"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


Διά βίου μάθηση-δηλαδή;

Του ΠΕΤΡΟΥ ΓΟΥΓΟΥΛΑΚΗ
(Λέκτορα στο Παιδαγωγικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Στοκχόλμης)

Η διά βίου μάθηση (ΔΒΜ) συζητιέται έντονα στη χώρα μας σε επίπεδο εκπαιδευτικής πολιτικής. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός την έχει αναδείξει σε προνομιακό εργαλείο της διακυβέρνησής του και το υπουργείο Παιδείας προσκαλεί σε ανοιχτή διαβούλευση γύρω από αυτήν. Τι εννοούμε όμως με τον όρο διά βίου μάθηση και πώς μπορεί μια εθνική υποδομή γνώσης και μάθησης να αποτελέσει διέξοδο προς ένα άλλο περισσότερο βιώσιμο μοντέλο ανάπτυξης;
Η ιδέα της διά βίου μάθησης βασίζεται στις αρχές ότι η μάθηση δεν τελειώνει σε κάποια συγκεκριμένη ηλικία, αλλά συνεχίζεται σε όλη μας τη ζωή, και ότι δεν λαμβάνει χώρα μόνο στο πλαίσιο των διαφόρων τύπων τυπικής εκπαίδευσης, αλλά κατά κύριο λόγο εκτός αυτών.

Στη συζήτηση γύρω από τη ΔΒΜ τίθενται τα εξής διλήμματα:

- Μάθηση ως αυτοκατευθυνόμενη διαδικασία που συντελεί στην αυτοπραγμάτωση του εκπαιδευόμενου ή ανάπτυξη επαγγελματικών δεξιοτήτων για καλύτερη ανταγωνιστικότητα και αποδοτικότητα;

- Στρατηγική μείωσης των εκπαιδευτικών ανισοτήτων ή εκπαίδευση για επίλεκτους και ειδικά όσους απασχολεί ή χρειάζεται η αγορά εργασίας;

Είναι φανερό ότι η ΔΒΜ εσωκλείει μια ουμανιστική και μια οικονομική επαγγελματική διάσταση. Οι όποιες όμως απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα θα καθορίσουν τη δοσολογία του περιεχομένου της εθνικής μας πολιτικής ΔΒΜ ως αποτέλεσμα ώσμωσης και σύνθεσης διαφορετικών αντιλήψεων και πεποιθήσεων για την παιδεία και τη γνώση, το άτομο και την κοινωνία.

Αν και η ΔΒΜ χαίρει εκ πρώτης όψεως ευρείας αποδοχής, η υλοποίησή της δεν αποτελεί θέμα απλής διαχείρισης. Ο χαρακτήρας, οι μορφές και το περιεχόμενό της είναι συνυφασμένα με το σύνολο των πολιτικών επιλογών μιας κυβέρνησης και το εν γένει μοντέλο ανάπτυξης που επιδιώκει. Ο προσδιορισμός τους, επομένως, αποτελεί πεδίο πολιτικών συγκρούσεων και προσπάθειας επιβολής της αντίληψης διαφόρων ομάδων για το τι εστί μάθηση, ποιος και πώς δικαιούται να μετέχει σε αυτήν.

Διάφορες χώρες αντιμετώπισαν τις προκλήσεις με διαφορετικούς τρόπους, θέτοντας στόχο την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, επιδιώκοντας παράλληλα να διασφαλίσουν κάποιες δομές κοινωνικής προστασίας. Ενα μοντέλο που συζητήθηκε και υιοθετήθηκε ευρέως ήταν το δανέζικο flexicurity model.

Το μοντέλο flexicurity της δανέζικης αγοράς εργασίας, συνδύασε την ευελιξία (flexibility) της βρετανικής αγοράς εργασίας και το ίδιο επίπεδο ασφάλειας (security) που απολαμβάνουν οι εργαζόμενοι στη σουηδική αγορά εργασίας. Ευέλικτοι κανόνες απασχόλησης, ενεργητικές πολιτικές αγοράς εργασίας με δικαίωμα και υποχρέωση στην κατάρτιση και προσφορά εργασίας σε άνεργους με σχετικά υψηλές παροχές εξηγούν επαρκώς την επιτυχία του θεσμού και τον εκσυγχρονισμό των παραγωγικών δομών. Φαίνεται όμως πως το σύστημα flexicurity αρχίζει να εξαντλεί τις δυνατότητές του στις χώρες που εφαρμόσθηκε και δεν ανταποκρίνεται πλήρως στις επικείμενες προκλήσεις που αναμένεται να αντιμετωπίσει η αγορά εργασίας.

Ενα νέο μοντέλο -πάλι δανέζικης έμπνευσης- έρχεται να αντικαταστήσει το προηγούμενο: το mobication. Οι ανάδοχοί του υπογραμμίζουν ακόμη περισσότερο την αναγκαιότητα της ΔΒΜ (education), της ασφάλειας και της κινητικότητας (mobility) του εργατικού δυναμικού για τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας της (δανέζικης) οικονομίας. Αν πριν το μοντέλο εστίαζε την προσοχή του στον εργαζόμενο το διάστημα που ήταν άνεργος, το νέο μοντέλο ενεργοποιεί πόρους και δράσεις (κατάρτιση) ενόσω το άτομο βρίσκεται στην αγορά εργασίας, παρέχοντάς του εφόδια κινητικότητας και ανέλιξης καθιστώντας το ανταγωνιστικό και «απασχολήσιμο».

Δεν γίνονται ευέλικτες μόνον οι εργασιακές σχέσεις αλλά και η ίδια η μάθηση, η οποία όμως ενσωματώνεται στην εργασία ως φυσική παράμετρος του εργασιακού περιβάλλοντος. Σε αυτή την εξέλιξη ελλοχεύει όμως ο κίνδυνος της προσοντοποίησης, της υποδούλωσης δηλαδή της γνώσης στις ανάγκες της αγοράς εργασίας και όχι της μάθησης που απελευθερώνει τις δυνατότητες του ατόμου και το απαλλάσσει από τους φόβους του.

Η Ελλάδα καλείται στο πλαίσιο της νέας στρατηγικής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ΕΥΡΩΠΗ 2020 «για έξυπνη, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη» να δώσει τη δική της απάντηση στο πώς αντιλαμβάνεται τον χαρακτήρα, τις μορφές και τον καταμερισμό ευθυνών για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση μιας εθνικής στρατηγικής διά βίου μάθησης στον 21ο αιώνα, αντάξια των δυνατοτήτων της.

Δεν υπάρχουν σχόλια: