Του ΔΗΜΗΤΡΗ ΔΑΝΙΚΑ
Είμαστε δεν είμαστε; Η χώρα του δήθεν.
Είμαστε και δεν είμαστε ευρωπαίοι. Είμαστε και δεν είμαστε (όλοι) σωστά φορολογούμενοι. Εχουμε και δεν έχουμε lockdown. Δηλαδή είμαστε και δεν είμαστε εγκλωβισμένοι
Απαγορευμένες οι συναθροίσεις. Όμως την ίδια στιγμή εντελώς απελευθερωμένες. Αντε τώρα, να είσαι ένστολος των οκτακοσίων ευρώ και να επιχειρείς να ορμήσεις προς εκατοντάδες πιτσιρικάδες που γλεντάνε σε δεκάδες ανοικτούς χώρους ανά την επικράτεια. Ούτε στους χειρότερους εφιάλτες σου. Να γίνω εγώ σούργελο στο Internet; Δεν σφάξανε
Γι αυτό θα δικαιολογούσα την μακαρίτισσα τη θεία μου την Ασπασία αν μου έλεγε «παιδάκι μου γιατί εγώ η θρησκευόμενη να μην έχω πρόσβαση την μεγάλη εβδομάδα στην εκκλησία;» Πολύ σωστά. Επομένως το επιχείρημα καταπίπτει. Επομένως όλοι οι ιερωμένοι έχουν δίκιο. Και επομένως οι εκκλησίες θα καλωσορίσουν τους πιστούς σ αυτές τις άγιες ημέρες των Παθών. Τα ξέφρενα και αυτοσχέδια ανοικτά πάρτι της πιτσιρικαρίας το καλύτερο επιχείρημα για την ελεύθερη πρόσβαση στις εκκλησίες των πιστών
Η κατάσταση λοιπόν τραμπαλίζεται μεταξύ του Όχι και του Ναι. Μεταξύ του «ανοικτού» και του «κλειστού». Ο κόσμος το χει τούμπανο και εμείς καμάρι. Τα καταστήματα στο λιανεμπόριο ανοικτά, αλλά και κάπως κλειστά. Αφού προηγουμένως πρέπει να κλείσεις ραντεβού με μηνύματα ηλεκτρονικά. Ποιος το κάνει προγραμματισμένα; Ελάχιστοι. Στην πραγματικότητα μόλις προσεγγίσεις το συγκεκριμένο, της αρεσκείας σου, το κατάστημα, ο υπάλληλος σου στέλνει μήνυμα και τότε η είσοδος είναι ελεύθερη. Το θέατρο της υποκρισίας. Ετσι για να λέμε πως υπάρχει πρωτόκολλο. Ετσι για να λέμε ότι όλοι τηρούν το πρωτόκολλο. Τρίχες κατσαρές για τσατσάρες νεοελληνικές
Η εστίαση και τα café είναι κλειστά. Όχι ακριβώς. Στην πραγματικότητα δεκάδες νοματαίοι περιφέρονται πέριξ αυτών μ ένα καφέ η ένα σάντουιτς στο χέρι. Η κουβεντούλα πάει σύννεφο. Και η ερώτηση, προς όλους τους αρμόδιους, εντελώς απλή. Μα γιατί μας ταλαιπωρείται μ αυτό το βάσανο της ορθοστασίας; Τι σας κάναμε; Και τι αμαρτίες πληρώνουμε;
Για όνομα του θεού. Αφήστε ελεύθερη την εστίαση μέχρι ενός ορισμένου ωραρίου. Ας πούμε μέχρι το απόγευμα. Να καθόμαστε σαν άνθρωποι. Να τηρούμε τις αποστάσεις. Να πίνουμε το καφεδάκι μας. Και να μην υποκρινόμαστε όλοι μαζί. Ο,τι τάχα μου εσείς ορίζετε τα μέτρα κι εμείς τηρούμε τα μέτρα. Μα καλά ουδείς αρμόδιος δεν κυκλοφορεί σαν κανονικός άνθρωπος; Δεν βλέπει; Δεν παρατηρεί;
Πάμε τώρα στο άλλο απαγορευτικό μέτρο. Της μετακίνησης από Νομό σε Νομό. Κι αυτό της κατηγορίας «ναι μεν αλλά». Όπως στο Στρατό. Όλα απαγορεύονται, όλα επιτρέπονται. Αφού εκατοντάδες μετακινούνται από Νομό σε Νομό. Αφού οκτώ στους δέκα Αθηναίους διαθέτουν τα απαραίτητα έγγραφα με τα οποία πιστοποιείται κάποια περιουσία τους στην επαρχία. Είτε αγροτεμάχια, είτε κάποιο ακίνητο της οικογένειας. «Πρέπει να πάω για τις ελιές μου». Επομένως κι αυτή η περίπτωση εμπίπτει στην κατηγορία «ναι μεν αλλά»
Όλα δήθεν. Όλα τάχα μου. Όλα «ναι μεν αλλά».
Η απάντηση είναι γνωστή:
Το ξέρουμε, σου λένε. Αλλά μ αυτές τις απαγορεύσεις περιορίζουμε μια γενική εφόρμηση όλου του πλήθους. Σκέψου, σου λένε, τι έχει να συμβεί έτσι και τους αφήσουμε ελεύθερους και ασύδοτους. Ο Covid-19 θα στήσει τρικούβερτο γλέντι
Δεν έχουν άδικο. Όμως η σημερινή εικόνα μου θυμίζει ιστορίες οικογενειακής-τάχα μου-ισορροπίας. Η κορούλα να παριστάνει την κοιμώμενη. Και μόλις σβήσουν τα φώτα, τσουπ, από την πίσω πόρτα. Και η μητέρα; Α η μητέρα. Το ξέρει. Αλλά παριστάνει την αθώα. Η παρθενορραφή πάει γόνα!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου