα.

Τεράστια κεφάλαια
Τον Δεκέμβριο τα συναλλαγματικά διαθέσιμα της Κίνας εκτινάχθηκαν στο ιλιγγιώδες ποσό των 2,85 τρισ. δολαρίων, αντανακλώντας τη συνεχιζόμενη εισροή κερδοσκοπικών κεφαλαίων στον ασιατικό οικονομικό γίγαντα. Οικονομικοί αναλυτές συσχετίζουν αυτή τη συσσώρευση «καυτού» χρήματος στην Κίνα με την προθυμία της να επενδύσει σε χρέος των περιφερειακών οικονομιών της Ευρωζώνης. Eδώ και χρόνια, άλλωστε, η Κίνα προσπαθεί να διαφοροποιήσει το χαρτοφυλάκιό της και να στραφεί περισσότερο στο ευρώ, περιορίζοντας τις τοποθετήσεις σε δολάριο. Εκτιμούν πως και μόνον για να διατηρήσει την τρέχουσα σύνθεση του χαρτοφυλακίου της, η Κίνα πρέπει να τοποθετεί τουλάχιστον 125 δισ. δολάρια μηνιαίως σε ευρωπαϊκά περιουσιακά στοιχεία.

Ενδιαφέρουσα παράμετρος της διεθνούς θέσης που οικοδομεί η Κίνα στην παγκόσμια οικονομία είναι η πρόθεση του Πεκίνου να προωθήσει μια πιο εκτεταμένη χρήση του γουάν σε διεθνές επίπεδο. Στη διάρκεια της εβδομάδας, άλλωστε, έγινε γνωστό ότι η Τράπεζα της Κίνας επέτρεψε στους πελάτες των κινεζικών τραπεζών να διαπραγματεύονται γουάν εκτός του χρηματιστηρίου του Χονγκ Κονγκ. Το υποκατάστημα που διατηρεί στη Νέα Υόρκη η μεγαλύτερη κινεζική τράπεζα δίνει έτσι τη δυνατότητα σε εταιρείες και άτομα να πωλούν γουάν μέσω λογαριασμών σε υποκαταστήματα στις ΗΠΑ. Τόνισε, όμως, πως παράλληλα μπορούν να κάνουν το ίδιο μέσω των δυτικών τραπεζών. Για την ώρα, όμως, η κίνηση αντιμετωπίζεται από αναλυτές των αγορών συναλλάγματος ως ήσσονος σημασίας, καθώς η πολιτική ηγεσία της Κίνας εξακολουθεί να επιβάλει αυστηρότατους ελέγχους στις συναλλαγές σε γουάν εκτός της χώρας.

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια: